Πώς το σώμα μας διατηρεί υγιή τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα; Μια πρωτοποριακή μελέτη σε πάνω από 55.000 άτομα παγκοσμίως, που δημοσιεύτηκε στο Nature Genetics, αποκάλυψε βασικές πληροφορίες σχετικά με το τι θα μπορούσε να κρύβεται πίσω από μια διάγνωση του διαβήτη τύπου 2.

Ενώ προηγούμενες μελέτες έχουν επικεντρωθεί στην αντίσταση στην ινσουλίνη κατά τη διάρκεια της νηστείας, οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ εξέτασαν τους μηχανισμούς που εμπλέκονται στην αντίσταση στην ινσουλίνη μετά την κατανάλωση γεύματος ή ζαχαρούχου ποτού, έναν κρίσιμο παράγοντα για τον διαβήτη τύπου 2.

Τα άτομα που πάσχουν από διαβήτη τύπου 2 δυσκολεύονται να ρυθμίσουν τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα, είτε λόγω ανεπαρκούς έκκρισης ινσουλίνης είτε λόγω μειωμένης ευαισθησίας στην ινσουλίνη, γνωστής ως αντίσταση στην ινσουλίνη. Η ινσουλίνη είναι η καθοριστική ορμόνη που ρυθμίζει τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα και παίζει καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη της νόσου.

«Γνωρίζουμε ότι υπάρχουν ορισμένα άτομα με συγκεκριμένες σπάνιες γενετικές διαταραχές στα οποία η ινσουλίνη λειτουργεί απολύτως φυσιολογικά στην κατάσταση νηστείας, όπου δρα κυρίως στο ήπαρ, αλλά πολύ ανεπαρκώς μετά το γεύμα, όταν δρα κυρίως στους μυς και το λίπος» αναφέρει σχετικά ο καθηγητής Sir Stephen O’Rahilly, συνδιευθυντής του Ινστιτούτου Μεταβολικής Επιστήμης Wellcome-MRC και συνεχίζει λέγοντας ότι «αυτό που δεν έχει αποσαφηνιστεί είναι αν αυτού του είδους το πρόβλημα εμφανίζεται συχνότερα στον ευρύτερο πληθυσμό και αν έχει σχέση με τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2».

Το διαφορετικό γονίδιο

Διεθνής επιστημονική ομάδα ανέλυσε γενετικά δεδομένα από 28 μελέτες, για να εντοπίσει γενετικές παραλλαγές που επηρεάζουν τα επίπεδα της ινσουλίνης. Η μελέτη αποκάλυψε 10 νέους τόπους (περιοχές του γονιδιώματος) που σχετίζονται με την αντίσταση στην ινσουλίνη. Είναι εντυπωσιακό ότι οκτώ από αυτές τις περιοχές συνδέθηκαν επίσης με υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2, υπογραμμίζοντας τη σημασία τους.

Εντός των γενετικών περιοχών που εντοπίστηκαν, οι ερευνητές εντόπισαν ένα γονίδιο που σχετίζεται με το GLUT4, μια κρίσιμη πρωτεΐνη που είναι υπεύθυνη για τη μεταφορά γλυκόζης από την κυκλοφορία του αίματος στα κύτταρα μετά το φαγητό. Οι μειωμένες ποσότητες GLUT4 στον μυϊκό ιστό συσχετίστηκαν με αυτή τη γενετική παραλλαγή.

Περαιτέρω έρευνα με τη χρήση κυτταρικών σειρών από ποντίκια αποκάλυψε 14 γονίδια που έπαιζαν ζωτικό ρόλο στη διακίνηση του GLUT4 και την πρόσληψη γλυκόζης, εννέα από τα οποία δεν είχαν ποτέ πριν συνδεθεί με τη ρύθμιση της ινσουλίνης. Διαπιστώθηκε ότι τα γονίδια αυτά επηρεάζουν τη μετακίνηση του GLUT4 από το εσωτερικό του κυττάρου στην επιφάνειά του, επηρεάζοντας την ικανότητα του κυττάρου να απομακρύνει τη γλυκόζη από το αίμα.

Τα ευρήματα της μελέτης παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες για τους μηχανισμούς ρύθμισης της γλυκόζης στο αίμα και πιθανούς στόχους για νέες θεραπείες. Αποκαλύπτοντας τους θεμελιώδεις μηχανισμούς που διέπουν κοινές ασθένειες όπως ο διαβήτης τύπου 2, οι ερευνητές μπορούν να ανοίξουν το δρόμο για την υγειονομική περίθαλψη ακριβείας και τις εξατομικευμένες θεραπείες.

Διαβάστε ακόμη:

Πόσο υγιής είναι ο μεταβολισμός σας; Στα όρια του διαβήτη ο ένας στους πέντε

Διαβήτης: Η ενδοσκοπική μέθοδος που μπορεί να απαλλάξει τους πάσχοντες από την ινσουλίνη