Αν γνωρίζατε ότι η ζωή ενός ανθρώπου εξαρτάται από μια δική σας κίνηση τι θα κάνατε; Μια μικρή, απλή κίνηση θα μπορούσε να σώσει μια ζωή. Πόσο κουράγιο χρειάζεται αυτό; Όσο κι αν χρειάζεται, εάν το έχει μια 24χρονη κοπέλα, τότε το έχουμε όλοι. Σε αυτή την τόσο τρυφερή ηλικία, η Αρχοντία κέρδισε μια από τις πιο σπουδαίες εμπειρίες που μπορεί να αποκτήσει ένας άνθρωπος: Έσωσε μια ανθρώπινη ζωή. Ο 23χρονος, σήμερα, Βασίλης αναπνέει χάρη σε εκείνη και μια τόσο μικρή -και ταυτόχρονα μεγάλη- κίνηση: Τη δωρεά μυελού των οστών.

«Ήμουν 19 χρονών όταν έδωσα δείγμα. Κάθε καλοκαίρι, εργάζομαι εθελοντικά σε κάποια τουρνουά μπάσκετ του Πανελλήνιου Συνδέσμου Αμειβομένων Καλαθοσφαιριστών (ΠΣΑΚ). Εκεί γνώρισα έναν κύριο που είχε χάσει το παιδί του από λευχαιμία και είχε κάνει πολύ μεγάλο έργο γύρω από αυτό. Προσπαθήσαμε τότε, απευθυνόμενοι σε παιδιά και γονείς, να βρούμε εθελοντές. Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας, έδωσα κι εγώ δείγμα. Τότε δεν είχα συνειδητοποιήσει ακριβώς τι έκανα. Ενημερώθηκα αργότερα πιο αναλυτικά», θυμάται η Αρχοντία, ένα νέο κορίτσι από την Καλαμάτα, που ασχολείται επαγγελματικά με τη γυμναστική και το μπάσκετ.

Λίγα χρόνια μετά, ένα 20χρονο αγόρι από την Αθήνα έρχεται αντιμέτωπο με μια δυσάρεστη διάγνωση: Λευχαιμία. «Ήταν καλοκαίρι του 2020. Εργαζόμουν σε μια επιχείρηση εστίασης και ξαφνικά άρχισα να μην αισθάνομαι καλά. Είχα υψηλό πυρετό και ένιωθα τρομερή εξάντληση. Πήγα στο γιατρό, έκανα τεστ COVID και μου έδωσαν και μια αντιβίωση 3 ημερών. Με την αντιβίωση ο πυρετός υποχώρησε, όμως επανήλθε όταν τη σταμάτησα. Τότε, με παρέπεμψαν σε αιματολογικές εξετάσεις, οι οποίες έδειξαν ότι είχα αυξημένα λευκά αιμοσφαίρια», αφηγείται ο Βασίλης, φοιτητής Βιολογίας σήμερα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Πώς είναι να είσαι ένα νέο παιδί και να σου λένε ότι η ζωή σου κινδυνεύει; «Στο πρώτο άκουσμα της διάγνωσης, χάνεις τη γη κάτω από τα πόδια σου. Είναι σοκαριστικό. Δεν έχεις επιλογή, όμως, πρέπει να σταθείς στα πόδια σου και να παλέψεις», λέει ο Βασίλης, εντυπωσιάζοντας με τη δύναμη ψυχής του.

Η επόμενη μέρα

Το θεραπευτικό ταξίδι του Βασίλη ξεκινά. Συγγενείς του δίνουν δείγμα ώστε να διαπιστωθεί εάν υπάρχει συμβατός δότης, την ώρα που ο ίδιος ξεκινά φαρμακευτική αγωγή, χωρίς να χάσει στιγμή τη δύναμη και την ελπίδα του.

Η ζωή τον ανταμείβει, χαρίζοντάς του μια συμβατή δότρια. «Μέσα μου, το πίστευα ότι μπορώ να νικήσω τον καρκίνο. Χάρηκα πολύ όταν έμαθα ότι υπάρχει συμβατός δότης», θυμάται ο Βασίλης.

Από την άλλη, το φυσιολογικό αρχικό άγχος της Αρχοντίας κατευνάστηκε πολύ γρήγορα, καθώς, όπως εξηγεί η ίδια, αφού μαθαίνεις ότι είσαι συμβατός δότης, σε ενημερώνουν λεπτομερώς για τη διαδικασία και σου δίνουν χρόνο να αποφασίσεις εάν θέλεις να προχωρήσεις. Για την Αρχοντία, η απόφαση ήταν μονόδρομος: Μπορούσε να σώσει μια ζωή δίνοντας απλώς λίγο αίμα. Κι αυτό ακριβώς θα έκανε.

«Κάνεις κάποιες εξετάσεις για να διαπιστωθεί ότι είσαι υγιής και στη συνέχεια ξεκινά μια διαδικασία παράλληλα με τον ασθενή. Αρχικά, έκανα κάποιες ενέσεις για 3-4 ημέρες, ώστε να ενισχυθεί η παραγωγή των αιμοποιητικών κυττάρων. Σε προειδοποιούν ότι μπορεί να νιώσεις έναν πόνο στα κόκαλα, αλλά όχι κάτι που σε εμποδίζει στην καθημερινότητά σου. Η αιμοληψία για τη μεταμόσχευση έγινε από το χέρι, ήταν μια πολύ απλή και ανώδυνη διαδικασία. Δεν υπάρχουν παρενέργειες, το μόνο που αισθάνθηκα ήταν ότι νυστάζω, επειδή είχα ξυπνήσει νωρίς», εξηγεί, αστειευόμενη η Αρχοντία.

Η διαδικασία διήρκεσε 3 ώρες, με την Αρχοντία να επισημαίνει ότι «οι γιατροί είναι συνέχεια από πάνω σου. Μόλις ολοκληρωθεί η διαδικασία ξεκουράζεσαι, τρως ένα γεύμα και μετά μπορείς να φύγεις. Μετά τη μεταμόσχευση δεν αντιμετώπισα κανένα σύμπτωμα και την επόμενη ημέρα επέστρεψα κανονικά στην καθημερινότητά μου».

Για τον Βασίλη, η κατάσταση ήταν λίγο πιο σύνθετη. «Δεν είναι μια εύκολη διαδικασία. Έπρεπε να προσέχω πάρα πολύ, δεν ερχόμουν σε επαφή με κανέναν εκτός από τους γονείς μου και τους γιατρούς, ώστε να μην αρρωστήσω. Έκανα κάποιες εξετάσεις πριν από τη μεταμόσχευση και μετά έλαβα φαρμακευτική αγωγή, ώστε να μην αποβληθεί το μόσχευμα. Η αγωγή συνεχίζεται μέχρι σήμερα, αλλά όχι στον αρχικό βαθμό. Η μεταμόσχευση έγινε στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο της Πάτρας. Ευτυχώς όλα πήγαν καλά. Θέλω να ευχαριστήσω τον διευθυντή, κ. Αλέξανδρο Σπυριδωνίδη και την ομάδα του».

Όταν ο Βασίλης συνάντησε την Αρχοντία

Για δύο χρόνια, τα στοιχεία δότη και λήπτη παραμένουν απόρρητα. «Στην αρχή, το μόνο που μαθαίνεις για τον λήπτη είναι το φύλο, η ηλικία και πού βρίσκεται. Μπορείς, όμως, να του γράψεις ένα γράμμα κι αυτό έκανα. Εγώ ήθελα από την αρχή να τον γνωρίσω και ρωτούσα τακτικά το ΟΡΑΜΑ ΕΛΠΙΔΑΣ αν είναι καλά», εξομολογείται η Αρχοντία.

Μετά την άρση του απορρήτου, οι γονείς του Βασίλη κινούν τις διαδικασίες για να μάθουν ποιος χάρισε ζωή στο παιδί τους. Οι δύο νέοι δίνουν ραντεβού μαζί με τους γονείς τους για να γνωριστούν. «Είναι συναρπαστικό, γιατί βλέπεις μπροστά σου αυτό που έκανες, ότι χάρισες ζωή σε έναν άνθρωπο, ξεπέρασε το πρόβλημά του και είναι καλά. Τα συναισθήματα που νιώθεις είναι μοναδικά. Δεν μπορώ να το μεταφέρω, γιατί πρέπει κάποιος να το ζήσει για να καταλάβει», αφηγείται η Αρχοντία.

Βασίλη και Αρχοντία, πόσο σημαντική είναι η δωρεά μυελού των οστών;

«Από τη στιγμή που βγαίνεις συμβατός με κάποιον, είσαι η μόνη του ελπίδα για να ζήσει. Έτσι πρέπει να το σκεφτόμαστε. Όπως μας χαρίζεται η ζωή, έτσι μπορούμε να την χαρίσουμε κι εμείς, μέσα από μια διαδικασία απλή και εντελώς ακίνδυνη για τον δότη. Για μένα, η δωρεά μυελού των οστών είναι το καλύτερο πράγμα που έχω κάνει μέχρι σήμερα στη ζωή μου», λέει η Αρχοντία.

«Ουσιαστικά, χαρίζεις ελπίδα σε έναν άνθρωπο. Του προσφέρεις απλόχερα ανιδιοτελή αγάπη, αλλά και την ευκαιρία να συνεχίσει να ζει. Μακάρι να υπάρξουν περισσότεροι άνθρωποι σαν την Αρχοντία», προσθέτει ο Βασίλης.

Πράγματι, γιατί η Αρχοντία δεν αρκέστηκε απλώς να δώσει μόσχευμα για τον Βασίλη, αλλά συμμετέχει κάθε χρόνο σε δράσεις ευαισθητοποίησης, προσπαθώντας να φέρει στο ΟΡΑΜΑ ΕΛΠΙΔΑΣ κι άλλους εθελοντές. Κι ίσως μια μέρα, χάρη στη δική της συμβολή -και τη συμβολή όλων μας- να υπάρχουν περισσότεροι άνθρωποι σαν τον Βασίλη, που θα έχουν νικήσει τον αιματολογικό καρκίνο και θα συνεχίζουν να χαμογελούν.