Έρευνα που πραγματοποίησαν επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο McGill δείχνει ότι τα αγόρια που παρουσιάζουν διαταραχή ελλειμματικής προσοχής-υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) στην ηλικία των 10 ετών έχουν υψηλότερο κίνδυνο τραυματικής εγκεφαλικής βλάβης (ΤΕΒ) στην εφηβεία και την ενήλικη ζωή τους και ότι οι θεραπείες για τη μείωση τέτοιων συμπεριφορών μπορεί να μειώνουν αυτόν τον κίνδυνο.

«Οι τραυματικές εγκεφαλικές βλάβες αποτελούν τη μεγαλύτερη αιτία θανάτου και ανικανότητας στα παιδιά και τους νέους ενήλικες, ωστόσο οι γνώσεις σχετικά με τους παράγοντες που τις προκαλούν είναι ελάχιστες» αναφέρει ο ερευνητής Guido Guberman.

Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο Canadian Journal of Psychiatry και είναι η πρώτη που δείχνει ότι οι συμπεριφορές της παιδικής ηλικίας που αναγνωρίζονται από τους δασκάλους ως ΔΕΠΥ προβλέπουν επακόλουθες τραυματικές εγκεφαλικές βλάβες. Στη μελέτη διαπιστώθηκε, επίσης, ότι τα αγόρια με τραυματικές εγκεφαλικές βλάβες κατά την παιδική ηλικία διέτρεχαν μεγαλύτερο κίνδυνο να τις φέρουν και κατά την ενήλικη ζωή τους.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι τραυματικές εγκεφαλικές βλάβες συμβαίνουν σε περίπου 17% των ανδρών στο γενικό πληθυσμό, παρόλα αυτά είναι λίγες οι έρευνες σχετικά με την πρόληψή τους.

Για να προσδιορίσουν αν υπάρχει κάποια σύνδεση ανάμεσα στη ΔΕΠΥ και τις τραυματικές εγκεφαλικές βλάβες, οι επιστήμονες ανέλυσαν δεδομένα 724 Καναδών ανδρών ηλικίας από έξι έως 34 ετών. Εξέτασαν τα ιατρικά αρχεία τους και συνέλεξαν πληροφορίες από τους γονείς τους σχετικά με τη συμπεριφορά των συμμετεχόντων στην ηλικία των έξι ετών και στη συνέχεια υπέβαλαν ένα ερωτηματολόγιο στους δασκάλους τους σχετικά με τις συμπεριφορές τους στην τάξη στην ηλικία των 10 ετών.

«Για να αποφευχθεί ο πόνος και η αναπηρία, χρειάζονται στρατηγικές πρόληψης, όπως για παράδειγμα η ενίσχυση της ασφάλειας των μοτοσικλετιστών. Υπάρχουν θεραπείες που μπορούν να μειώσουν τη σοβαρότητα της ΔΕΠΥ και των συμπεριφορικών προβλημάτων. Τα αποτελέσματά μας δείχνουν ότι χρειάζονται και δοκιμές για να προσδιοριστεί αν αυτά τα προγράμματα μπορούν, ακόμη, να μειώσουν τον κίνδυνο για επακόλουθες τραυματικές εγκεφαλικές βλάβες», καταλήγουν οι ερευνητές.