Ένας Έλληνας επιστήμονας κρατά πλέον το τιμόνι στο ανώτατο ευρωπαϊκό επιστημονικό όργανο για τις ρευματικές παθήσεις και αναλαμβάνει την “οδήγηση” την επόμενη τετραετία σε μια σημαντική και γεμάτη προκλήσεις πορεία. Ο κ. Ξενοφών Μπαραλιάκος, Καθηγητής Παθολογίας και Ρευματολογίας, στο πανεπιστήμιο Μπόχουμ της Γερμανίας,  εξελέγη την περασμένη εβδομάδα πρόεδρος στην Ευρωπαϊκή Εταιρία Ρευματολογίας (ΕULAR) στις αρχαιρεσίες που έγιναν στη διάρκεια του ετήσιου Ευρωπαϊκού Συνεδρίου στην Ιταλία.

Δεν έχει εκλεγεί ποτέ ιατρός από την Ελλάδα σε αυτή την θέση, από την Γερμανία είναι  ο τρίτος προεδρος που εκλέγεται. Σημειωτέον, ότι στις διαδικασίες ανάδειξης προεδρείου συμμετέχουν οι ιατρικές επιστημονικές εταιρίες, οι ενώσεις νοσηλευτών, οι ενώσεις φυσιοθεραπευτών και οι σύλλογοι ασθενών

“Αισθάνομαι περηφάνια, αλλά και το βάρος της ευθύνης, με την εκλογή μου σε αυτή τη θέση. Εκπροσωπώ την Ελλάδα, τη χώρα μου, αλλά και τη Γερμανία, τη χώρα όπου σπούδασα και εργάζομαι στο πεδίο της Ρευματολογίας” ανέφερε ο κ. Μπαραλιάκος, μιλώντας στο ygeiamou.gr, λίγο μετά την εκλογή του, σε ένα διάλειμμα από το ασφυκτικό πρόγραμμά του στο εφετινό Συνέδριο στο Μιλάνο.

Ο κ. Ξενοφών Μπαραλιάκος είναι ο νέος πρόεδρος στην Ευρωπαϊκή Εταιρία Ρευματολογίας

Μετρώντας σχεδόν τρεις δεκαετίες στο πεδίο της Ιατρικής ως φοιτητής, ειδικευόμενος και ειδικευμένος γιατρός, ο καθηγητής Μπαραλιάκος ξεκίνησε ως χειρουργός ορθοπεδικός και στη συνέχεια αφοσιώθηκε στην παθολογία και τη ρευματολογία. “Ολοκλήρωσα την πρώτη ειδικότητα και μετά τη δεύτερη. Ήταν οι παθήσεις της σπονδυλικής στήλης που πυροδότησαν το επιστημονικό ενδιαφέρον μου. Η κατανόησή τους από ρευματολογικής άποψης και η αντιμετώπισή τους έγιναν μια μεγάλη πρόκληση για μένα. Και παραμένουν. Πρόκειται για ασθένειες που αρχικώς δεν δείχνουν τι είναι, που ο ειδικός πρέπει να τις παρακολουθεί σαν ντεντέκτιβ, με μεγάλη προσοχή και υπομονή” περιγράφει ο έγκριτος Ρευματολόγος πως ξεκίνησε η σχέση του με το συγκεκριμένο ιατρικό πεδίο.

Στην πορεία, όπως λέει, ανακάλυψε και την έτερη μεγάλη πρόκληση για τον ίδιο ως επιστήμονα, τη δυνατότητα που του έδωσε η Ρευματολογία για την κλινική έρευνα. “Με ενδιέφερε η έρευνα, οι κλινικές μελέτες, και διαπίστωσα πως σε αυτήν την ειδικότητα η έρευνα και η κλινική πράξη μπορούσαν να είναι συγκοινωνούντα δοχεία” λέει. Επισημαίνει, βεβαίως, πως βρέθηκε στη Ρευματολογία σε μια πολύ καλή συγκυρία, στη φάση που άλλαζε ραγδαία η γνώση για τις παθήσεις, η δυνατότητα για την έγκαιρη διάγνωσή τους αλλά και για τη θεραπεία τους. “Τα τελευταία 10-15 χρόνια στη Ρευματολογία έχει καταγραφεί πολύ μεγάλη ανάπτυξη. Έχουν δοθεί πολλές θεραπευτικές απαντήσεις και πλησιάζουμε όλο και περισσότερο τον στόχο της κλινικής ύφεσης στις ρευματικές παθήσεις” εξηγεί ο κ. Μπαραλιάκος, δηλώνοντας πολύ ικανοποιημένος που βρέθηκε μέσα στο δυναμικό ρεύμα των σημαντικών επιστημονικών εξελίξεων της Ρευματολογίας.

Πρόκειται για ένα διάστημα που έχει πέσει άπλετο φως στις ρευματικές νόσους, επιτρέποντας έγκαιρες παρεμβάσεις από την ιατρική κοινότητα, κάτι που μεταφράζεται σε πολύτιμο ποιοτικό χρόνο ζωής που κερδίζουν οι ασθενείς. “Σε αντίθεση με ό,τι πιστευόταν παλαιότερα, σήμερα έχει καταστεί σαφές και προς το κοινό ότι οι ρευματικές παθήσεις δεν είναι παθήσεις (μόνο) των ηλικιωμένων. Οι φλεγμονώδεις ρευματικές παθήσεις που αποτελούν μια μεγάλη κατηγορία των ρευματικών παθήσεων χαρακτηρίζονται όπως μαρτυρά και η ονομασία τους από φλεγμονή στις αρθρώσεις ή σε άλλες θέσεις του μυοσκελετικού συστήματος αλλά και από την προσβολή και άλλων οργάνων. Επίσης, γνωρίζουμε και αποτυπώνεται στα δεδομένα ότι οι πιο συχνές είναι η ρευματοειδής αρθρίτιδα, η Ψωριασική αρθρίτιδα και η αγκυλοποιητική σπόνδυλοαρθρίτιδα” λέει ο καθηγητής. Το στοίχημα που έχει κερδηθεί σήμερα είναι η πρώιμη διάγνωση των ρευματικών παθήσεων. Κατά μέσο όρο διαγιγνώσκονται στην ηλικία των 50 χρόνων, ενώ στη σπόνδυλοαρθρίτιδα η διάγνωση γίνεται ακόμη νωρίτερα, και στην ηλικία των 30 χρόνων, ηλικία που απέχει μακράν πλέον σε σχέση με εκείνη της διάγνωσης παλαιότερα που ξεπερνούσε τα 60 έτη και μεταφραζόταν σε πολυετή ταλαιπωρία και πόνο, σε μία μάχη του ασθενή και του γιατρού με το… άγνωστο νόσημα.

Ο κ. Ξενοφών Μπαραλιάκος

“Σήμερα γνωρίζουμε πως ο επιπολασμός των ρευματικών νοσημάτων αφορά το 0,6% έως το 1% του πληθυσμού, με το ποσοστό να μεγαλώνει στην ηλικιακή ομάδα 30 έως 60 χρόνων. Κι εφόσον μιλάμε για παθήσεις που εμφανίζονται στην πλέον παραγωγική ηλικία, γίνεται σαφές πως επηρεάζουν άμεσα την παραγωγικότητα και γενικά την ποιότητα ζωής των πασχόντων. Αν δεν θεραπευτούν, που σημαίνει αν δεν τεθούν σε ύφεση, τα ρευματική νοσήματα προκαλούν προβλήματα σε πολλά επίπεδα στους πάσχοντες” λέει ο κ. Μπαλιαράκος.

Δεδομένου ότι η ρευματική ασθένεια είναι πολυπαραγοντική, ευρεία φλεγμονή του σώματος, εύκολα μπορεί να εξελιχθεί και σε φλεγμονή της ψυχής, καθώς επίσης να συσχετιστεί με καρδιαγγειακά επεισόδια και με καρκίνο. Η επίπτωση είναι μεγάλη, και οι ειδικοί έχουν θέσει στο μικροσκόπιο το εύρος και την επίδραση των επιμέρους ρευματικών παθήσεων στους πάσχοντες. Συμφωνα με στοιχεία που παρουσιάστηκαν από το απερχόμενο προεδρείο της EULAR στο Μιλάνο την περασμένη Πέμπτη, ζητήματα ψυχικής υγείας εκδηλώνουν περισσότερο οι νέοι σε σχέση με τους μεγαλύτερους, οι γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες, καθώς και οι περισσότερο μορφωμένοι.

“Το σίγουρο είναι πάντως πως χρειαζόμαστε νέους Ρευματολόγους αλλά και περισσότερους ειδικούς ώστε να δουλέψουν στο πεδίο. Είναι επιτακτική η σύσταση ομάδας με Ρευματολόγους, ορθοπεδικούς, ψυχιάτρους και άλλες ειδικότητες για την ολιστική διαχείριση των ασθενών. Είναι ενδεικτικό πως 1 στους 10 ασθενείς εμφανίζει κατάθλιψη, κάτι που πρέπει να εκλείψει” εξηγεί ο γιατρός.

Ως νέος πρόεδρος της EULAR ο καθηγητής Μπαλιαράκος θέτει δύο στόχους, παραλαμβάνοντας τη σκυτάλη από την Ιταλίδα προκάτοχό του AnnaMarila Lagnocco. “Πρέπει η EULAR στην επόμενη πενταετία να αναπτύξει καλύτερες σχέσεις με τις εθνικές εταιρίες, τις επιστημονικές ενώσεις Ρευματολογίας που υπάρχουν στην Ευρώπη. Επιπλέον, πρέπει να δώσουμε έμφαση στη σύνδεση της νόσου με την έρευνα, το μέλλον είναι οι κλινικές μελέτες για να βρεθούμε ακόμη πιο κοντά στον έλεγχο, την ύφεση της ρευματικής νόσου” αναφέρει ο καθηγητής. Ο ίδιος, πάντως, εργάζεται συστηματικά προς αυτήν την κατεύθυνση της έρευνας, υπηρετώντας την καινοτομία και τελικά τους ασθενείς. Για τον ίδιο λόγο, για να προσφέρει στην επιστήμη και στους συναδέλφους του, ο καθηγητής Μπαλιαράκος επισκέπτεται συχνά και την Ελλάδα συμμετέχοντας σε επιστημονικές εκδηλώσεις και συνέδρια. “Η αγάπη μου για τη χώρα μου είναι μεγάλη, όσο βέβαια είναι και για τη Γερμανία όπου ζω και ασκώ την Ιατρική” καταλήγει.

Ο κ. Ξενοφών Μπαραλιάκος