Άγχος, κατάθλιψη και επαγγελματική εξουθένωση εκδηλώνουν οι νέοι γιατροί της Ευρώπης, ζητώντας άμεσα τη λήψη μέτρων που θα τους διασφαλίζουν καλύτερες συνθήκες εργασίας, χωρίς αρνητικό αντίκτυπο στην ψυχική υγεία και την προσωπική τους ζωή.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση Νέων Ιατρών (EJD), σε συνεργασία με τον οργανισμό APLICA, διεξήγαγε μια ποιοτική μελέτη για να διερευνήσει τις εργασιακές εμπειρίες των νέων ιατρών στην Ευρώπη. Η μελέτη πραγματοποιήθηκε το διάστημα από τον Ιανουάριο 2023 έως τον Ιούνιο του 2023 και όπως φάνηκε, ανεξάρτητα από τις ιδιαιτερότητες των χωρών, οι νέοι γιατροί σε όλη την Ευρώπη μοιράζονται μια αίσθηση ανησυχίας και δυσαρέσκειας για τη δουλειά τους.

Ειδικότερα, οι νέοι γιατροί «παλεύουν» με υπερβολικό φόρτο εργασίας λόγω της αυξανόμενης ζήτησης των συστημάτων υγείας από τους πολίτες. Ο χειρισμός περισσότερων ασθενών σε σχέση με ό,τι είναι εφικτό μπορεί να τους αναγκάσει να λάβουν βιαστικές αποφάσεις, συχνά χωρίς επαρκή εποπτεία ή προβληματισμό, όπως επισημαίνεται στην έκθεση. Η κατάσταση αυτή, σε συνδυασμό με τη σχετική απειρία τους, δημιουργεί ανασφάλεια σχετικά με την ποιότητα της φροντίδας που παρέχουν. Πολλοί αισθάνονται ότι δεν μπορούν να παρέχουν την καλύτερη δυνατή φροντίδα των ασθενών, γεγονός που τους οδηγεί σε έντονη απογοήτευση.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, οι νέοι γιατροί εκφράζουν θέληση να κάνουν καλά τη δουλειά τους και έχουν μεγάλες προσδοκίες για τη μελλοντική τους σταδιοδρομία. Παρ’ όλα αυτά, σε συγκεκριμένες ερωτήσεις σχετικά με τη συναισθηματική τους κατάσταση, οι συμμετέχοντες ανέφεραν ένα πλήθος αρνητικών συναισθημάτων. Η κούραση (συμπεριλαμβανομένης της εξάντλησης), η απογοήτευση, η ανασφάλεια, το άγχος και το πίεση ξεχωρίζουν ως τα συναισθήματα που επαναλαμβάνονται συχνότερα από τους ερωτηθέντες.

«Έχουμε έναν από τους τρεις ειδικευόμενους γιατρούς με κατάθλιψη. Το 60% έχει άγχος. Έχουμε 60% εξουθένωση κατά τη διάρκεια των μεταπτυχιακών ετών και έχουμε τρεις φορές περισσότερες αυτοκτονίες στους νέους γιατρούς σε σχέση με άλλα άτομα της ίδιας ηλικίας», αναφέρει η μαρτυρία νέου γιατρού που περιλαμβάνεται στην έκθεση.

Στη χώρα μας, η εργασιακή εξουθένωση είναι ένα βασικό πρόβλημα των γιατρών και των υπόλοιπων επαγγελματιών υγείας στα δημόσια νοσοκομεία. Οι εξαντλητικές εφημερίες και η έλλειψη επαρκούς προσωπικού, άλλωστε, είναι λόγοι που απομακρύνουν τους νέους γιατρούς από το ΕΣΥ, αναζητώντας εργασία σε άλλες χώρες ή στον ιδιωτικό τομέα.

Έρευνα που πραγματοποίησε τον περασμένο Ιούνιο το Τμήμα Νοσηλευτικής του ΕΚΠΑ δείχνει ότι το 69,1% των επαγγελματιών υγείας εμφάνισαν υψηλό επίπεδο επαγγελματικής εξουθένωσης, το 16,8% μέτριο επίπεδο εξουθένωσης και το 14,1% χαμηλό επίπεδο εξουθένωσης. Μάλιστα, η εξουθένωση ήταν μεγαλύτερη για τους νοσηλευτές στην Ελλάδα σε σχέση με τους υπόλοιπους επαγγελματίες υγείας. Πιο συγκεκριμένα, το 91,1% των νοσηλευτών δήλωσαν ότι είναι εξουθενωμένοι σε μεγάλο βαθμό, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τους υπόλοιπους επαγγελματίες υγείας ήταν 79,9%.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι εκτιμήσεις για τον αριθμό των γιατρών που εγκατέλειψαν τη χώρα μας τα τελευταία χρόνια είναι αποκαρδιωτικές. Ειδικότερα, από το 2010 που η Ελλάδα μπήκε σε καθεστώς μνημονίων και επιτήρησης, έως σήμερα, περισσότεροι από 20.000 Έλληνες γιατροί έχουν φύγει στο εξωτερικό, αναζητώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας και καλύτερες αμοιβές.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση Νέων Γιατρών προτείνει μια σειρά μέτρων για να βελτιωθούν οι συνθήκες στις οποίες καλούνται να επιτελέσουν το λειτούργημά τους. Μεταξύ άλλων, επιζητά αύξηση της ευελιξίας στο χώρο εργασίας, στρατηγικές για τη βελτίωση του εργασιακού περιβάλλοντος, παρακολούθηση και περιορισμό των ωρών εργασίας και εξασφάλιση περιόδων ανάπαυσης. Επίσης, οι νέοι γιατροί ζητούν δίκαιη και επαρκή αμοιβή, προώθηση της επαγγελματικής δικτύωσης και του δεσμού για καλύτερη εργασιακή ατμόσφαιρα, προστασία της εκπαίδευσης των ειδικευομένων σε περιόδους αυξημένης ζήτησης υγειονομικής περίθαλψης, μείωση του χάσματος μεταξύ των φύλων στην ενεργό επαγγελματική σταδιοδρομία.

Πάντως, ο αριθμός των ενεργών ιατρών αυξήθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση μεταξύ 2015 και 2020: το 2020, υπήρχαν 1,75 εκατομμύρια γιατροί στην ΕΕ, αριθμός που ήταν περίπου 1,3 εκατομμύρια το 1990. Αυτή η αύξηση του αριθμού των γιατρών εξηγείται όχι μόνο από την αύξηση του ευρωπαϊκού πληθυσμού αλλά και από την αύξηση της ζήτησης για υγειονομική περίθαλψη λόγω της γήρανσης του πληθυσμού.