*Γράφει η κυρία Εύη Αγουρζενιτζίδου πρώην ανάδοχη και νυν θετή μητέρα τριών παιδιών
Είμαι πρώην ανάδοχη και νυν θετή μητέρα τριών παιδιών — που η ζωή τα ένωσε μαζί μας με τρόπο όχι απλό, αλλά βαθιά ανθρώπινο. Η απόφασή μας να εμπλακούμε στην αναδοχή δεν ήταν επιπόλαιη. Ήταν ενημερωμένη, συνειδητή, δύσκολη, και ουσιαστική. Η εμπειρία μας ανέδειξε τις ελλείψεις, τα εμπόδια και τα λάθη ενός συστήματος που συχνά δεν προστατεύει — αλλά εγκλωβίζει.
Τι είναι η αναδοχή και πώς διαφέρει από την υιοθεσία
Η αναδοχή είναι η φροντίδα ενός παιδιού από μια οικογένεια που δεν είναι η βιολογική του, με σκοπό να του προσφέρει σταθερότητα, αγάπη και ένα ασφαλές περιβάλλον — χωρίς να σπάει ο νομικός δεσμός με τους φυσικούς του γονείς. Αντίθετα, η τεκνοθεσία (υιοθεσία) σημαίνει ότι το παιδί αποκτά νομικά νέους γονείς, και η σχέση με την βιολογική του οικογένεια λήγει οριστικά.
Τα είδη αναδοχής φροντίδας παιδιών είναι:
1. Βραχεία Αναδοχή Πρόκειται για προσωρινή φιλοξενία του παιδιού σε ανάδοχη οικογένεια για περιορισμένο χρονικό διάστημα, συνήθως έως 6 μήνες, με σκοπό την προσωρινή φροντίδα του παιδιού μέχρι να βρεθεί μόνιμη λύση.
2. Μακροχρόνια Αναδοχή Είναι η φιλοξενία παιδιού σε ανάδοχη οικογένεια για μεγάλο χρονικό διάστημα, συνήθως μέχρι το παιδί να ενηλικιωθεί ή μέχρι να μετατραπεί σε τεκνοθεσία.
3. Επείγουσα Αναδοχή Αφορά την άμεση φιλοξενία του παιδιού σε περίπτωση που υπάρχει άμεσος κίνδυνος ή επείγουσα ανάγκη απομάκρυνσης από το οικογενειακό του περιβάλλον, συνήθως αφορά τα εγκατελελειμμένα βρέφη (ή κι όχι μόνο πια), για τα οποία ο εισαγγελέας ανηλίκων καλεί την κοινωνική υπηρεσία της εκάστοτε περιφερειακής ενότητας να ενημερώσει αν υπάρχουν στο ειδικό μητρώο πιστοποιημένοι ανάδοχοι, ώστε να αποφευχθεί το ίδρυμα.
4. Εξειδικευμένη Αναδοχή – Επαγγελματική Αναδοχή Απευθύνεται σε παιδιά με ιδιαίτερες ανάγκες, όπως παιδιά με αναπηρία, ψυχολογικά ή ψυχιατρικά προβλήματα ή άλλα ειδικά ζητήματα που απαιτούν ειδική φροντίδα και κατάρτιση από την ανάδοχη οικογένεια.
5. Συγγενική Αναδοχή Αφορά την αναδοχή από συγγενείς εξ αίματος οποιαδήποτε βαθμού με το ανήλικο τέκνο. Σύμφωνα με τη Διεθνή Σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού η συγγενική αναδοχή πρέπει να προτιμάται αν αυτό κριθεί ότι είναι το συμφέρον του ανήλικου. Ο περιορισμός της ηλικίας δεν ισχύει για την περίπτωση της συγγενικής αναδοχής.
Ποιοι μπορούν να γίνουν ανάδοχοι
Η αναδοχή αφορά ανθρώπους με διάθεση να φροντίσουν ένα παιδί — είτε έχουν δικά τους παιδιά, είτε όχι. Στην πραγματικότητα, κάθε διαδρομή είναι μοναδική. Υπάρχουν ανάδοχοι που δεν έχουν αποκτήσει παιδιά, άλλοι που έχουν ήδη μια οικογένεια και θέλουν να προσφέρουν παραπάνω, αλλά και μεμονωμένα άτομα που νιώθουν ότι έχουν χώρο και χρόνο να δώσουν. Δεν υπάρχει μία «σωστή συνταγή» για τον ανάδοχο. Υπάρχει μόνο η πρόθεση να σταθείς δίπλα σε ένα παιδί, να γίνεις η γέφυρα για ένα καλύτερο μέλλον. Να αναφέρουμε εδώ ότι ο νόμος 4538/2018 επιτρέπει τις παράλληλες αιτήσεις για τεκνοθεσία και για αναδοχή. Προσωπικά θεωρώ ότι ο νομοθέτης σοφά το επιτρέπει γιατί η συνθετότητα της ζωής των ευάλωτων παιδιών συχνά απαιτεί μια ετοιμότητα από τους υποψηφίους για όλες τις μορφές οικογενειακής αποκατάστασης του παιδιού.
Τυπικές και ουσιαστικές προϋποθέσεις: Τι ορίζει ο νόμος
Ο νόμος προβλέπει ότι οι ανάδοχοι πρέπει να είναι άνω των 25 ετών και μέχρι 75 ετών, με σταθερό εισόδημα, καλή ψυχική και σωματική υγεία, χωρίς ποινικές καταδίκες. Χρειάζεται επίσης να περάσουν από αξιολόγηση και ειδική εκπαίδευση. Αυτά είναι τα τυπικά. Οι ουσιαστικές προϋποθέσεις όμως — εκείνες που μετρούν αληθινά — είναι η συναισθηματική διαθεσιμότητα, η υπομονή, η ετοιμότητα να δεχτείς ένα παιδί με τη δική του ιστορία και τις δικές του πληγές. Εκεί είναι που ξεκινάει το ουσιαστικό «ταξίδι».
Πώς ξεκινά αυτή η διαδρομή και πόσο διαρκεί η διαδικασία
Για τους περισσότερους ανθρώπους, η σκέψη της αναδοχής ξεκινά από ένα εσωτερικό κάλεσμα — μια ανάγκη να δώσουν αγάπη σε ένα παιδί που τη χρειάζεται. Η διαδικασία ξεκινά με την υποβολή αίτησης στην πλατφόρμα www.anynet.gr και τον αρμόδιο φορέα, ακολουθεί η κοινωνική έρευνα, η εκπαίδευση (σεμινάρια 30ωρών, συνήθως διαδικτυακά, αναρτώνται στην σελίδα του www.ekka.org.gr) και καταλήγει στην έγκριση και την εγγραφή στο Εθνικό Μητρώο Αναδόχων. Ο χρόνος για τα διαδικαστικά στην αναδοχή ποικίλλει, συνήθως διαρκεί από 4 μήνες έως 6 μήνες. Ο χρόνος για να ταιριάξεις στην αναδοχή με ένα ή περισσότερα παιδιά χρειάζεται μεγαλύτερη υπομονή — ειδικά όταν δεν υπάρχει αντιστοιχία ανάμεσα στα παιδιά που χρειάζονται φροντίδα και στις διαθέσιμες οικογένειες, αλλά είναι μικρότερος από εκείνον στην τεκνοθεσία.
Τα «τυφλά σημεία» της διαδρομής
Η Ελλάδα έχει κάνει σημαντικά βήματα τα τελευταία χρόνια: το Μητρώο Αναδοχής και Υιοθεσίας, η υποχρεωτική εκπαίδευση, η διαφάνεια στη διαδικασία. Ωστόσο, το σύστημα έχει ακόμη «τυφλά σημεία» μέχρι να πετύχει την ποθητή αποϊδρυματοποίηση.
Η χώρα μας είναι ο ουραγός της Ευρώπης με 95 περίπου δομές παιδικής φιλοξενίας όταν η γειτονική Βουλγαρία έχει λιγότερες από δέκα. Δεν υπάρχουν κοινά πρωτόκολλα και διαδικασίες που να εφαρμόζονται από όλους. Έχουμε υποστελεχωμένες και κατακερματισμένες κοινωνικές υπηρεσίες. Επίσης λείπει η ουσιαστική ψυχολογική στήριξη, τόσο στους ανάδοχους όσο και στα παιδιά, σε όλη τη διάρκεια της σχέσης.
Τέλος λείπει πρακτικά η κοινωνική αποδοχή, δεν έχουμε χτίσει κουλτούρα αναδοχής, κι αυτό γιατί τα τελευταία ογδόντα χρόνια το πεδίο της παιδικής προστασίας ήταν για όλους μας αχαρτογράφητα νερά. Έχουμε μπερδέψει την παιδική προστασία με την φιλανθρωπία κι αυτό μας οδήγησε σε λάθος μονοπάτια. Αντί να συζητάμε για τα παιδιά και το μέλλον τους συζητάμε για τη διαχείριση των ιδρυμάτων. Το πλαίσιο βέβαια είναι καλύτερο από παλιά, αλλά δεν είναι ακόμη αρκετό για να στηρίξει κάθε παιδί που ζει σε ίδρυμα.
Τι χρειάζονται τα παιδιά, αλλά και οι γονείς
Τα παιδιά έχουν ανάγκη από σταθερότητα, εμπιστοσύνη, πρόβλεψη. Πολλές φορές έχουν βιώσει τραύματα που δεν φαίνονται, αλλά εκδηλώνονται στη σχέση. Και εκεί ο ανάδοχος χρειάζεται υποστήριξη: εκπαίδευση, καθοδήγηση, ψυχολογική φροντίδα. Πολλές οικογένειες νιώθουν μόνες όταν εμφανιστούν δυσκολίες — κι εκεί φαίνεται το έλλειμμα στο σύστημα. Ένα δίκτυο υποστήριξης (από ειδικούς με εμπειρία σε ιδρυματοποιημένα και τραυματισμένα παιδιά, αλλά και από άλλους ανάδοχους) είναι απαραίτητο.
Ποιες είναι οι πιο δύσκολες στιγμές για έναν ανάδοχο
Η αναδοχή είναι μια σχέση γεμάτη αγάπη αλλά και αβεβαιότητα. Δύσκολες στιγμές είναι εκείνες που το παιδί “δοκιμάζει” τη σχέση — γιατί φοβάται πως θα ξαναπληγωθεί. Όταν σε έχουν απογοητεύσει οι ενήλικες της ζωής σου, είναι λογικό να δοκιμάζεις τους αναδόχους. Επίσης στις λίγες περιπτώσεις που υπάρχει πιθανότητα επιστροφής στη βιολογική οικογένεια, ο αποχωρισμός είναι δύσκολος, όσο συνειδητοποιημένος και να είσαι. Άλλη δύσκολη φάση είναι όταν η κοινωνία υποτιμά το εύρος των συναισθημάτων ή κρίνει, χωρίς να καταλαβαίνει. Αλλά μέσα από αυτές τις δυσκολίες, χτίζεται κάτι πολύ δυνατό: μια σχέση αφοσίωσης και εμπιστοσύνης.
Τι θα έλεγες σε κάποιον που σκέφτεται την αναδοχή με φόβο ή δισταγμό;
Ο φόβος είναι φυσικός. Είναι η ένδειξη ότι παίρνεις στα σοβαρά αυτή τη δέσμευση. Θα έλεγα όμως: μην τον αφήσεις να γίνει εμπόδιο. Η αναδοχή δεν είναι για τέλειους ανθρώπους — είναι για ανθρώπους διαθέσιμους. Δεν θα είσαι μόνος. Υπάρχει γνώση, εμπειρία, άλλοι γονείς που έχουν διανύσει αυτόν τον δρόμο. Και το πιο σημαντικό; Υπάρχουν παιδιά που, όσο κι αν φοβούνται, αναζητούν ακριβώς αυτό: έναν ενήλικα που θα μείνει, θα ακούσει, θα αγαπήσει. Αν έχεις έστω και ένα “ναι” μέσα σου, αξίζει να το εξερευνήσεις.
Μια αλήθεια που χρειάζεται να ειπωθεί
Η αναδοχή χρειάζεται να είναι μια προσωρινή λύση. Στην πράξη όμως, στην Ελλάδα, πολλές φορές γίνεται μια μακροχρόνια — ή και δια βίου — συνθήκη, όχι γιατί αυτό είναι το βέλτιστο για το παιδί, αλλά γιατί το σύστημα αποτυγχάνει να στηρίξει τη βιολογική του οικογένεια ή να το αποκαταστήσει με άλλους τρόπους έγκαιρα.
Σύμφωνα με ειδικούς του πεδίου, λιγότερο από το 5% των παιδιών επιστρέφουν στις βιολογικές τους οικογένειες. Κι αυτό όχι απαραίτητα επειδή κάποιες οικογένειες δεν έχουν δυνατότητες, αλλά επειδή δεν υπάρχει οργανωμένη, διαρκής και εξειδικευμένη υποστήριξη με στελεχωμένες υπηρεσίες, σαφή πρωτόκολλα, με διεπιστημονική ομάδα και με ουσιαστική διασύνδεση μεταξύ κοινωνικών υπηρεσιών.
Αυτό οδηγεί σε έναν φαύλο κύκλο αβεβαιότητας και στασιμότητας για το παιδί. Η αναδοχή δεν μπορεί — και δεν πρέπει — να είναι μια διαρκής «μετέωρη» κατάσταση. Κάθε παιδί έχει ανάγκη από σταθερότητα, προβλεψιμότητα και ένα σαφές πλάνο ζωής. Αν η επιστροφή στη βιολογική οικογένεια δεν είναι εφικτή, τότε το σύστημα οφείλει να προχωρήσει σε άλλη σταθερή αποκατάσταση μέσω τεκνοθεσίας, όπου αυτό είναι δυνατό.
Χρειαζόμαστε δομές στήριξης για τη βιολογική οικογένεια, εξειδικευμένες υπηρεσίες, ξεκάθαρες διαδικασίες και προσωπικό με επαρκή κατάρτιση. Χωρίς αυτά, η αναδοχή παραμένει ένα ευάλωτο ημίμετρο — συχνά με τεράστιο συναισθηματικό κόστος για όλους τους εμπλεκόμενους.
Διαβάστε επίσης
Γάμος, Σύμφωνο συμβίωσης, Χωρισμός: Τι αλλάζει στο ασφαλιστήριο