Σε αγώνα δρόμου βρίσκονται πλέον αρκετές φαρμακευτικές εταιρείες, διαγωνιζόμενες για το ποια θα κυκλοφορήσει ένα (ακόμη πιο) αποτελεσματικό και ασφαλές φάρμακο κατά της παχυσαρκίας. Novo Nordisk και Eli Lilly, όπως φαίνεται, θα αλλάξουν το 2024 τα δεδομένα σχετικά με την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας καθώς πρόκειται να κυκλοφορήσουν καινοτόμα φάρμακα – όχι ενέσιμα, όπως αυτά που κυκλοφορούν τώρα, αλλά χάπια.

Περίπου 4,8 δισεκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως υπολογίζεται ότι είναι υπέρβαροι και 2 δισεκατομμύρια παχύσαρκοι. Σε λιγότερο από 15 χρόνια, δηλαδή το 2035, οι παχύσαρκοι εκτιμάται ότι θα έχουν διπλασιαστεί φτάνοντας στα 4 δισεκατομμύρια, με τους μισούς να έχουν νοσογόνο παχυσαρκία. Τα στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) είναι αποκαλυπτικά για το… πλεονάζον βάρος που σηκώνει ο πλανήτης, με ό,τι συνεπάγεται αυτό για τη δημόσια υγεία, τα συστήματα υγείας, την κοινωνία. Εξηγούν, παράλληλα, το τεράστιο ενδιαφέρον των φαρμακευτικών εταιρειών για τη θεραπευτική προσέγγιση της παχυσαρκίας.

Στην Ελλάδα προβλέπεται ότι σε λιγότερο από μια δεκαετία σχεδόν 1 στους 3 θα είναι παχύσαρκος, ενώ η άκρως δυσοίωνη πρόβλεψη είναι ότι το 2060 το 75% του πληθυσμού θα είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι. Η φρενίτιδα που καταγράφεται τους τελευταίους μήνες στην Ελλάδα για την απώλεια βάρους με τη βοήθεια της σεμαγλουτίδης (παρότι το φάρμακο που κυκλοφορεί δεν έχει ένδειξη για παχυσαρκία, αλλά συνδυαστικά για τον σακχαρώδη διαβήτη και την παχυσαρκία) αναδεικνύει με στρεβλό τρόπο τη διαρκή μάχη πολλών ανθρώπων με τα κιλά τους, η οποία είναι μάχη για την υγεία τους.

ozempic

Η σεμαγλουτίδη, που αναπτύχθηκε για τον διαβήτη από τη φαρμακευτική εταιρεία Novo Nordisk, αποτελεί πλέον ένα πολύ σημαντικό φάρμακο και για την παχυσαρκία. Παρότι ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (ΕΜΑ) έχει εγκρίνει τη σεμαγλουτίδη, η κυκλοφορία της δεν έχει καταστεί δυνατή στις ευρωπαϊκές χώρες, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Αντίθετα, κυκλοφορεί ευρέως στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής με την εμπορική ονομασία Wegovy. Στην κούρσα των φαρμάκων κατά της παχυσαρκίας, τη σεμαγλουτίδη (Wegovy) ακολουθεί η τιρζεπατίδη (εμπορική ονομασία Mounjaro), που έχει αναπτύξει η αμερικανική Eli Lilly.

Και τα δύο φάρμακα αρχικά αναπτύχθηκαν για τον σακχαρώδη διαβήτη. Η τιρζεπατίδη, επίσης ενέσιμη, είναι εγκεκριμένη από τον αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) για τον διαβήτη τύπου 2, αλλά όχι ακόμα για την παχυσαρκία, με την έγκριση να αναμένεται έως το τέλος του έτους. Τόσο η σεμαγλουτίδη όσο και η τιρζεπατίδη επιτυγχάνουν την απώλεια βάρους μειώνοντας την όρεξη, με τις βασικές παρενέργειες να είναι γαστρεντερικές. Η Eli Lilly έχει αναπτύξει και το Οrforglipron, με τις κλινικές δοκιμές να αναμένεται να ολοκληρωθούν το 2025.

Η σεμαγλουτίδη εκτόξευσε τη χρηματιστηριακή αξία της Novo Nordisk: έχει διπλασιαστεί μέσα σε δύο χρόνια, στα 326 δισ. δολάρια, καθιστώντας τη δεύτερη πιο «πολύτιμη» εισηγμένη φαρμακοβιομηχανία στον κόσμο. Με μεγάλο επιστημονικό και επενδυτικό ενδιαφέρον αναμένεται πλέον και το πράσινο φως για το χάπι σεμαγλουτίδης για τους παχύσαρκους από τη δανέζικη εταιρεία μέσα στο 2024. Από την άλλη, η τιρζεπατίδη σημείωσε πωλήσεις άνω των 500 εκατ. δολαρίων το 2022 ως ενέσιμο φάρμακο για τον διαβήτη, που φέτος αναμένεται να πενταπλασιαστούν φτάνοντας στα 2,9 δισ. δολάρια.

Σύμφωνα με το Bloomberg, το Mounjaro και το Wegovy θα σημειώσουν πωλήσεις άνω των 10 δισ. δολαρίων μέχρι το 2026. Στην κούρσα έχει μπει δυναμικά και η Pfizer με το χάπι Danuglipron. Μάλιστα, ο πρόεδρος της Pfizer Αλμπερτ Μπουρλά μιλώντας σε συνέδριο υγείας είχε επισημάνει σχετικά με αυτό ότι είναι «πιο σημαντικό στην αγορά για τους παχύσαρκους απ’ ό,τι για τους διαβητικούς». Amgen, AstraZeneca, Novartis, Takeda και Boehringer Ingelheim έχουν ανακοινώσει ότι αναπτύσσουν επίσης φάρμακα για την παχυσαρκία, αλλά χωρίς ορίζοντα έγκρισης προς το παρόν.

ozempic_in__2_
Aλμπερτ Μπουρλά (Pfizer): «Το φάρμακο είναι πιο σημαντικό στην αγορά για τους παχύσαρκους απ’ ό,τι για τους διαβητικούς»

Ποιο αποζημιώνεται

Η συνολική οικονομική επιβάρυνση από την παχυσαρκία φτάνει έως και στα 4 δισ. ευρώ ετησίως στην Ελλάδα, με το 50% να αφορά απώλειες παραγωγικότητας λόγω προβλημάτων υγείας που συνδέονται με την παχυσαρκία. Παράλληλα, η νοσοκομειακή δαπάνη του δημόσιου συστήματος υγείας για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας υπερβαίνει τα 650 εκατ. ευρώ. «Οι αριθμοί είναι αποκαλυπτικοί. Μπορεί η αντιμετώπιση της παχυσαρκίας να φαίνεται απλή υπόθεση με δεδομένα τα διαθέσιμα φάρμακα, ωστόσο την ίδια στιγμή είναι προφανές ότι κανένα σύστημα δεν μπορεί να σηκώσει το βάρος της αποζημίωσης των φαρμάκων αυτών χωρίς πολύ αυστηρό πλαίσιο», λέει ο παθολόγος με εξειδίκευση στον σακχαρώδη διαβήτη, διευθυντής Τμήματος Διαβήτη-Παχυσαρκίας-Μεταβολισμού στο Νοσοκομείο Metropolitan Ευθύμιος Καπάνταης.

Στην Ελλάδα το μόνο φάρμακο που προβλέπεται να αποζημιώνεται για την παχυσαρκία είναι η λιραγλουτίδη, επίσης σε ενέσιμη μορφή, που κοστίζει 247 ευρώ. Ο πρώην υπουργός Υγείας Θάνος Πλεύρης υπέγραψε τον περασμένο Ιανουάριο την ένταξη της λιραγλουτίδης στα φάρμακα που αποζημιώνονται, ωστόσο ο ΕΟΠΥΥ δεν έχει ολοκληρώσει ακόμη τη διαδικασία της ένταξης του ενέσιμου φαρμάκου στη συνταγογράφηση.

ozempic_in__1_
O κ. Θάνος Πλεύρης υπέγραψε την ένταξη της λιραγλουτίδης στα φάρμακα που αποζημιώνονται

«Στη χώρα μας κυκλοφορεί η ορλιστάτη, που είναι παλιό φάρμακο, καθώς και ένα φάρμακο με βάση τις ουσίες ναλτρεξόνη και βουπροπιόνη. Σε καθεστώς αποζημίωσης έχει μπει μόνο η λιραγλουτίδη, συγκεκριμένα για όσους έχουν Δείκτη Μάζας Σώματος πάνω από 40 καθώς και καρδιαγγειακό νόσημα ή σύνδρομο υπνικής άπνοιας», αναφέρει ο κ. Καπάνταης, επισημαίνοντας τις αυστηρές προϋποθέσεις για τη συνταγογράφηση, π.χ. μόνο από γιατρούς των Ιατρείων Παχυσαρκίας των νοσοκομείων, που θα συμβάλουν στη σωστή και ολοκληρωμένη παρακολούθηση των ασθενών.

Εκτιμάται ότι τις ενέσεις λιραγλουτίδης θα μπορούν να λάβουν ως φάρμακο με μειωμένη συμμετοχή κάποιες λίγες χιλιάδες Ελληνες παχύσαρκοι, με βάση τα επιστημονικά κριτήρια για τη χορήγησή του. Πάντως, μέχρι τώρα, παρότι δεν αποζημιωνόταν, η λιραγλουτίδη έχει σημειώσει πωλήσεις στην Ελλάδα: το 2022 διατέθηκαν πάνω από 8.000 σκευάσματα, υπερτριπλάσιος αριθμός σε σχέση με το 2021.