Την περασμένη Τρίτη ο διοικητής του νοσοκομείου «Ευαγγελισμός», Αναστάσιος Γρηγορόπουλος, με ανάρτησή του στα κοινωνικά δίκτυα, καλωσόρισε στο ιατρικό προσωπικό του νοσηλευτικού ιδρύματος τον αναπληρωτή καθηγητή Χειρουργικής του Imperial College του Λονδίνου, Χρήστο Κοντοβουνήσιο, ο οποίος ανέλαβε Συντονιστής Διευθυντής της Β’ Χειρουργικής κλινικής. «Το brain gain έχει ξεκινήσει και δεν θα μπορούσε να μην πρωτοστατεί ο Ευαγγελισμός» σημείωσε ο διοικητής.

Δύο ημέρες αργότερα ο χειρουργός, επιμελητής Α’, κ. Δημήτρης Χασιώτης, είχε τη δική του προσωπική κι επαγγελματική επέτειο στο κεφάλαιο «brain gain», καθώς συμπλήρωσε 28 μήνες στην Δ’ Χειρουργική κλινική του νοσοκομείου. Αντίστοιχο είναι το διάστημα που μετρά ζώντας και πάλι, στην Ελλάδα. Είχε φύγει από τη χώρα τον Μάρτιο του 2009, αποτελώντας έναν από τους εκατοντάδες γιατρούς που αναζήτησαν εκείνο τον χρόνο καλύτερη επαγγελματική σταδιοδρομία στην αλλοδαπή.

Η κρίση, ως όρος αλλά και επί της ουσίας, μπήκε στη ζωή όλων μας αργότερα, ωστόσο στον ιατρικό χώρο η κατάσταση θεωρούνταν ήδη δύσκολη για τους νέους γιατρούς. Ο νέος Συντονιστής Διευθυντής της B’ Χειρουργικής κλινικής του «Ευαγγελισμού» είχε φύγει το 2012. Από το 2008 και μέχρι το 2023 περισσότεροι από 22.000 γιατροί, ειδικευμένοι και ειδικευόμενοι, έφυγαν στο εξωτερικό, κυρίως σε χώρες της Ευρώπης. Στοιχεία που διατηρεί ο Ιατρικός Σύλλογος Αθήνας (ΙΣΑ) για τα έτη αυτά δείχνουν ότι έχουν φύγει 18.162 γιατροί.

Όλοι όσοι έφευγαν κατά κύματα, μικρότερα ή μεγαλύτερα, όλα αυτά τα χρόνια, αναζητούσαν καλύτερες συνθήκες εκπαίδευσης, κατάρτισης, εργασίας και αμοιβών. Για πολλούς όμως ζητούμενο παρέμεινε όλα αυτά τα χρόνια η επιστροφή στην Ελλάδα, η επιθυμία τους να εργαστούν και να προσφέρουν στο σύστημα δημόσιας υγείας. Τα εμπόδια που υψώνονταν – και υψώνονται – είναι πολλά, με τα βασικότερα να αφορούν τις εργασιακές και μισθολογικές συνθήκες στα ελληνικά νοσοκομεία.

Το «brain gain», δηλαδή η επιστροφή Ελλήνων γιατρών από το εξωτερικό στη χώρα (με το brain drain στον αντίποδα να περιγράφει τη φυγή των επιστημόνων) έχει ξεκινήσει, αλλά με πολύ μικρά βήματα ακόμη σε ό,τι αφορά το ΕΣΥ. Οι προκηρύξεις θέσεων ιατρών αυξάνονται σταδιακά, μετά την έξοδο από τα σκληρά μνημονιακά χρόνια και της κρίσης, ανοίγοντας επαγγελματικούς δρόμους εντός του ΕΣΥ, έστω και σε συγκεκριμένα νοσοκομεία, καθώς είναι προφανές πως το μερίδιο του λέοντος παίρνουν πάντα τα μεγάλα και φημισμένα νοσοκομεία.

Καταλυτικές όμως πλέον θεωρούνται οι μεταρρυθμίσεις που προωθούνται από την κυβέρνηση στο ιατρικό πεδίο προκειμένου να επιταχυνθεί το brain gain, η επιστροφή των Ελλήνων γιατρών και πάλι στη χώρα. Η λειτουργία των απογευματινών χειρουργείων και η άσκηση ιδιωτικού έργου εκτός ΕΣΥ αξιολογούνται ως ισχυρά κίνητρα, που θα επαναδρομολογήσουν την πορεία πολλών γιατρών που βρίσκονται σε νοσοκομεία του εξωτερικού.

Οι επίμονοι χειρουργοί

Το 2008 ο 34χρονος τότε, κ. Χασιώτης είχε μόλις ολοκληρώσει τη χειρουργική ειδικότητα στο νοσοκομείο «Λαϊκό». Η αγάπη του για τη χειρουργική και η επιθυμία του να προσφέρει στον άνθρωπο, αλλά και το άνυδρο επαγγελματικό τοπίο στην Ελλάδα ουσιαστικά υπαγόρευαν τα επόμενα βήματά του.

«Αναζήτησα το νοσοκομείο στο οποίο θα είχα τη δυνατότητα να εκπαιδευτώ κοντά στους καλύτερους. Με δέχθηκε ως άμμισθο συνεργάτη το νοσοκομείο του Λονδίνου, King’s College Hospital. Επί οκτώ μήνες ήμουν άμισθος μαζί με άλλους έξι χειρουργούς από Ινδία, Πακιστάν, Ιταλία, Κολομβία και Ιαπωνία στην κλινική του καθηγητή Χειρουργικής/Μεταμόσχευσεων Nigel Heaton. Τον Δεκέμβριο του 2009 εντάχθηκα στους έμμισθους ιατρούς του νοσοκομείου. Εργάστηκα πολύ σκληρά για να το επιτύχω, αλλά και για να το διατηρήσω. Την ίδια χρονιά εξ όσων θυμάμαι προκηρύχθηκαν και κάποιες θέσεις χειρουργών στο ΕΣΥ. Οι επόμενες προκηρύχθηκαν 11 χρόνια αργότερα» λέει ο κ. Χασιώτης, μιλώντας στο ΘΕΜΑ.

Ο κ. Δημήτρης Χασιώτης

Τότε, ο καταξιωμένος χειρουργός υπέβαλε την αίτησή του, έχοντας όπως τονίζει σαφή και ξεκάθαρο στόχο, προσωπικό, επαγγελματικό και οικογενειακό, να επιστρέψει στην Ελλάδα. «Η σύζυγός μου με τον λίγων μηνών γιο μας ήρθε στο Λονδίνο τον Δεκέμβριο του 2009, εφόσον κατάφερα να αποκτήσω τη σταθερή θέση εργασίας στο νοσοκομείο που επιθυμούσα. Ήταν ένα μεγάλο στοίχημα για την οικογένειά μας, καθώς εάν δεν το κατάφερνα, πιθανόν θα επέστρεφα στην Ελλάδα» εξηγεί. Το 2009, σύμφωνα με τον ΙΣΑ που κρατά τα σχετικά αρχεία για τα μέλη του, είχαν φύγει συνολικά 577 γιατροί.

Η επιστροφή ήταν όμως πάντα στο μυαλό του, αλλά με άλλους όρους και συνθήκες. «Έπειτα από χιλιάδες επεμβάσεις, πολύ διάβασμα και απόκτηση εξειδίκευσης, άρχισα να αναζητώ οδό επιστροφής. Ο στόχος μου ήταν το ΕΣΥ. Η αγωνία μου ήταν αν θα μπορέσω να ασκήσω το χειρουργικό έργο μου στη χώρα μου όπως το έπραττα για το βρετανικό σύστημα υγείας. Αυτές τις εγγυήσεις αναζητούσα, και για μένα προσωπικά και τον κόπο που είχα καταβάλλει, αλλά και για τους ασθενείς που έχω ορκιστεί να υπηρετώ, να περιθάλπω, να θεραπεύω» περιγράφει.

Το 2020 που άνοιξαν κάποιες θέσεις ο στόχος του ήταν πολύ κοντά πια. Ήταν, όπως θυμάται, 80 υποψήφιοι για 6 θέσεις στην Αθήνα, λίγοι από νοσοκομεία του εξωτερικού. Άλλωστε και το 2020 το brain drain παρέμενε σε υψηλό επίπεδο: άλλοι 901 γιατροί έφυγαν μόνο από τον Ιατρικό Σύλλογο Αθήνας, αναζητώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας εκτός Ελλάδας.

«Η ηλεκτρονική υποβολή των προαπαιτούμενων με έφερε στην 1η πεντάδα. Μετά κλήθηκα για τη συνέντευξη όπως όριζε η διαδικασία. Θυμάμαι ότι με ρώτησαν γιατί θέλω να επιστρέψω στην Ελλάδα. ‘’Θέλω να προσφέρω και στους Έλληνες ασθενείς, όσα έχω προσφέρει και στους ασθενείς της Βρετανίας. Έχω καταρτιστεί σε ένα αντικείμενο όπου υπάρχει έλλειψη στη χώρα μας, στη χειρουργική ογκολογία και τη χειρουργική παγκρέατος-ήπατος-χοληφόρων και θέλω να συμβάλλω με τη γνώση μου’’, τούς απάντησα» θυμάται.

Τον Σεπτέμβριο του 2021 διενήργησε τις τελευταίες χειρουργικές επεμβάσεις στο νοσοκομείο Royal Free (όπου είχε μετακινηθεί έπειτα από 12ετή εργασία στο King’s College hospital) και την 1η Οκτωβρίου παρουσιάστηκε στον «Ευαγγελισμό». Το νοσοκομείο έκανε δειλά βήματα για να επιστρέψει στην κανονικότητα, με τις κλινικές να προγραμματίζουν εισαγωγές και άλλων ασθενών, πλην εκείνων που υπερτερούσαν, δηλαδή οι ασθενείς covid, καθώς και χειρουργικές επεμβάσεις. «Τα χειρουργεία και ο εξοπλισμός τους ήταν η πρώτη μεγάλη, ευχάριστη έκπληξη για μένα. Όπως έμαθα ήταν καινούρια, χάρη σε δωρεά. Δυστυχώς ακόμη και σήμερα έξι αίθουσες παραμένουν κλειστές λόγω έλλειψης νοσηλευτικού προσωπικού» σημειώνει. Ο νέος χειρουργός εντάχθηκε στην Δ’ κλινική, ξεκινώντας αμέσως επεμβάσεις. «Είναι μια διαδρομή που δεν θα ξεκινούσε εάν δεν είχα την στήριξη του Διευθυντή μου, κ. Μαγγανά, της Διευθύντριας της ΜΕΘ, κυρίας Κοτανίδου και της διοίκησης, που είναι κοντά στους γιατρούς για να λύνει προβλήματα και να διευκολύνει το έργο τους» αναφέρει, δηλώνοντας ευγνώμων, ο κ. Χασιώτης.

Το θέμα της αμοιβής του ως γιατρού στο ΕΣΥ δεν θα μπορούσε να μην τεθεί στην συζήτηση, και στη σύγκριση που προκύπτει αναπόφευκτα σε σχέση με την αμοιβή στη Βρετανία. Ο μηνιαίος μισθός ήταν το 2009 περίπου 4.500 λίρες. Στο ΕΣΥ ένας επιμελητής Α’ αμείβεται με περίπου 1.800 ευρώ, που αυξάνονται σε 2.200 ευρώ με τις εφημερίες. «Προσωπικά θεωρώ πολύ σωστή απόφαση τη λειτουργία των απογευματινών χειρουργείων. Στο βρετανικό νοσοκομείο δεν σταματούσαν τα χειρουργεία στις 3 το μεσημέρι. Επίσης, μπορού(σα)ν οι γιατροί να εργάζονται και στον ιδιωτικό τομέα. Εφόσον εξασφαλιστεί νοσηλευτικό προσωπικό, η διενέργεια και απογευματινών χειρουργείων θα δώσει μεγάλη ανάσα γιατί υπάρχουν πολλοί ασθενείς που περιμένουν, αλλά θα βοηθήσει και εμάς τους χειρουργούς με τις πληρωμές που θα προβλεφθούν» αναφέρει ο κ. Χασιώτης.

Το θέμα «φακελάκι» το οποίο αποτελεί χρόνια πληγή του ΕΣΥ, τον θυμώνει και τον εξοργίζει. «Δυστυχώς οι Έλληνες πιστεύουν πως πρέπει να δώσουν φακελάκι στον γιατρό μέσα στο ΕΣΥ ακόμη. Είναι προσβλητικό για μένα προσωπικά, και για άλλους γιατρούς που γνωρίζω. Χειρουργούμε στο ωράριό μας, στα Επείγοντα, δίνουμε πάντα προτεραιότητα σε σοβαρά και οξέα περιστατικά, βάσει των κλινικών κριτηρίων, συνεργαζόμαστε με τους συναδέλφους και με το άλλο προσωπικό, κάνουμε έναν αδιάκοπο αγώνα να λειτουργεί σωστά το νοσοκομείο. Παίρνουμε τεράστια ηθική ικανοποίηση από τη δουλειά μας» περιγράφει με ενθουσιασμό ο κ. Χασιώτης. Το ίδιο θετική θεωρεί την προοπτική να εργαστεί επιπρόσθετα μια δυο φορές την εβδομάδα σε ιδιωτικό νοσοκομείο εφόσον εφαρμοστεί ο γνωστός ως νόμος Γκάγκα που επιτρέπει υπό όρους την εργασία γιατρών του ΕΣΥ στο ιδιωτικό πεδίο, αλλά και το αντίθετο.

Ο διοικητής του «Ευαγγελισμού», κ. Αναστάσιος Γρηγορόπουλος (αριστερά) με τον Συντονιστή Διευθυντή της Β’ Χειρουργικής, κ. Χρήστος Κοντοβουνήσιος

Ο νέος Συντονιστής Διευθυντής της B’ Χειρουργικής κλινικής του «Ευαγγελισμού» κ. Κοντοβουνήσιος είναι γενικός χειρουργός με εξειδίκευση στη χειρουργική του παχέος εντέρου και Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής Αθηνών. Έκανε την ειδικότητά του στο νοσοκομείο «Ερυθρός Σταυρός», όταν το 2012 του δόθηκε η ευκαιρία να ολοκληρώσει τους τελευταίους έξι μήνες της ειδικότητας στο εξιδικευμένο Ογκολογικό Νοσοκομείο Royal Marsden Hospital London υπό την επίβλεψη του διεθνώς αναγνωρισμένου καθηγητή χειρουργικής του Imperial College κ. Πάρη Τέκκη. Σκληρή μελέτη και κλινικό έργο για την εξειδίκευση περιελάμβανε και η δική του μακρά διαδρομή στη Βρετανία.

«Είχα τεράστιο ενδιαφέρον για τη χειρουργική του παχέος εντέρου. Στην Ελλάδα δυστυχώς δε γίνονται εξειδικεύσεις. Αρχικά εργάστηκα σε νοσοκομεία αναφοράς σε παθήσεις της Γενικής Χειρουργικής και της Χειρουργικής του Εντέρου και του Ορθού στο Λονδίνο και μετά εκπαιδεύτηκα σε αντιμετώπιση δύσκολων περιπτώσεων καρκίνου του παχέος εντέρου και έλαβα εξειδίκευση στη ρομποτική χειρουργική στο παχύ έντερο καθώς και σε προχωρημένους καρκίνους παχέος εντέρου και υποτροπές της νόσου που χρήζουν πολύωρες και πολύπλοκες επεμβάσεις όπως πυελικές εξεντερώσεις. Είναι μια βαριά και μεγάλης έκτασης χειρουργική επέμβαση που απαιτεί ιδιαίτερα έμπειρο και εξειδικευμένο στην ογκολογία, χειρουργό και πραγματοποείται σε λίγα εξειδικευμένα διεθνή κέντρα», είχε αναφέρει μιλώντας στο ygeiamou.gr ο κ. Κοντοβουνήσιος.

To 2016 είχε αποφασίσει να επιστρέψει στην Ελλάδα, αλλά η πρόταση για ακαδημαϊκή σταδιοδρομία που δέχθηκε από το Imperial College ανέτρεψε την απόφασή του. Τον Νοέμβριο του 2018 μονιμοποιήθηκε και εξελίχθηκε στον βαθμό του Αναπληρωτή Καθηγητή Χειρουργικής. Η προκήρυξη θέσεων Συντονιστών Διευθυντών στα δημόσια νοσοκομεία που έγινε τον περασμένο Απρίλιο από το υπουργείο Υγείας άνοιξε και πάλι τον δρόμο της επιστροφής για τον κ. Κοντοβουνήσιο.

Επέλεξε να διατηρήσει την ακαδημαϊκή δραστηριότητα ως επίτιμος καθηγητής στο Imperial College και από την περασμένη Τρίτη βρίσκεται στο τιμόνι της Β΄ Χειρουργικής Κλινικής του «Ευαγγελισμού». Στόχος του είναι να μεταφέρει τις καλές πρακτικές που εφαρμόζουν τα συστήματα υγείας άλλων χωρών στην νοσοκομειακή καθημερινότητα των συνεργατών του και φυσικά των ασθενών, να εκπαιδεύσει νέους χειρουργούς στον τομέα της εξειδίκευσής του και να επιτύχει υψηλούς στόχους για την κλινική, ώστε να μην υστερεί σε τίποτα από τις κλινικές του εξωτερικού και να μπορεί να αντιμετωπίζει ακόμη και τα πιο δύσκολα περιστατικά καρκίνων του παχέος εντέρου. «Οι Έλληνες γιατροί δεν υστερούν σε σχέση με το ιατρικό δυναμικό άλλων χωρών. Ευελπιστώ το «brain gain» να συνεχιστεί και να ευδοκιμήσει» λέει ο κ. Κοντοβουνήσιος.

Σε ύφεση το ιατρικό brain drain

Από τα ακριβή στοιχεία του ΙΣΑ, του μεγαλύτερου Ιατρικού Συλλόγου της χώρας, προκύπτει ότι τα τελευταία 16 χρόνια έφυγαν από την χώρα 18.162 γιατροί. Στοιχεία διαθέσιμα για το ιατρικό δυναμικό που επιστρέφει δεν είναι διαθέσιμα. Ωστόσο, εκτιμάται ότι ο αριθμός των γιατρών που επιστρέφουν είναι πολύ μικρός. Ουσιαστικά, κινητικότητα καταγράφεται τα τελευταία τέσσερα χρόνια.

«Η μετανάστευση του υψηλά εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού της χώρας υποβαθμίζει την περίθαλψη του Έλληνα ασθενή. Το σύστημα υγείας έχει ελλείψεις στην κάλυψη πολλών ειδικοτήτων και δεν υπάρχουν νέοι γιατροί για να μεταλαμπαδευθεί η επιστημονική γνώση. Παράλληλα, η χώρα εκποιεί σημαντικό κεφάλαιο – έχουν επενδυθεί πάνω από 7 δισεκατομμύρια ευρώ, τα τελευταία χρόνια, για το επιστημονικό δυναμικό που αυτή την ώρα αξιοποιείται από τα συστήματα υγείας άλλων χωρών. Θα πρέπει να διασφαλιστούν αξιοπρεπείς επαγγελματικές και οικονομικές συνθήκες και να δοθούν κίνητρα από την πολιτεία, για να παραμείνουν οι επιστήμονες. Θέλουμε όχι μόνο να ανακόψουμε το μεταναστευτικό ρεύμα των επιστημόνων, αλλά να προσελκύσουμε και άλλους γιατρούς, μέσα από μία αναπτυξιακή διαδικασία» λέει ο πρόεδρος του ΙΣΑ, Γιώργος Πατούλης.

Το κύμα φυγής των γιατρών άρχισε να υποχωρεί για πρώτη φορά, έπειτα από εννέα χρόνια υψηλού ρυθμού, το 2020. Τότε καταγράφηκε για πρώτη φορά τριψήφιος αριθμός ιατρών που αναζήτησε εργασία εκτός Ελλάδας, με την αναλογία ανειδίκευτων – ειδικευόμενων να είναι 45%-55%.

Ειδικότερα, το 2020 έφυγαν 901 γιατροί από τον ΙΣΑ, το επόμενο έτος 866, το 2023 άλλοι 808 γιατροί και ανάλογος αριθμός πέρυσι. Το 2012 κατέχει το αρνητικό ρεκόρ ιατρικού brain drain με 1.808 γιατρούς και η αμέσως επόμενη δύσκολη χρονιά ήταν το 2015 με 1.521 γιατρούς να εγκαταλείπουν την Ελλάδα.