Ο καρκίνος των ωοθηκών αποτελεί τον όγδοο σε συχνότητα και τον έβδομο σε θνητότητα καρκίνο σε γυναίκες παγκοσμίως καθώς ευθύνεται για πάνω από 300.000 νέες περιπτώσεις κάθε χρόνο. Περίπου το 1.1 % των γυναικών θα διαγνωσθούν με καρκίνο των ωοθηκών κάποια στιγμή στη ζωή τους. Ευτυχώς τόσο η επίπτωση όσο και η θνητότητα τείνουν να πέφτουν κατά τα τελευταία έτη (κατά 3.2% και 2.8% κάθε έτος αντίστοιχα). Πιο συγκεκριμένα, η επιβίωση έχει επιμηκυνθεί αρκετά τα τελευταία έτη αφού η 5ετής επιβίωση που άγγιζε μόλις το 35%των ασθενών την προηγούμενη δεκαετία, πλέον αφορά πάνω το από 50%.

Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής (Νοσοκομείο Αλεξάνδρα) της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Αγγελική Ανδρικοπούλου, Μαρία Καπαρέλου, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Επιδημιολογίας  και Προληπτικής Ιατρικής) και Θάνος Δημόπουλος (Καθηγητής Θεραπευτικής – Ογκολογίας – Αιματολογίας) παρουσιάζουν τα νεότερα δεδομένα για την αντιμετώπιση αυτής της νεοπλασίας.

Η βελτίωση αυτή της επιβίωσης στον καρκίνο των ωοθηκών είναι αποτέλεσμα των σύγχρονων τεχνικών χειρουργικής αντιμετώπισης και των νέων θεραπειών. Όσον αφορά την χειρουργική αντιμετώπιση, αυτή ενδείκνυται ως αρχική αντιμετώπιση όταν από τον προεγχειρητικό έλεγχο ο εξειδικευμένος γυναικολόγος ογκολόγος χειρουργός θεωρεί ότι μπορεί να εξαιρεθεί σχεδόν όλη η νόσος. Σε περιπτώσεις προχωρημένης νόσου που δεν είναι πλήρως εξαιρέσιμη από την αρχή, είναι δυνατή η χορήγηση εισαγωγικής χημειοθεραπείας με βάση την πλατίνα και η χειρουργική αντιμετώπιση σε δεύτερο χρόνο.(μελέτες CHORUStrial, EORTC 55971). Ωστόσο, πλέον έχουμε στην διάθεσή μας και ένα επιπλέον όπλο, αυτό του χειρουργείου με ταυτόχρονα ενδοπεριτοναϊκή χημειοθεραπεία (HIPEC).

Η HIPEC είναι ο πλήρης καθαρισμός της κοιλιάς μετά το χειρουργείο με την χορήγηση χημειοθεραπείας σε υψηλή θερμοκρασίαπου στοχεύει στην εξάλειψη των εναπομεινάντων καρκινικών εντοπίσεων που δεν είναι ορατές για να εξαιρεθούν. Αρχικά αφαιρούνται χειρουργικά όλες οι περιτοναϊκές εμφυτεύσεις της νόσου, οι καρκινικές εντοπίσεις δηλαδή που βρίσκονται προσκολλημένες στη μεμβράνη που επενδύει την εσωτερική επιφάνεια της κοιλιάς, το περιτόναιο. Εν συνεχεία με την μέθοδο HIPEC γίνεται διεγχειρητικά χορήγηση χημειοθεραπευτικών φαρμάκων σε υψηλές θερμοκρασίες άνω των 40 βαθμών έτσι ώστε να αντιμετωπιστούν όσα καρκινικά κύτταρα έχουν εμφυτευτεί στην περιτοναϊκή κοιλότητα.

Μελέτες όπως η GOG-172 trial και η OVIHIPEC-1 έχουν δείξει όφελος από την προσθήκη της HIPEC τόσο ως προς τη συνολική επιβίωση όσο και ως προς το διάστημα μέχρι την υποτροπή. Το όφελος από την HIPECείναι το μέγιστο στις περιπτώσεις που έχει επιτευχθεί προηγουμένως πλήρης εξαίρεση της νόσου χειρουργικά.

Και στην συστηματική θεραπεία τα δεδομένα έχουν αλλάξει σημαντικά τα τελευταία έτη. Πλέον σε ασθενείς με προχωρημένο καρκίνο ωοθηκών πρέπει να γίνεται έλεγχος για μεταλλάξεις στα BRCAγονίδια αλλά και για έλλειψη στο σύστημα επιδιόρθωσης βλαβών του DΝA, τον ομόλογο ανασυνδυασμό(homologousrecombination, HR). Αν και μέχρι πρότινος ήταν γνωστή η αναγκαιότητα του γονιδιακούελέγχου για κληρονομικές μεταλλάξεις στα γονίδια BRCA1/2 που αφορούν περίπου το 15% των ασθενών, πλέον γνωρίζουμε πως είναι απαραίτητος και ο έλεγχος για ανεπάρκεια του ομόλογου ανασυνδυασμού (HRD – HomologousRecombinationDeficiency). Σε περίπτωση δυσλειτουργίας του μηχανισμού αυτού, όπως μπορεί να συμβεί σε μεταλλάξεις στα BRCAγονίδια, αυξάνεται η αστάθεια του γονιδιώματος και υπάρχει προδιάθεση για καρκινογένεση.

Μία στις 2 γυναίκες με καρκίνο ωοθηκών (48%) παρουσιάζουν ανεπάρκεια του ομόλογου ανασυνδυασμού ενώ μία στις 4 γυναίκες θα φέρει μετάλλαξη BRCA1/2 είτε κληρονομική (germline) είτε επίκτητη στον όγκο (somatic). Έχει φανεί από μελέτες όπως η PAOLA-1 και η PRIMA πως ασθενείς με καρκίνο ωοθηκών που παρουσιάζουν ανεπάρκεια του ομόλογου ανασυνδυασμού ωφελούνται περισσότερο από τα νέα φάρμακα, τους PARP αναστολείς, οι οποίοι έχουν αλλάξει πλέον τη θεραπευτική αντιμετώπιση του νοσήματος. Συνεπώς, είναι επιβεβλημένος πλέον o έλεγχος και για ανεπάρκεια του ομόλογου ανασυνδυασμού(HRD) μέσω εγκεκριμένωνγονιδιακώνεξετάσεων.

Σε ασθενείς με θετικό αποτέλεσμα, η θεραπεία με PARP αναστολείς επιμηκύνει και το διάστημα μέχρι την υποτροπή και τη συνολική επιβίωση. Σχεδόν οι μισές ασθενείς (46%) που έλαβαν PARPαναστολείς μετά τη χημειοθεραπεία με πλατίνα δεν έχουν υποτροπιάσει στα πέντε έτη έναντι μόλις του 20% των ασθενών που δεν έλαβαν τη θεραπεία. Αλλά και η πενταετής επιβίωση ήταν 65% σε ασθενείς μεανεπάρκεια του ομόλογου ανασυνδυασμούπου έλαβαν θεραπεία με PARPαναστολείς σύμφωνα με τη μελέτη PAOLA-1– κάτι που είναι πολύ εντυπωσιακό εάν αναλογιστούμε ότι τις προηγούμενες δεκαετίες το αντίστοιχο ποσοστό ήταν κάτω από 50%. Συμπερασματικά, ο καρκίνος των ωοθηκών πρέπει να αντιμετωπίζεται χειρουργικά και θεραπευτικά σε εξειδικευμένα γυναικολογικά δέντρα με εμπειρία ώστε να επιτευχθεί το βέλτιστο αποτέλεσμα.

Διαβάστε επίσης:

Καρκίνος ωοθηκών: Οι επεμβάσεις που αυξάνουν σημαντικά τη συνολική επιβίωση των ασθενών

Καρκίνος Ωοθηκών: Τα ύποπτα συμπτώματα του 7ου συχνότερου καρκίνου

Καρκίνος Ωοθηκών: Εξέταση αίματος τον εντοπίζει έγκαιρα