Στις κοινωνίες που ακολουθούν τον λεγόμενο δυτικό τρόπο ζωής ο Καρκίνος του Μαστού είναι η συχνότερη κακοήθεια στις γυναίκες και η δεύτερη πιο συχνή αιτία θανάτου από νεοπλασίες.

Συγκεκριμένα και σύμφωνα με τα στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, στο σύνολο των νεοεμφανιζόμενων καρκίνων, ο καρκίνος του μαστού αποτελεί το 11,6% και στο σύνολο των θανάτων από καρκίνο το 6,6%. Η πιθανότητα για μια γυναίκα να εμφανίσει καρκίνο του μαστού είναι 0,5% σε ηλικία 30 ετών, 1,5% σε ηλικία 40 ετών και 3,4% σε ηλικία 60 ετών. Η συνολική συχνότητα ανεξαρτήτως ηλικίας είναι 1 στις 8 γυναίκες ή 12%.

Σημαντικό στοιχείο αποτελεί το ότι η επιβίωση από τον καρκίνο του μαστού, ανεξαρτήτως ηλικίας, σταδίου νόσου και θεραπείας, είναι υψηλή. To 91% στα 5 πρώτα χρόνια από τη διάγνωση, 86% στα 10 χρόνια από τη διάγνωση και 80% στα 15 χρόνια από τη διάγνωση. Σε αυτό συμβάλλουν πρωτίστως οι νεότερες διαγνωστικές και θεραπευτικές μέθοδοι. Επιπρόσθετα, με την καθιέρωση του ετήσιου προληπτικού ελέγχου, ο καρκίνος του μαστού, με την έγκαιρη διάγνωση, μπορεί να μετατραπεί από θανατηφόρο σε χρόνιο νόσημα. Το σύγχρονο απεικονιστικό οπλοστάσιο για την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του μαστού περιλαμβάνει την Ψηφιακή Μαστογραφία, την Υπερηχοτομογραφία, την Μαγνητική Τομογραφία και την εξέταση PET/CT.

Ψηφιακή Μαστογραφία
Μέχρι σήμερα η Ψηφιακή Μαστογραφία είναι η μέθοδος εκλογής και αναφοράς για την διάγνωση του καρκίνου του μαστού, είναι δηλαδή αυτό που στη διεθνή επιστημονική ορολογία ονομάζεται Gold Standard. Όλες οι άλλες απεικονιστικές μέθοδοι είναι συμπληρωματικές. Η Ψηφιακή Μαστογραφία, σύμφωνα με στοιχεία του Breast Cancer Surveillance Consortium των ΗΠΑ, είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική στη διάγνωση του καρκίνου του μαστού.

Παρόλα αυτά, υπάρχουν δύο λόγοι για τους οποίους συμπληρώνεται από την Υπερηχοτομογραφία. Ο ένας είναι η μείωση της ιοντίζουσας ακτινοβολίας (ακτίνες Χ) την οποία χρησιμοποιεί και ο άλλος και πλέον σημαντικός λόγος είναι το «εμπόδιο» που μπορεί να προκαλεί ο λεγόμενος πυκνός μαστός. Οι ανθρώπινοι μαστοί απαρτίζονται από ινώδη ιστό, αδενικά -γαλακτοπαραγωγά στοιχεία και από υποστηρικτικό δομικό λίπος. Πυκνοί μαστοί είναι αυτοί που εμφανίζουν υπεροχή των ινωδών και αδενικών στοιχείων έναντι του λίπους. Πυκνούς μαστούς εμφανίζει το 40% των γυναικών. Και επειδή ακριβώς από τα αδενικά στοιχεία προέρχεται ο καρκίνος του μαστού, οι πυκνοί μαστοί έχουν 4 έως 6 φορές αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου. Είναι γνωστό ότι το 71% των καρκίνων του μαστού εμφανίζεται σε πυκνούς μαστούς.

Στη μαστογραφία τα ινοαδενικά στοιχεία εμφανίζονται άσπρα. Αλλά και ο καρκίνος εμφανίζεται επίσης άσπρος. Είναι επομένως πολύ πιθανό στους πυκνούς μαστούς να «χάνεται» κάποιος καρκίνος στην εικόνα της μαστογραφίας επειδή «καμουφλάρεται» από τα πυκνά ινώδη και αδενικά στοιχεία. Αναφέρεται ότι στο 1/3 των πυκνών μαστών η διάγνωση του καρκίνου μπορεί να διαφύγει της μαστογραφίας.

Υπερηχοτομογραφία
Η Υπερηχοτομογραφία έρχεται να βοηθήσει σε αυτό το σημαντικό πρόβλημα γιατί στις περισσότερες από αυτές τις δυσχερείς καταστάσεις μπορεί να αναδείξει τους «κρυμμένους» όγκους. Η Κλασσική Υπερηχοτομογραφία έχει ένα σημαντικό μειονέκτημα είναι υποκειμενική εξέταση και εξαρτάται σημαντικά από την ικανότητα και την εμπειρία του ακτινοδιαγνώστη. Για τον λόγο αυτό έχει πρόσφατα αναπτυχθεί το καλούμενο “Αυτοματοποιημένο Υπερηχογράφημα Μαστών” ABUS: Automated Breast Ultrasound System. Το σύστημα αυτό είναι ήδη εγκατεστημένο και σε πλήρη λειτουργία στο Τμήμα Γενικών Υπερήχων του ΥΓΕΙΑ.  Στόχος αυτού του συστήματος είναι να περιορίσει στον ελάχιστο βαθμό την παρέμβαση του ακτινοδιαγνώστη κατά τη λήψη των εικόνων και να αυξήσει την αντικειμενικότητα των ευρημάτων.

Πως γίνεται η εξέταση με το ABUS;
Με το σύστημα ABUS η εξεταζόμενη τοποθετείται σε ύπτια και ελαφρά λοξή θέση με τον υπό εξέταση μαστό συμμετρικά απλωμένο. Το μηχάνημα διαθέτει έναν ειδικά διαμορφωμένο βραχίονα, ο οποίος φέρει ένα πλαίσιο σχεδιασμένο να προσαρμόζεται στην κυρτότητα και το περίγραμμα του μαστού. Εντός του πλαισίου υπάρχει μία κυρτή υπερηχογραφική κεφαλή η οποία σαρώνει από άκρη σε άκρη ολόκληρο τον μαστό. Η διαδικασία διαρκεί συνήθως 15΄.

Οι εικόνες που λαμβάνονται με κάθε σάρωση μεταφέρονται στην ειδική μονάδα ενός πολύ εξελιγμένου ηλεκτρονικού υπολογιστή που συνοδεύει το σύστημα. Τα αποθηκευμένα στοιχεία επεξεργάζονται από τον υπολογιστή, δίνοντας την δυνατότητα στον ειδικό ακτινοδιαγνώστη να επεξεργάζεται τις εικόνες σε τρείς άξονες ώστε να προκύψει η τελική αντικειμενική διάγνωση. Το σύστημα ABUS όταν συνδυάζεται με την ψηφιακή μαστογραφία, σε πυκνούς μαστούς, αυξάνει την διάγνωση του καρκίνου του μαστού κατά 37,5%.

*Ο Γεώργιος Π. Ζαχαρόπουλος είναι Ακτινολόγος, Διευθυντής Τμήματος Γενικών Υπερήχων των ΥΓΕΙΑ & ΜΗΤΕΡΑ και Πρόεδρος Επιστημονικού Συμβουλίου ΥΓΕΙΑ