Ο καρδιοχειρουργός του νοσοκομείου Ιπποκράτειο Αθήνας που την περασμένη Τρίτη ζήτησε και έλαβε από τη σύζυγο ενός ασθενούς ένα παχύ φακελάκι – με προσημειωμένα ωστόσο τα χαρτονομίσματα – για αυτόν και την ομάδα του, όπως είπε, αποτελεί ένα από τα λίγα περιστατικά δωροληψίας στο ΕΣΥ που έχουν καταγγελθεί εφέτος στις αρμόδιες υπηρεσίες.

Παρά το γεγονός ότι το 89% των Ελλήνων δηλώνει σε πρόσφατη έρευνα στο Ευρωβαρόμετρο πως «βλέπει» καθαρά τη διαφθορά στο ΕΣΥ – όπως τουλάχιστον εκφράζεται με τα «φακελάκια»-, η πραγματικότητα των επίσημων καταγγελιών δείχνει ότι από την αντίληψη μέχρι την καταγγελία και την καταγραφή του προβλήματος υπάρχει τεράστια απόσταση.

Η κοινωνική νομιμοποίηση μιας κραυγαλέα παράνομης και ανήθικης συναλλαγής αλλά και ο φόβος των πολιτών και η έλλειψη εμπιστοσύνης απέναντι στο σύστημα φαίνεται να κρατούν πολύ χαμηλά τον αριθμό των καταγγελιών για επίορκους γιατρούς που ζητούν φακελάκι.

Είναι ενδεικτικό ότι η 1η Υγειονομική Περιφέρεια (ΥΠΕ), στην οποία υπάγονται 24 μεγάλα νοσοκομεία της Αττικής, από το 2020 μέχρι σήμερα διαχειρίστηκε μόλις 24 υποθέσεις χρηματισμού γιατρών. Ενώ στην άλλη μεγάλη Υγειονομική Περιφέρεια του λεκανοπεδίου, Αττικής, Πειραιά και Νήσων, με δεκάδες νοσοκομεία και δομές υγείας, έχει αναφερθεί μόνο ένα περιστατικό χρηματισμού γιατρού – αφορούσε ορθοπεδικό σε νοσοκομείο της Αττικής.

Την ίδια ώρα, η ποινική και η πειθαρχική διαδικασία συχνά αλληλοεπικαλύπτονται και μπλέκονται, δημιουργώντας μια μακρά και δύσκολη πορεία που προκαλεί καθυστερήσεις στην έκδοση αποφάσεων και στην επιβολή κυρώσεων στους επίορκους γιατρούς.

«Όταν καταγγέλλεται δωροληψία γιατρού του ΕΣΥ, εκτός από την ποινική, ενεργοποιείται και η πειθαρχική διαδικασία, με την τελευταία να κινείται σε δύο παράλληλους και ανεξάρτητους άξονες. Παράλληλα κινούνται επίσης και με την ποινική διαδικασία. Ο γιατρός ελέγχεται πειθαρχικά από την υπηρεσία του καθώς και από τον οικείο Ιατρικό Σύλλογο σε πρώτο βαθμό και σε δεύτερο από το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο Ιατρών του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου (ΠΙΣ)» λέει ο πρόεδρος του ΠΙΣ, Αθανάσιος Εξαδάκτυλος.

Σε ό,τι αφορά τον πειθαρχικό έλεγχο διευκρινίζει ότι «ο εκάστοτε Ιατρικός Σύλλογος δεν μπορεί να ξεκινήσει πειθαρχική διαδικασία μόνο βάσει δημοσιευμάτων ή κατηγοριών. Χρειάζεται δικαστική απόφαση ή καταγγελία από τον ίδιο τον πολίτη στον Σύλλογο. Οι δικαστικές αρχές ενημερώνουν τον Ιατρικό Σύλλογο, συνήθως όταν υπάρχει καταδίκη. Ο πειθαρχικός έλεγχος μπορεί να ασκηθεί παράλληλα με τη δικαστική διαδικασία ή να ανασταλεί μέχρι να τελειώσει αυτή, αλλά πρέπει να γίνει εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, σε 5 χρόνια από την τέλεση του αδικήματος, αλλιώς χάνεται η ευκαιρία για πειθαρχική δίωξη».

Η πειθαρχική διαδικασία εντός του ΕΣΥ

Την περασμένη Παρασκευή, ημέρα που είχε προσδιοριστεί η δίκη του καρδιοχειρουργού του Ιπποκράτειου για δωροληψία, ο κατηγορούμενος υποστήριξε διά του δικηγόρου του ότι ένα ατύχημα τού επέβαλλε μερική ακινησία και δεν του επέτρεψε να εμφανιστεί στο δικαστήριο. Από τη δική της πλευρά, η καταγγέλλουσα διαμήνυσε μέσω του δικηγόρου της, ότι και η ίδια δεν μπορούσε να παραστεί καθώς ο σύζυγός της χρειαζόταν τη φροντίδα της, οπότε η αναβολή ήταν μονόδρομος για την έδρα. Η νέα δικάσιμος ορίστηκε τη Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου.

Τον ίδιο ισχυρισμό, ότι δηλαδή δεν χρηματίστηκε, θα υποστηρίξει και στο Πειθαρχικό Συμβούλιο της 1ης Υγειονομικής Περιφέρειας (ΥΠΕ), όπου κλήθηκε με διαδικασία κατεπείγουσα με το ερώτημα της οριστικής αργίας από τη θέση του στο δημόσιο νοσοκομείο.

Σημειώνεται ότι η ποινική δίωξη σε βάρος γιατρού ΕΣΥ δρομολογεί άμεσα τον πειθαρχικό έλεγχο εντός του συστήματος δημόσιας υγείας. Αυτός διενεργείται σε τρεις βαθμούς: αρχικά από τη διοίκηση του νοσοκομείου, στη συνέχεια από το Πειθαρχικό Συμβούλιο της αντίστοιχης ΥΠΕ και τελικά από το Κεντρικό Πειθαρχικό Συμβούλιο Ιατρών ΕΣΥ.

Ο γιατρός της καρδιοχειρουργικής κλινικής του Ιπποκρατείου, ο οποίος αρνείται κατηγορηματικά ενώπιον των διωκτικών αρχών τη δωροληψία, τέθηκε την επομένη της σύλληψής του σε αναστολή άσκησης καθηκόντων από τη διοίκηση του νοσοκομείου. Το μέτρο της αναστολής άσκησης καθηκόντων έχει ισχύ για 30 ημερολογιακές ημέρες.

Στο διάστημα αυτό, ωστόσο, η υπόθεση (πρέπει να) παραπέμπεται στο Πειθαρχικό Συμβούλιο της ΥΠΕ, στο οποίο προεδρεύει ο διοικητής της ΥΠΕ και συμμετέχουν εκπρόσωποι των γιατρών ΕΣΥ και του οικείου Ιατρικού Συλλόγου, άλλοι διοικητές νοσοκομείων και νομικός.

Το αν θα βρίσκεται στο διάστημα αυτό ο γιατρός εντός ή εκτός νοσοκομείου κρίνεται και πάλι από το Πειθαρχικό. Τα τελευταία χρόνια φαίνεται πως τα Πειθαρχικά συμβούλια των ΥΠΕ θέτουν τους επίορκους γιατρούς που απαιτούν και παίρνουν φακελάκια εκτός νοσοκομείου, με συνεχείς παρατάσεις της απόφασής τους για δυνητική ή οριστική αργία μέχρι την κοινοποίηση της δικαστικής απόφασης.

Συνήθως σε περιπτώσεις δωροληψίας το εκάστοτε Πειθαρχικό της ΥΠΕ παραπέμπει επίσης άμεσα την υπόθεση στο Κεντρικό Πειθαρχικό Συμβούλιο Ιατρών ΕΣΥ, με το ερώτημα της δυνητικής ή της οριστικής αργίας από το ΕΣΥ, ανάλογα με την βαρύτητα του αδικήματος που έχει τελεστεί με βάση το πειθαρχικό δίκαιο του ΕΣΥ.

Στην περίπτωση του καρδιοχειρουργού του Ιπποκρατείου, το ερώτημα της οριστικής αργίας με το οποίο παραπέμφθηκε στο Πειθαρχικό Συμβούλιο της 1ης ΥΠΕ φαίνεται επιβεβλημένο καθώς έχει ήδη μία καταδίκη. Πριν από δεκαετία είχε και πάλι καταδικαστεί για δωροληψία με ποινή φυλάκισης 10 μηνών και είχε τεθεί εκτός νοσοκομείου για το ίδιο διάστημα στο πλαίσιο των αποφάσεων από τα πειθαρχικά όργανα του ΕΣΥ.

Η απόφαση του Κεντρικού Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών ΕΣΥ παραμένει «ανοιχτή» έως ότου εκδοθεί η τελεσίδικη απόφαση της δικαιοσύνης, διαδικασία που συχνά διαρκεί κατά μέσο όρο επτά χρόνια. Οι γιατροί ασκούν κατά κανόνα έφεση κατά της πρωτόδικης καταδίκης και αίτηση αναίρεσης όταν καταδικάζονται στο Εφετείο. Πρόσφατα, πάντως, σε νοσοκομείο της Βορείου Ελλάδας απολύθηκε γιατρός η σύλληψη του οποίου για δωροληψία είχε γίνει το 2017.

Πολλοί διαμαρτύρονται, λίγοι καταγγέλλουν

Σε αντίθεση με τα καλά αντανακλαστικά που επιδεικνύουν τα νοσοκομεία και οι ΥΠΕ σε επίπεδο πειθαρχικής διαδικασίας, με αποφάσεις που θέτουν τους επίορκους εκτός νοσοκομείου και με ταχεία παραπομπή των υποθέσεων σε ανώτερο βαθμό, οι πολίτες είναι δύσπιστοι και δυσκίνητοι μέσα σε αυτό το σύστημα.

Όπως επισημαίνουν στελέχη νοσοκομείων και ΥΠΕ, μιλώντας στο ΘΕΜΑ, οι καταγγελίες για φακελάκια είναι αρκετές, αλλά σπανίως επώνυμες. Οι πολίτες σπεύδουν συχνά στα γραφεία των διοικήσεων είτε στα νοσοκομεία είτε στις ΥΠΕ να καταγγείλουν ότι τους ζητήθηκε φακελάκι. Ωστόσο, όταν παροτρύνονται να ακολουθήσουν την οδό της καταγγελίας και μέσω της Αστυνομίας, οπισθοχωρούν, εκφράζοντας την αγωνία ότι θα χάσουν τη σειρά τους για το επίμαχο χειρουργείο για το οποίο δίνεται το φακελάκι ή θα αντιμετωπίσουν αρνητική συμπεριφορά από άλλους γιατρούς. Μάλιστα, σε ΥΠΕ της Βόρειας Ελλάδας έχει καταγραφεί το απίστευτο περιστατικό οι καταγγέλλοντες να ανακαλέσουν την καταγγελία τους στη διοίκηση γιατί ο γιατρός τούς επέστρεψε το φακελάκι.

Στα μεγάλα νοσοκομεία της Αττικής γίνονται πολύ περισσότερες προφορικές καταγγελίες σε σχέση με τα νοσοκομεία της περιφέρειας. Αυτό συμβαίνει γιατί στις μικρές τοπικές κοινωνίες οι πολίτες υποκύπτουν πιο εύκολα στις απαιτήσεις και τους εκβιασμούς των γιατρών, φοβούμενοι πως διαφορετικά δεν θα έχουν τη δυνατότητα να χειρουργηθούν στην περιοχή τους και θα χρειαστεί να μετακινηθούν σε άλλο νοσηλευτικό ίδρυμα.

Διοικητές, μάλιστα, αναφέρουν πως η πρώτη διαβεβαίωση που ζητούν όσοι πολίτες αποφασίζουν τελικά να καταγγείλουν τον γιατρό και ενημερώνεται η Αστυνομία, είναι να οριστεί το χειρουργείο με άλλον γιατρό και με «εγγύηση» της διοίκησης για τη διενέργειά του.

Ο καρδιοχειρουργός της Λάρισας

Στο Κεντρικό Πειθαρχικό Συμβούλιο Ιατρών ΕΣΥ το επόμενο διάστημα θα συζητηθεί η υπόθεση της δωροληψίας καρδιοχειρουργού από το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Λάρισας που είχε καταγραφεί τον περασμένο Ιούνιο.

Ήταν μία υπόθεση που έλαβε μεγάλες διαστάσεις καθώς ο επίορκος ήταν και καθηγητής στην Ιατρική Σχολή Λάρισας και διευθυντής της κλινικής του νοσοκομείου. Αρχές Ιουλίου ο καρδιοχειρουργός καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 4 ετών, χρηματικό πρόστιμο και απαγόρευση εξόδου από τη χώρα. Από το νοσοκομείο τέθηκε σε αναστολή άσκησης καθηκόντων και παραπέμφθηκε για πειθαρχικό έλεγχο στο αρμόδιο συμβούλιο της 5ης ΥΠΕ Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας με το ερώτημα της οριστικής παύσης από το ΕΣΥ, το οποίο με τη σειρά του με τον παρέπεμψε στο Κεντρικό Πειθαρχικό Συμβούλιο Ιατρών ΕΣΥ. Επίσης, έχει παραπεμφθεί και στο Ανώτατο Πειθαρχικό Ιατρών του ΠΙΣ. Ο συγκεκριμένος καρδιοχειρουργός βρίσκεται σε αναστολή άσκησης καθηκόντων μέχρι να τελεσιδικήσει η υπόθεσή του. Κατά το διάστημα αυτό δεν αμείβεται και δεν μπορεί να ασκήσει το ιατρικό του έργο ιδιωτικά.

Στην ίδια θέση βρίσκεται και ένας ορθοπεδικός του νοσοκομείου Παπαγεωργίου στη Θεσσαλονίκη, ο οποίος συνελήφθη τον περασμένο Απρίλιο με την κατηγορία της δωροληψίας. Ήταν όμως η τέταρτη φορά που βρισκόταν αντιμέτωπος με αυτήν την κατηγορία και είχε ήδη μία καταδίκη (φυλάκιση 10 μηνών). Στις 14 Απριλίου καταδικάστηκε εκ νέου σε φυλάκιση ενός έτους με τριετή αναστολή.

Διαβάστε επίσης

«Φακελάκια»: 1,7 δισ. ευρώ ετησίως το αλισβερίσι γιατρών-ασθενών

Ιατρικός σύλλογος Αθηνών για το φακελάκι από τον καρδιοχειρουργό: Δεν θα αφήσουμε ατιμώρητους επίορκους ιατρούς

Γεωργιάδης για τη σύλληψη γιατρού στο Ιπποκράτειο: «Το φακελάκι δεν έχει θέση στο ΕΣΥ, το σιχαίνομαι»