Η Αναστασία Κοτανίδου, MD, Καθηγήτρια Εντατικολογίας, Ιατρική Σχολή ΕΚΠΑ, ξεκίνησε την ομιλία τις θέτοντας στο επίκεντρο τις ελλείψεις σε νοσηλευτικό προσωπικό· «Χάσαμε πολλούς που έγιναν σχολικοί νοσηλευτές αλλά, απ’ όσο ξέρω από το Υπουργείο Υγείας, έχει σταματήσει και πλέον δεν θα έχουμε άλλες απώλειες σε νοσηλευτικό προσωπικό».

Το δεύτερο σημείο που έθιξε η κ. Κοτανίδου είναι η έλλειψη σε βασικές ειδικότητες, όπως η παθολογία, η χειρουργική και η παιδιατρική· «Πρέπει να σταματήσουμε να παράγουμε πολύ εξειδικευμένους γιατρούς».

Τρίτον, χρειάζεται συνεχιζόμενη εκπαίδευση. «Δεν αρκούν οι δυνατότητες που είχαμε στην αρχή. Όλοι μας πρέπει κάπως να ακολουθούμε τις εξελίξεις της ιατρικής. Θα πρέπει κάποια στιγμή να αρχίσει η αξιολόγηση στη χώρα, να ξέρουμε πού το προσωπικό επαρκεί και πού χρειάζεται βελτίωση» εξήγησε.

Τέλος, πρέπει να αλλάξει η πρόσβαση στις εφημερίες των νοσοκομείων. «Δεν μπορεί ένα χρόνιο περιστατικό να έρχεται στη γενική εφημερία, να μπαίνει στο νοσοκομείο, να κρατάει ένα κρεβάτι γιατί πρέπει να κάνει κάποιες εξετάσεις για κάποια διάγνωση. Όλα αυτά πρέπει να σταματούν στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας» δήλωσε και σχολίασε πως, παρά τις εφημερίες στα Κέντρα Υγείας, δεν παρατηρείται για την ώρα αποσυμφόρηση στα μεγάλα νοσοκομεία. «Ακόμα οι ροές των ανθρώπων είναι τεράστιες».

Το ΚΕΣΥ στην εκπαίδευση των γιατρών

Η κ. Κοτανίδου μίλησε για το Κεντρικό Συμβούλιο Υγείας (ΚΕΣΥ), τον επιστημονικό σύμβουλο του Υπουργείου Υγείας. «Το νέο Κεντρικό Συμβούλιο λειτουργεί από τον Φεβρουάριο του 2023. Μέσα σε αυτό το μικρό χρονικό διάστημα, έχουμε εξετάσει πάνω από 2.800 θέματα σε 55 συνεδριάσεις ολοήμερες: ξεκινάμε το πρωί και τελειώνουμε το μεσημέρι, συζητώντας όλα τα θέματα θέματα που σχετίζονται με την εκπαίδευση, τη λειτουργία των νοσοκομείων, τον υγειονομικό χάρτη και τι μπορούμε να αλλάξουμε για να βελτιώσουμε συνολικά το σύστημα» εξήγησε.

Το ΚΕΣΥ παρέχει επιστημονικές εισηγήσεις «και είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι κανένα από τα μέλη του δεν αμείβεται. Όλοι είναι επιστήμονες κύρους που προσφέρουν την επιστημονική τους γνώμη και, από εκεί και πέρα, είναι στην ευχέρεια της πολιτικής ηγεσίας να αξιοποιήσει ή όχι αυτές τις εισηγήσεις». Η κ. Κοτανίδου επεσήμανε το θετικό γεγονός ότι σήμερα υπάρχει ένας δίαυλος επικοινωνίας και διαλόγου μεταξύ επιστήμης και πολιτικήςκάτι που δεν ήταν αυτονόητο στο παρελθόν.

«Ελπίζω πως με το σύστημα που ακολουθούμε τώρα θα μπορέσουμε να κάνουμε σημαντικά βήματα, ειδικά στην εκπαίδευση των γιατρών. Ήδη έχουμε θεσπίσει εκπαιδευτικά προγράμματα που, εφόσον υλοποιηθούν, στην επόμενη πενταετία οι Έλληνες γιατροί θα είναι ακόμα καλύτεροι» ανέφερε η κ. Κοτανίδου.

Οι επιστημονικές εταιρείες

Η κ. Κοτανίδου αναφέρθηκε και στην πρόταση του ΚΕΣΥ για ενεργή εμπλοκή των κύριων επιστημονικών εταιρειών, που θα συνομιλούν με το ΚΕΣΥ και το Υπουργείο Υγείας. «Υπάρχουν πάνω από 1.400 επιστημονικές εταιρείες, οι κύριες όμως είναι περίπου 55, όσες και οι κύριες ειδικότητες και λίγες εξειδικεύσεις που έχουμε στη χώρα. Στο μέλλον, οι επιστημονικές αυτές εταιρείες θα έχουν την ευθύνη για τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση των γιατρών και την επίσημη πιστοποίησή της» κατέληξε η ίδια.