Τα βήματα που έχουν γίνει στην Ελλάδα στον τομέα των κλινικών μελετών αποκαλύπτονται από τα στοιχεία του 2022, όταν οι μελέτες που έλαβαν άδεια αυξήθηκαν κατά περίπου 10%, προσφέροντας διπλό όφελος στους ασθενείς: Πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες για σοβαρές και απειλητικές ασθένειες και ελπίδα οι θεραπείες να εγκριθούν και να αποτελέσουν πιθανή θεραπευτική λύση.

Εκτός από τον δεδομένο θετικό αντίκτυπο στους ασθενείς, οι κλινικές μελέτες παραμένουν μια μεγάλη ευκαιρία για επενδύσεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του το ygeiamou.gr, το 2022 το σύνολο των εγκρίσεων για κλινικές μελέτες ανήλθε σε 223, ενώ το 2021 ήταν 203. Παράλληλα, όπως προκύπτει από τα δεδομένα του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΟΦ), ο προϋπολογισμός για τις κλινικές μελέτες το 2022 ανήλθε σε 128 εκατομμύρια ευρώ, έναντι 108 εκατομμυρίων ευρώ το 2021  (μεταβολή + 18%) και 87 εκατομμυρίων ευρώ το 2020.

«Τα τελευταία τρία χρόνια έχει γίνει μια συστηματική προσπάθεια από την Κυβέρνηση να δοθεί ώθηση στην κλινική έρευνα. Αυτή η στοχευμένη προσπάθεια ξεκίνησε να αποδίδει καρπούς καθώς αυξήθηκε τόσο ο απόλυτος αριθμός των κλινικών μελετών που γίνονται στην χώρα μας όσο και ο προϋπολογισμός τους. Προφανώς απομένουν να γίνουν πολύ περισσότερα αλλά πιστεύω ότι σε μεγάλο βαθμό έχουμε προετοιμάσει τα επόμενα βήματα και έχουμε εξασφαλίσει και πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης για την υλοποίηση τους. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η στενή συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων ώστε να συνεχίσουμε την επιτυχημένη πορεία και να προσεγγίσουμε τις πιο προηγμένες ευρωπαϊκές χώρες», δηλώνει στο ygeiamou.gr ο Γενικός Γραμματέας Υπηρεσιών Υγείας, Ιωάννης Κωτσιόπουλος.

Τι έχει αλλάξει για να αυξηθούν οι κλινικές μελέτες

Οι πρόσφατες ρυθμίσεις του Υπουργείου Υγείας αποτελούν μια θετική εξέλιξη στον τομέα των κλινικών μελετών. Συγκεκριμένα, δίνονται κίνητρα στα ελληνικά νοσοκομεία για τη συμμετοχή τους ως ερευνητικά κέντρα. Το άρθρο 51 του Ν.4950/2022 προβλέπει τη δυνατότητα των νοσηλευτικών ιδρυμάτων να εισπράττουν τα έσοδα των κλινικών μελετών καθ’ υπέρβαση του προϋπολογισμού τους και να τα διαθέτουν για τη βελτίωση των υποδομών τους και την προμήθεια ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού.

Επίσης, στις 5 Απριλίου ψηφίστηκε από την Ολομέλεια της Βουλής σχέδιο νόμου στο οποίο περιλαμβάνεται ρύθμιση που προβλέπει τη δυνατότητα σύστασης αυτοτελούς τμήματος Κλινικών Μελετών στα Νοσοκομεία του Εθνικού Συστήματος Υγείας.

Ιδιαίτερα σημαντικό είναι και το μέτρο του επενδυτικού clawback, το οποίο προβλέπει τον συμψηφισμό των ποσών που καταβάλλουν οι φαρμακευτικές εταιρείες ως αυτόματες επιστροφές στο κράτος με τις δαπάνες τους σε έρευνα και άλλες επενδυτικές δραστηριότητες.

Η φαρμακοβιομηχανία χαιρετίζει τα παραπάνω, αναγνωρίζοντας τις προσπάθειες που έχουν γίνει, ωστόσο σημειώνει ότι υπάρχει περιθώριο βελτίωσης στον συγκεκριμένο τομέα. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ευρώπη επενδύονται ετησίως πάνω από 39 δις ευρώ, ενώ η Ελλάδα απορροφά μόλις 100 εκατομμύρια ευρώ.
«Η Ελληνική Πολιτεία τα τελευταία χρόνια έκανε θετικά βήματα στη σωστή κατεύθυνση, όπως ο Νόμος για το ΄’επενδυτικό clawback’, που λειτουργεί πλέον κάτω από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF). Το ποσό που δύναται να απορροφηθεί σε επενδύσεις είναι €250 εκατ. και προσφάτως προστέθηκαν επιπλέον €150 εκατ. Ωστόσο, αυτό που μέχρι στιγμής προκύπτει είναι ότι το ‘επενδυτικό clawback’ είναι πολύ ελκυστικό για τις παραγωγικές δαπάνες, αλλά όχι για τις Κλινικές Μελέτες», ανέφερε ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ) σε ανακοίνωσή του με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Κλινικών Μελετών (20 Μαΐου).

«Θα πρέπει ο άκρως παραγωγικός και πολλά υποσχόμενος τομέας της Κλινικής Έρευνας να αναδειχθεί ως μία από τις κορυφαίες προτεραιότητες της Πολιτικής Υγείας κυρίως γιατί κερδισμένοι θα είναι οι Έλληνες ασθενείς. Η παροχή σχετικών κινήτρων μπορεί να λειτουργήσει καταλυτικά στην προσέλκυση σημαντικών επενδυτικών κεφαλαίων για Κλινικές Μελέτες στην Ελλάδα. Τα οφέλη είναι πολλαπλά, πρωτίστως για τους ασθενείς που συμμετέχουν σε αυτές, οι οποίοι απολαμβάνουν δωρεάν πρόσβαση σε νέες θεραπείες, και εργαστηριακές εξετάσεις και συνεχή και υψηλού επιπέδου εξατομικευμένη ιατρική παρακολούθηση, αλλά και για τους συμμετέχοντες ερευνητές και τις δομές υγείας, καθώς βέβαια και για την οικονομία της χώρας», πρόσθεσε ο γενικός διευθυντής του ΣΦΕΕ, Μιχάλης Χειμώνας.

 

Διαβάστε επίσης: 

Workshop – ΕΛΛΟΚ: Κλινικές Μελέτες για τον καρκίνο του πνεύμονα – Ο ρόλος των ασθενών

ΣΦΕΕ: Το 2022 σηματοδοτεί μία νέα εποχή στις κλινικές μελέτες

Κλινικές μελέτες: Οξυγόνο για την οικονομία και για τους ασθενείς