Μια μεγάλη διεθνής μελέτη σε νοσηλευόμενους ασθενείς με σοβαρή COVID-19 έδειξε ότι παρόλο που η υψηλότερη δόση στεροειδών δεν μείωσε σημαντικά τη θνησιμότητα, παρατηρήθηκε μια τάση για όφελος χωρίς περαιτέρω παρενέργειες.

Στη μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο Journal of the American Medical Association, συγκρίθηκε η κλασική δοσολογία 6mg του στεροειδούς δεξαμεθαζόνη με τα 12mg σε ασθενείς που χρειάζονταν μεγαλύτερη υποστήριξη για να διατηρήσουν τα επίπεδα του οξυγόνου τους. Πρόκειται, μάλιστα, για την πρώτη δοκιμή για την COVID-19 που αναφέρεται στη μακροπρόθεσμη θνησιμότητα και μία από τις ελάχιστες «τυφλές» δοκιμές που έχουν διεξαχθεί επί του θέματος.

Παρόλο που προηγούμενες μελέτες υπέδειξαν ότι οι υψηλότερες δόσεις δεξαμεθαζόνης μπορεί να ωφελούν τους ασθενείς με πιο σοβαρή νόσηση από κορωνοϊό, έχουν υπάρξει ανησυχίες σχετικά με τις πιθανές ανεπιθύμητες αντιδράσεις.

«Η μελέτη μας δεν βρήκε διαφορές στα ποσοστά ανεπιθύμητων ενεργειών μεταξύ των δύο δόσεων. Παρόλο που υπήρχαν αναφορές για λοιμώξεις με τον λεγόμενο ‘μαύρο μύκητα’ σε ασθενείς με κορωνοϊό που είχαν αδύναμο ανοσοποιητικό σύστημα, η μελέτη μας δεν βρήκε κάποια αύξηση στα ποσοστά λοιμώξεων με υψηλότερες δόσεις στεροειδών», σημειώνει ο ένας εκ των συγγραφέων και καθηγητής στο George Institute for Global Health, Δρ. Bala Venkatesh.

Οι ασθενείς με σοβαρή COVID-19 συνήθως παρουσιάζουν σοβαρή φλεγμονή στους πνεύμονες και πολύ χαμηλά επίπεδα οξυγόνου, τα οποία οδηγούν σε ανάγκη μηχανικής υποστήριξης αναπνοής, για τη διατήρηση της αρτηριακής πίεσης και της νεφρικής διήθησης.

Η δεξαμεθαζόνη είναι η βασική θεραπεία για τη σοβαρή COVID-19, αλλά, ενώ τα 6mg ημερησίως συστήνονται για έως και 10 ημέρες, έχουν υπάρξει ενδείξεις ότι η υψηλότερη δοσολογία μπορεί να ωφελήσει τους πιο σοβαρά ασθενείς. Μια πιθανή παρενέργεια της χρήσης στεροειδών είναι η καταστολή του ανοσοποιητικού συστήματος, περιορίζοντας την ικανότητα καταπολέμησης άλλων τύπων λοίμωξης. Έχουν υπάρξει κάποιες αναφορές ασθενών με COVID-19 που λάμβαναν στεροειδή και ανέπτυξαν σοβαρές μυκητιάσεις, γνωστές ως βλεννομυκητίαση ή «μαύρος μύκητας».

Στην παρούσα μελέτη, οι ερευνητές ενέγραψαν 1.000 ενήλικους ασθενείς με επιβεβαιωμένη λοίμωξη από SARS-CoV-2 από 26 νοσοκομεία της Δανίας, της Ινδίας, της Σουηδίας και της Ελβετίας μεταξύ Αυγούστου 2020 και Μαΐου 2021. Οι ασθενείς χωρίστηκαν τυχαία σε δύο ομάδες, με την πρώτη να λαμβάνει ενδοφλέβια δεξαμεθαζόνη 12 mg και την άλλη 6mg δεξαμεθαζόνης ημερησίως για 10 ημέρες. Η αναλογία των ασθενών που δεν χρειάζονταν υποστήριξη μετά από 28 ημέρες ήταν 42.6% για την ομάδα των 12mg και 40,2% για την ομάδα των 6mg. Τα ποσοστά θανάτου ήταν 27,1% και 32,3% στους ασθενείς της πρώτης και δεύτερης ομάδας αντίστοιχα.

«Παρόλο που τα δεδομένα δεν παρέχουν αδιαμφισβήτητες ενδείξεις ότι τα 12mg δεξαμεθαζόνης είναι καλύτερα από τα 6mg, παρατηρήσαμε μια τάση για μειωμένη ανάγκη υποστήριξης της ζωής και θνησιμότητας στην υψηλότερη δόση χωρίς κάποια αύξηση στον κίνδυνο σοβαρών λοιμώξεων. Η δεξαμεθαζόνη είναι φθηνή, εύκολα προσβάσιμη και ενδεδειγμένη για τη θεραπεία των ασθενών με COVID-19 που παρουσιάζουν πολύ χαμηλά επίπεδα οξυγόνου. Έτσι, ακόμα και μια μικρή διαφορά στα ποσοστά θανάτου ή στα αποτελέσματα υγείας θα μπορούσε να οδηγήσει σε σημαντικά κλινικά και υγειονομικά οφέλη σε επίπεδα πληθυσμού», καταλήγει ο καθηγητής Vivek Jha, που συνυπέγραψε τη μελέτη.

Διαβάστε επίσης

Κορωνοϊός: Αυτοί είναι οι σοβαροί κίνδυνοι για τους ανεμβολίαστους

Κορωνοϊός – Αναρρώσαντες: Χρειάζονται και δεύτερη δόση εμβολίου;

Κορωνοϊός – Γρίπη: Η διπλή «απειλή» του χειμώνα – Πώς θα προστατευτούμε