Ελπιδοφόρα νέα για την αντιμετώπιση καρκίνων με, μέχρι πρότινος, περιορισμένες θεραπευτικές επιλογές, παρουσιάστηκαν στο πρόσφατο ετήσιο συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Κλινικής Ογκολογίας (ASCO, 4-8 Ιουνίου 2021). Στρατηγικές που βασίζονται στην επιλογή της βέλτιστης αγωγής, για τον σωστό ασθενή, την κατάλληλη χρονική στιγμή βελτιώνουν την ποιότητα ζωής των ασθενών και αυξάνουν το προσδόκιμο επιβίωσής τους.

Ο κ. Σπύρος Δευτεραίος, Ιατρικός Διευθυντής Ελλάδος και Κύπρου της φαρμακευτικής εταιρείας Merck και ο κ. Danny BarZohar, Global Head of Development for the Healthcare Business του ομίλου Merck εξηγούν στο ygeiamou.gr πώς ο συνδυασμός Ανοσολογίας και Ογκολογίας οδηγεί σε νέες αποτελεσματικές αντικαρκινικές θεραπείες.

«Στο φετινό ASCO η Merck ανακοίνωσε νεότερα στοιχεία από το κλινικό πρόγραμμα JAVELIN Bladder 100. Το πλήρως εξανθρωπισμένο μονοκλωνικό αντίσωμα avelumab (αβελουμάμπη) είναι ο μόνος αναστολέας που αποδεδειγμένα έχει όφελος επιβίωσης στον καρκίνο του ουροθηλίου, ανεξαρτήτως σταδίου της νόσου και γενετικού υποτύπου της. Τα στοιχεία αυτά είναι ενθαρρυντικά διότι ο συγκεκριμένος καρκίνος είναι ο συχνότερος που προσβάλλει την ουροδόχο κύστη, αφού αφορά στο 90% των περιπτώσεων. Ωστόσο στο 12% των ασθενών η διάγνωση γίνεται όταν πια ο καρκίνος είναι σε προχωρημένο στάδιο και μέχρι προσφάτως οι θεραπευτικές επιλογές ήταν λίγες, με το πενταετές προσδόκιμο επιβίωσης να μην ξεπερνά το 6,4%. Αυτό ευτυχώς αλλάζει με τα καλά κλινικά δεδομένα από το πρόγραμμα JAVELIN Bladder 100», σύμφωνα με τον κ. Δευτεραίο.

Ο κ. Σπύρος Δευτεραίος, Ιατρικός Διευθυντής της Merck Ελλάδας & Κύπρου

Εξίσου ελπιδοφόρα είναι και τα κλινικά δεδομένα από τη χρήση της αβελουμάμπης στο μετασταστικό καρκίνωμα των κυττάρων Merkel, μια σπάνια και επιθετική μορφή καρκίνου του δέρματος, με περιορισμένες θεραπευτικές επιλογές, ειδικά στα προχωρημένα στάδιά της. «Στο συνέδριο παρουσιάστηκαν δεδομένα από τη μακροχρόνια χρήση του μονοκλωνικού αντισώματος στο μεταστατικό καρκίνωμα των κυττάρων Merkel, που επιβεβαιώνουν την αξία του ως βασικό θεραπευτικό μέσο για τον συγκεκριμένο καρκίνο. Η θεραπεία με αβελουμπάμπη συντελεί σε αξιοσημείωτη αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης των ασθενών, ειδικά μεταξύ εκείνων που η νόσος συνεχίζει να εξελίσσεται και μετά τη χημειοθεραπεία. Όπως καταλαβαίνετε, η αύξηση του προσδόκιμου ζωής είναι καίριας σημασίας για τους ασθενείς με προχωρημένου σταδίου καρκίνο και χαιρόμαστε που τα δεδομένα από το πρόγραμμα JAVELIN Merkel 200 αναπτερώνουν τις ελπίδες των ασθενών και των οικογενειών τους», σημειώνει ο Ιατρικός Διευθυντής της Merck.

H πολυεθνική φαρμακευτική εταιρεία, με 50 χρόνια παρουσίας στην Ελλάδα και περισσότερα από 350 έτη δράσης παγκοσμίως, τα τελευταία χρόνια έχει εστιάσει στην αξιοποίηση καινοτόμων ιδεών απ’ όπου κι αν προέρχονται. «Έχουμε επενδύσει στην αποκωδικοποίηση της βιολογίας του ανθρώπου για να μπορούμε να παρέχουμε την καλύτερη θεραπεία στον σωστό ασθενή την κατάλληλη χρονική στιγμή, χωρίς συμβιβασμούς στην ποιότητα της φροντίδας που παρέχουμε», λέει ο κ. Danny Bar-Zohar.

Ο κ. Danny-Bar-Zohar, Global Head of Development for the Healthcare Business του ομίλου Merck

Η Merck, ηγέτιδα στον τομέα της Ανοσο-Ογκολογίας και της Ιατρικής Ακριβείας έχει εστιάσει στη μελέτη του μηχανισμού απόκρισης στις βλάβες του DNA (DDR), ενός δικτύου κυτταρικών «μονοπατιών» που αντιλαμβάνονται τις βλάβες στον γενετικό κώδικα και τις επιδιορθώνουν αποτρέποντας τον σχηματισμό δυνητικά επιβλαβών μεταλλάξεων.

Το DDR είναι μια θεμελιώδης κυτταρική διαδικασία, με δυνατότητες ευρείας κλινικής εφαρμογής, καθώς αξιοποιεί την εγγενή γονιδιωματική αστάθεια του καρκίνου. Τα κύτταρα με ελαττώματα στον μηχανισμό αποκατάστασης του DNA τους δεν μπορούν να διατηρήσουν την γενετική τους αξιοπιστία και η συσσώρευση μεταλλάξεων και η γενετική αστάθεια είναι το κύριο χαρακτηριστικό του καρκίνου. Τα ογκοκύτταρα έχουν συχνά μεταλλάξεις σε κάποιο από τα μονοπάτια επιδιόρθωσης του DNA τους. Αυτό επιτρέπει την εκδήλωση μεταλλάξεων στα ογκογονίδια, στους ογκοκατασταλτικούς μηχανισμούς ή στους θεραπευτικούς στόχους και έτσι ξεφεύγουν της θεραπείας αλλά ταυτόχρονα καθίστανται ευάλωτα.

«Πιστεύουμε ότι η αναστολή του DDR έχει τη δυνατότητα να μεταμορφώσει την θεραπεία του καρκίνου. Εστιάζοντας σε ογκογενετικούς μηχανισμούς, την Ανοσο-Ογκολογία και το DDR, στόχος μας είναι να ανακαλύψουμε καινοτόμα φάρμακα, που θα μπορούν να χορηγηθούν είτε ως μονοθεραπείες, είτε συνδυαστικά με άλλες υπάρχουσες αγωγές. Ένα καλό παράδειγμα είναι οι κλινικές μας μελέτες για τον μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα και τον καρκίνο του ουροθηλίου που είχαν ως αποτέλεσμα την έγκριση της τεποτινίμπης (tepotinib) από τον FDA και της αβελουμάμπης από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων αντίστοιχα, για τους δύο αυτούς δύσκολους καρκίνους », εξηγεί ο κ. Bar-Zohar.

Το πρόγραμμα κλινικών δοκιμών DDRiver της Merck, με περισσότερες από 10 κλινικές μελέτες έχει ως στόχο να διερευνήσει την πιθανή αντικαρκινική επίδραση της αναστολής του μηχανισμού απόκρισης στις βλάβες του DNA (DDR) σε πολλαπλούς τύπους όγκων. «Το berzosertinib (μπερζοσερτινίμπη) είναι ένας αναστολέας που μελετάμε στο πλαίσιο του DDRiver και έχει δείξει ότι συνδυαστικά με τον χημειοθεραπευτικό παράγοντα topotecan έχει καλή ανταπόκριση στον υποτροπιάζοντα μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα, συντελώντας στο 68% των ασθενών σε παλινδρόμηση του όγκου», σημειώνει ο Global Head of Development for the Healthcare Business της Merck, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι δεν παρέχεται καμία εγγύηση ούτε δέσμευση για τα αποτελέσματα των κλινικών δοκιμών και αν αυτά θα οδηγήσουν στην έγκριση νέων φαρμακευτικών προϊόντων για ανθρώπινη χρήση.

Τέλος, η πολυεθνική φαρμακευτική εταιρεία συνεχίζει να αξιοποιεί την ισχυρή «κληρονομιά» της στην αντιμετώπιση του καρκίνου κεφαλής-τραχήλου μετά την πρόσφατη απόκτηση του από του στόματος αναστολέα xevinapant. Το φάρμακο διερευνάται στο πλαίσιο της μελέτης Φάσης ΙΙΙ TrilynX για το μέχρι πρότινος αθεράπευτο τοπικά εστιασμένο καρκίνωμα από πλακώδες επιθήλιο της κεφαλής-τραχήλου προχωρημένου σταδίου, σε συνδυασμό με χημειοθεραπεία με βάση την πλατίνα και ακτινοθεραπεία. Η Merck θα ξεκινήσει επίσης μια δεύτερη παγκόσμια μελέτη Φάσης III για την αξιολόγηση του xevinapant στους συγκεκριμένους ασθενείς, που δεν είναι σε θέση να ανεχθούν υψηλή δόση σισπλατίνης σε συνδυασμό με ακτινοθεραπεία. Αποτελέσματα από παλαιότερη τυχαιοποιημένη, διπλή-τυφλή μελέτη Φάσης II, που έχουν δημοσιευθεί στο «The Lancet Oncology», δείχνουν το xevinapant στον «δύσκολο» αυτό καρκίνο κεφαλής-τραχήλου, μπορεί να προσφέρει σημαντικό όφελος επιβίωσης χωρίς εξέλιξη της νόσου, με περίπου τα δύο τρίτα των ασθενών να είναι εν ζωή στα τρία χρόνια.