Κάθε χρόνο στις 14 Νοεμβρίου γιορτάζεται η Παγκόσμια Ημέρα για τον Σακχαρώδη Διαβήτη, που είναι αφιερωμένη στην ευαισθητοποίησή μας για τη μεγάλη αυτή σύγχρονη μάστιγα υγείας της ανθρωπότητας. Είναι αυξανόμενη η ανησυχία της παγκόσμιας κοινότητας για το σύνδρομο αυτό, που τα τελευταία χρόνια όχι μόνο αποτελεί μία από τις πιο συχνές αιτίες θανάτου, αλλά είναι και υπόλογο για την ανάπτυξη χρόνιων επιπλοκών στο καρδιαγγειακό σύστημα, στους νεφρούς, στα μάτια, όπως και για ακρωτηριασμούς των κάτω άκρων.

Πόσοι νοσούν στην Ελλάδα
Σύμφωνα με την Παγκόσμια Συνομοσπονδία για τον Διαβήτη (International Diabetes Federation – IDF), το 2019 η παγκόσμια κοινότητα των ατόμων με διαβήτη στις ηλικίες 20-79 ετών αριθμεί 463 εκατομμύρια και υπολογίζεται να ξεπεράσει τα 700 εκατομμύρια το 2045. Στην Ελλάδα, βάσει των στοιχείων από την ηλεκτρονική συνταγογράφηση που καλύπτει σχεδόν όλους τους μόνιμους κατοίκους, το 7% του πληθυσμού λαμβάνει αντιδιαβητικά φάρμακα και στη συντριπτική τους πλειονότητα είναι τύπου 2 διαβητικά άτομα, ενώ μόνο το 0,24% του πληθυσμού δηλώνεται με τύπο 1 σακχαρώδη διαβήτη. Για τους άνω των 75 ετών το ποσοστό των διαβητικών φτάνει στο 30,3%.
Για τον υπολογισμό του πραγματικού ποσοστού των ατόμων με διαβήτη θα πρέπει να προστεθούν εκείνοι που ρυθμίζουν το διαβητικό τους σύνδρομο μόνο με σωστή διατροφή και άσκηση χωρίς φάρμακα, καθώς και εκείνοι που δεν έχουν ακόμα διαγνωστεί, ανεβάζοντάς το έτσι τελικά γύρω στο 11%. Η παχυσαρκία μπορεί να θεωρηθεί ως προδιαβητικό στάδιο, με τα ποσοστά της να είναι πολύ υψηλά στην Ελλάδα τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες. Το δυσοίωνο όμως στοιχείο για το μέλλον της πατρίδας μας είναι ότι, δυστυχώς, κατέχουμε τα πρωτεία της παιδικής παχυσαρκίας στην Ευρώπη.

Αυτοί που κάνουν τη διαφορά
Κάθε χρόνο ο εορτασμός της Ημέρας του Διαβήτη συνοδεύεται και από ένα διαφορετικό μήνυμα, συμβολικό για τον αγώνα καταπολέμησής του. Το φετινό μήνυμα του 2020 είναι αφιερωμένο στον σημαντικό ρόλο των νοσηλευτών λόγω της ουσιαστικής βοήθειας και στήριξης που με αυταπάρνηση προσφέρουν στα άτομα με διαβήτη. Οι νοσηλεύτριες/ές είναι η καρδιά και η ψυχή του συστήματος υγείας, αποτελούν την πλειονότητα στο σύνολο των επιστημόνων υγείας και προσφέρουν τη βοήθειά τους και τις γνώσεις τους στα άτομα με διαβήτη, καλύπτοντας με τις υπηρεσίες τους ένα πολύ ευρύ φάσμα υγειονομικών αναγκών. Ετσι η συνεισφορά τους στην καταπολέμηση του διαβήτη κάνει τη διαφορά.

Η απειλή του COVID-19
Η πανδημία του κορωνοϊού έχει επιβαρύνει ιδιαίτερα τη ζωή των ατόμων με διαβήτη αφού αποτελούν μια ευπαθή ομάδα με υψηλότερο τον κίνδυνο να νοσήσουν βαριά και το ενδεχόμενο να μην καταφέρουν να νικήσουν τον κορωνοϊό. Η λοίμωξη COVID-19 απορρυθμίζει τον διαβήτη και θέτει τον ασθενή σε αυξημένο κίνδυνο γιατί το αμυντικό ανοσοποιητικό σύστημα του διαβητικού υπολείπεται, ιδιαίτερα σε αρρύθμιστο διαβήτη με υψηλές τιμές σακχάρου. Επομένως, ο διαβητικός οφείλει να υιοθετήσει όλα τα υγειονομικά μέτρα προστασίας, να μειώσει την έκθεσή του στο περιβάλλον και να έρχεται σε συγχρωτισμό με άλλα άτομα μόνο αν είναι αναγκαίο, να διασφαλίζει το εργασιακό του περιβάλλον ή να εργάζεται από τον προσωπικό του χώρο, να διατρέφεται με υγιεινά πρότυπα, να προσαρμόζει την άσκησή του εντός των χώρων της κατοικίας του και να φροντίζει ο διαβήτης του να είναι σε αυστηρή ρύθμιση. Σε περίπτωση ύποπτης συμπτωματολογίας ή επιδείνωσης της υγείας του, να αναζητά άμεσα χωρίς καθυστέρηση ιατρονοσηλευτική φροντίδα.

Εξυπνα φάρμακα και βιονικό πάγκρεας
Η αντιδιαβητική θεραπεία σήμερα διαθέτει στη φαρέτρα της έξυπνα φάρμακα που δεν μειώνουν μόνο τα επίπεδα γλυκόζης αίματος, αλλά και προστατεύουν από την εμφάνιση της ανεπιθύμητης υπογλυκαιμίας. Μερικά από αυτά μάλιστα όπως οι GLP-1 αγωνιστές και οι SGLT-2 αναστολείς προστατεύουν παράλληλα, με άγνωστους ακόμα μηχανισμούς, από τον καρδιαγγειακό θάνατο, που αποτελεί την πρώτη αιτία θανάτου στον διαβήτη, και βελτιώνουν την καρδιακή και νεφρική ανεπάρκεια. Στις ΗΠΑ κυκλοφορεί ήδη από ετών η εισπνεόμενη ινσουλίνη και σύντομα θα κυκλοφορήσει το σκεύασμα ινσουλίνης που θα χορηγείται μία φορά την εβδομάδα, ενώ λίγο αργότερα η έξυπνη ινσουλίνη που δεν προκαλεί καμία υπογλυκαιμία.

Η τεχνολογία έχει ήδη προσφέρει λύσεις στο να γνωρίζουμε συνεχώς ποια είναι τα επίπεδα σακχάρου με τους αισθητήρες συνεχούς καταγραφής των επιπέδων σακχάρου αίματος διευκολύνοντας τα διαβητικά άτομα να προσπερνούν τις συσκευές αυτομέτρησης με το τρύπημα στα δάχτυλα. Αυτοί μπορούν να συνδυαστούν με αντλίες συνεχούς χορήγησης ινσουλίνης και μέσω της κινητής τηλεφωνίας με ψηφιακές εφαρμογές και τεχνητή νοημοσύνη μπορούν να «συνομιλούν» μεταξύ τους και να αποφασίζουν για τη δοσολογία της χορηγούμενης ινσουλίνης χωρίς να ζητούν τη γνώμη μας μέσα από ένα κλειστό κύκλωμα που ονομάζουμε «τεχνητό ή βιονικό πάγκρεας», ανάλογα με το αν προσφέρει εκτός της ινσουλίνης και γλυκαγόνη.

Σε ό,τι αφορά τον διαβήτη τύπου 1, εξετάζονται ακόμα ερευνητικά ουσίες που προσπαθούν να αναστείλουν την εξέλιξή του με αναστολή της φλεγμονώδους διεργασίας. Για την πρόληψη του διαβήτη τύπου 1, που παλιότερα ονομάζαμε νεανικό διαβήτη, μεγάλη σημασία έχει ο μητρικός θηλασμός και τα ποσοστά του φαίνεται να ακολουθούν εκείνα της επιδείνωσης της κλιματικής αλλαγής, αλλά και της εισαγωγής βιομηχανοποιημένων τροφών στο διαιτολόγιό μας. Για τον διαβήτη τύπου 2, που παλιότερα ονομάζαμε διαβήτη των ενηλίκων, σήμερα εμφανίζεται ακόμα και σε δεκαπεντάχρονα παιδιά και ακολουθεί τα ποσοστά παχυσαρκίας. Για την πρόληψή του δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι απαιτούνται στρατηγικές υιοθέτησης των προτύπων της μεσογειακής διατροφής, απώλεια υπερβάλλοντος σωματικού βάρους και συμμετοχή σε προγράμματα άσκησης. Η θεραπεία όμως του διαβήτη σήμερα, «επειδή δεν φοράμε όλοι το ίδιο νούμερο υποδήματα» και λόγω των πολλών φαρμακευτικών επιλογών, θα πρέπει να εξατομικεύεται για κάθε διαβητικό ξεχωριστά ανάλογα με τον σωματότυπό του, τα χρόνια που έχει διαβήτη και την παρουσία τυχόν επιπλοκών, ώστε να επαληθευτεί και η ρήση του Ιπποκράτη ότι «είναι πιο σημαντικό να γνωρίζουμε ποιος είναι αυτός που νοσεί από το τι ακριβώς νόσημα έχει».

Ο διαβήτης τύπου 2, που παλιότερα ονομαζόταν διαβήτης των ενηλίκων, σήμερα εμφανίζεται ακόμα και σε 15χρονα παιδιά και ακολουθεί τα ποσοστά παχυσαρκίας.

Ο Παναγιώτης Χαλβατσιώτης είναι Επίκουρος Καθηγητής Παθολογίας – Διαβήτη Ιατρικής Σχολής Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Αττικόν