Η αγάπη μπορεί να μας κάνει να κάνουμε τρελά πράγματα. Συχνά μας ωθεί να υιοθετήσουμε συμπεριφορές που θεωρούνται αντίθετες προς την ανθρώπινη φύση, όπως για παράδειγμα το να θέτουμε την ευημερία των αγαπημένων μας πάνω από τη δική μας.

Αυτού του είδους ο αλτρουισμός αποτελεί μυστήριο για τους επιστήμονες εδώ και αιώνες. Σε μια απόπειρα να λύσει αυτό το μυστήριο, μια νέα μελέτη ερευνητών του Πανεπιστημίου Santa Barbara της Καλιφόρνια εξέτασε τον τρόπο με τον οποίο η γενετική και εγκεφαλική δραστηριότητα ενός ατόμου σχετίζεται με αλτρουιστικές συμπεριφορές προς τον ερωτικό σύντροφο.

Η ομάδα των ερευνητών διαπίστωσε ότι οι εγκεφαλικές διαδρομές, που υπάρχουν στα άλλα ζώα και σχετίζονται με το δέσιμο και την οικειότητα, εμφανίζονται και στον άνθρωπο και μπορεί να εμπλέκονται, σε ένα γενικότερο πλαίσιο, στις αλτρουιστικές συμπεριφορές.

Πιο αναλυτικά, οι επιστήμονες πιστεύουν ότι ο αλτρουισμός εξελίχθηκε στα κοινωνικά είδη ως μια στρατηγική για τη διασφάλιση της επιβίωσης των συγγενών. Στο ανθρώπινο είδος, όπου τα κοινωνικά συστήματα είναι ιδιαίτερα σύνθετα, αυτή η βασική προϋπόθεση παίρνει νέες διαστάσεις. «Είναι λογικό οι άνθρωποι να επενδύουν ιδιαίτερα στην ευημερία των συντρόφων τους, επειδή θέλουν να ζήσουν μια μακρά, ευτυχισμένη και υγιή ζωή μαζί τους», δηλώνει η Bianca Acevedo, ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Νευροεπιστημών Santa Barbara του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια και επικεφαλής συντάκτρια της μελέτης που δημοσιεύθηκε στο Behavioral Neuroscience. Η Δρ. Acevedo σχολιάζει επιπρόσθετα: «Ειδικά στην περίπτωση των νεόνυμφων, όπου οι περισσότεροι θέλουν να κάνουν παιδιά, η απουσία εγωισμού – ο αλτρουισμός – αποτελεί μια επένδυση για τους απογόνους τους».

Ο αλτρουισμός είναι μια σημαντική πτυχή του συντροφικού δεσμού, όμως ακόμα δεν έχει εξεταστεί ενδελεχώς – ειδικά σε σύγκριση με τον δεσμό ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά τους, όπου ο αλτρουισμός είναι επίσης κρίσιμος. «Η ανιδιοτέλεια απέναντι στο παιδί είναι ίσως η σημαντικότερη ένδειξη φροντίδας», σημειώνει η Δρ. Acevedo.

Για την ανάλυση φαινομένων όπως η αγάπη και ο αλτρουισμός, οι ερευνητές κατέφυγαν στο πεδίο της χημείας. Η ωκυτοκίνη είναι ένας νευροδιαβιβαστής που αποκαλείται «ορμόνη της αγάπης» και παρόλο που εμπλέκεται σε διάφορες άλλες διαδικασίες, ο ρόλος της στην εμπιστοσύνη, την ενσυναίσθηση και το δέσιμο έχει πλέον καθιερωθεί. Υπάρχει όμως και μια λιγότερο γνωστή ορμόνη, η βαζοπρεσίνη, την οποία οι επιστήμονες έχουν επίσης συσχετίσει με συμπεριφορές οικειότητας ανάμεσα σε ένα ζευγάρι.

Κατά τη διάρκεια της μελέτης, λοιπόν, οι ερευνητές εξέτασαν κάθε συμμετέχοντα για τις δύο γενετικές μεταβλητές, την ευαισθησία στην ωκυτοκίνη από τη μία πλευρά και την ευαισθησία στην βαζοπρεσίνη από την άλλη, διαπιστώνοντας μετά από μια σειρά πειραμάτων ότι κάθε φορά που οι συμμετέχοντες είχαν έντονη ενσυναίσθηση για ένα πρόσωπο, δραστηριοποιούνταν συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με το συναίσθημα και τη συναισθηματική μνήμη. Επιπλέον, τα άτομα με γενετικές παραλλαγές που τα έκαναν πιο ευαίσθητα σε αυτές τις ορμόνες επέδειξαν ισχυρότερες συναισθηματικές αντιδράσεις γενικότερα. Η Δρ. Acevedo σημειώνει, πάντως, ότι θα συνεχίσει να διερευνά τα στοιχεία της ενσυναίσθησης, του αλτρουισμού και της φροντίδας σε διάφορους τύπους ζευγαριών προκειμένου να καταλήξει σε ένα πιο ολοκληρωμένο και σαφές συμπέρασμα.