Πρόσφατες πληροφορίες από την Ουχάν της Κίνας που δημοσιεύθηκαν στοEmerging Infectious Diseases δείχνουν ότι ο κορωνοϊός μπορεί να εξαπλωθεί έως και τέσσερα μέτρα μακριά όταν κάποιος βήξει ή φτερνιστεί.

Αυτό θέτει υπό αμφισβήτηση τη συμβολή των ειδικών για τήρηση απόστασης τουλάχιστον 1,5 μέτρου μεταξύ μας ώστε να ανακοπεί η μετάδοση του SARS-CoV-2.

Εν τω μεταξύ μια ανασκόπηση δεδομένων που δημοσιεύθηκε στο Journal of Infectious Diseases υποστηρίζει ότι τα σταγονίδια που μπορεί να μεταφέρουν τον ιό μπορούν να «ταξιδέψουν» έως και οκτώ μέτρα μακριά.

Τι ισχύει τελικά; 

Πριν απαντηθεί το ερώτημα ας θυμηθούμε πως μπορεί να εξαπλωθεί ο κορωνοϊός.

Ο SARS-CoV-2 εξαπλώνεται μέσω των μικροσταγονιδίων που εκτοξεύει άτομο-φορέας του όταν βήχει, φτερνίζεται ή μιλά. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι μπορεί να μεταδοθεί σε άτομα που βρίσκονται κοντά σε έναν ασθενή δια μέσου οδών όπως τα μάτια, η μύτη και το στόμα.

Η λοίμωξη μπορεί επίσης να εκδηλωθεί όταν ένας υγιής άνθρωπος ακουμπίσει μολυσμένη επιφάνεια από τα μικροσταγονίδια του ασθενή και έπειτα αγγίξει το πρόσωπό του.

Κάποια αναπνευστικά παθογόνα μπορούν επίσης να μεταδοθούν μέσω του αέρα, καθώς τα μικροσταγονίδια αιωρούνται στον αέρα και «ταξιδεύουν» στον περιβάλλοντα χώρο. Αυτά τα αεροσταγονίδια επίσης παράγονται όταν βήχει και φτερνίζεται, αναπνέει και μιλά ο ασθενής. Η ιλαρά για παράδειγμα μπορεί να μεταδοθεί με αυτό τον τρόπο.

Αλλά στην περίπτωση του κορωνοϊού χρειάζεται καλύτερη κατανόηση του βαθμού που ισχύει κάτι τέτοιο.

Τα αεροσταγονίδια που περιέχουν ιούς, όπως ο SARS-CoV-2, είναι πιθανότερο να παράγονται κατά τη διάρκεια ιατρικών διαδικασιών εντός των νοσοκομείων, όπως η διασωλήνωση και ο χειροκίνητος αερισμός.

Κι αυτό εν μέρει εξηγεί τα αποτελέσματα της κινεζικής μελέτης περί των τεσσάρων μέτρων μετάδοσης, η οποία μάλιστα πραγματοποιήθηκε σε νοσοκομειακό περιβάλλον.

Οι Κινέζοι ειδικοί έκαναν πείραμα σε μονάδα εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ) και σε μια απλή πτέρυγα νοσοκομείου, όπου και στις δύο νοσηλεύονταν ασθενείς με COVID-19.

Κατά τη διάρκεια 12 ημερών οι ερευνητές συνέλεγαν δείγματα τέσσερις ώρες μετά τον πρωινό καθαρισμό των χώρων και του εξοπλισμού και των προστατευτικών μέσων που χρησιμοποιούσαν υγειονομικό προσωπικό και ασθενείς.

Για να καθοριστεί αν στον αέρα υπήρχαν σταγονίδια που περιείχαν τον κορωνοϊό οι επιστήμονες πήραν δείγματα από τη ροή του αέρα και στα δύο επιλεγμένα σημεία.

Διαπίστωσαν λοιπόν ότι ο κορωνοϊός ήταν διάχυτος σε επιφάνειες του νοσοκομείου και στον εξοπλισμό που χρησιμοποιείτο περισσότερο. Η ΜΕΘ είχε μεγαλύτερο ιικό φορτίο από την απλή πτέρυγα. Επίσης τα περισσότερα δείγματα από σημεία όπως τα ποντίκια των ηλεκτρονικών υπολογιστών και τα πόμολα στις πόρτες ήταν θετικά στον ιό. Ο κορωνοϊός εντοπίστηκε και στο νοσοκομειακό φαρμακείο. Εκεί ίσως είχε φτάσει μέσω των παπουτσιών του ιατρικού προσωπικού.

Η μετάδοση μέσω των αεροσταγονιδίων στη ΜΕΘ αξιολογήθηκε βάσει δειγμάτων από τρία σημεία: δύο που ήταν κατά τη ροή του αέρα, περίπου ένα μέτρο από το κρεβάτι του ασθενή και το τρίτο περίπου τέσσερα μέτρα μακριά από το κρεβάτι και κόντρα στη ροή του αέρα.

Ο κορωνοϊός ανιχνεύθηκε στο 35,7% των δειγμάτων που είχαν ληφθεί κοντά στις πηγές του αέρα και στο 44,4% των δειγμάτων από τον θάλαμο του ασθενή. Στο σημείο κόντρα στη ροή του αέρα, τέσσερα μέτρα μακριά από το κρεβάτι του ασθενή, ο ιός ανιχνεύθηκε στο 12,5% των δειγμάτων.

Κι ενώ ο ιός ανιχνεύθηκε σε δείγματα αέρα από τη γενική πτέρυγα του νοσοκομείου, ο αριθμός των θετικών δειγμάτων ήταν μικρότερος. Μελέτες έχουν δείξει ότι τα άτομα με λιγότερο σοβαρή νόσο μεταδίδουν μικρότερες ποσότητες του ιού.

Ποιο είναι το μήνυμα της μελέτης;

Οι ερευνητές εξηγούν ότι τα αποτελέσματα της κινεζικής μελέτης πρέπει να ερμηνευθούν με προσοχή. Έλεγξαν την παρουσία του ιού στις επιφάνειες και στον αέρα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ήταν ζωντανός και ικανός να μολύνει.

Επίσης τα δείγματα που ανιχνεύθηκαν έως και τέσσερις μέτρα μακριά από την πηγή μετάδοσης χαρακτηρίστηκαν ως «αδύναμα θετικά». Αυτά συναξιολογήθηκαν με τα «πολύ θετικά» χωρίς να καθοριστεί ο ορισμός του «θετικού δείγματος» η ποια η διαφορά μεταξύ των δύο.

Η μελέτη είχε μικρό αριθμό δειγμάτων και το βασικότερο, οι ερευνητές δεν χρησιμοποίησαν στατιστικές μεθόδους για να καθορίσουν τη σημασία των ευρημάτων τους. Συνεπώς τα αποτελέσματα είναι περιορισμένης αξίας για την πραγματική ζωή.

Το συμπέρασμα

Η μελέτη προσθέτει σαφώς νέες ενδείξεις ότι ο SARS-CoV-2 μπορεί να ανιχνευθεί σε επιφάνειες.

Ωστόσο, η παρατήρηση ότι ο ιός θα μπορούσε να εξαπλωθεί τέσσερα μέτρα μακριά είναι λιγότερο πειστικό. Ακόμα κι αν αγνοήσουμε τους περιορισμούς της μελέτης, η ύπαρξη του SARS-CoV-2 στον αέρα δεν αποτελεί ένδειξη ότι είναι μολυσματικός.

Η ανασκόπηση αξιολόγησε την οριζόντια απόσταση που διένυσαν τα σταγονίδια από δέκα πειραματικές μελέτες και μελέτες μοντελοποίησης. Και διαπίστωσε ότι τα σταγονίδια θα μπορούσαν να ταξιδέψουν πέρα ​​από τα δύο μέτρα, ακόμη και έως οκτώ μέτρα χρησιμοποιώντας πειράματα φυσικής.

Από τις δέκα μελέτες, πέντε πραγματοποιήθηκαν με την παρουσία ανθρώπων. Αυτές εξέτασαν τη δυναμική της μετάδοσης μέσω των σταγονιδίων αλλά δεν σχετίστηκαν άμεσα σταγονίδια που περιείχαν SARS-CoV-2.

Χρειάζεται λοιπόν περισσότερη έρευνα για να κατανοήσουμε καλύτερα τη μετάδοση του κορωνοϊού στα νοσοκομεία.

Και μέχρι να γίνει αυτό, οι υγειονομικοί φορείς θα πρέπει να υιοθετούν μέτρα για την πρόληψη της μεταφοράς του κορωνοϊού μέσω του αέρα, όπως η χρήση μασκών και προστατευτικών στολών, ειδικά σε ιατρικές διαδικασίες που μπορεί να παραχθού αερολύματα.

Αλλά σε επίπεδο κοινότητας, θα πρέπει όλοι να συνεχίσουμε να εφαρμόζουμε τα συνιστώμενα μέτρα τήρησης της απόστασης των 1,5 μέτρων από τους άλλους.