Ομάδα ειδικών στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες (UCLA) ανακάλυψε ότι υπάρχουν κάποιες πρωτεΐνες στο αίμα που μπορούν να προβλέψουν τον κίνδυνο εγκεφαλικής μικροαγγειοπάθειας, μιας πάθησης που μπορεί να οδηγήσει στην εκδήλωση άνοιας και εγκεφαλικού επεισοδίου.

Επί του παρόντος η πάθηση μπορεί να διαγνωστεί μόνο με μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου.

Ωστόσο, ερευνητές του αμερικανικού πανεπιστημίου με επικεφαλής τον Δρ. Jason Hinman, επίκουρο καθηγητή Νευρολογίας, όπως αναφέρει σχετικό άρθρο του PLoS One βρίσκονται πολύ κοντά σε ένα νέο διαγνωστικό τεστ που θα αποτιμά την εγκεφαλική υγεία των ατόμων που κινδυνεύουν να εκδηλώσουν εγκεφαλική μικροαγγειοπάθεια.

Η πάθηση συνεπάγεται χαρακτηριστικές αλλαγές στη λευκή ουσία του εγκεφάλου – τμήμα με υψηλή συγκέντρωση μυελίνης, λιπώδης ουσία που ως γνωστόν προστατεύει τις απολήξεις των νευρικών κυττάρων. Στην εγκεφαλική μικροαγγειοπάθεια τα λεπτά αιμοφόρα αγγεία καταστρέφονται με την πάροδο του χρόνου και ξεκινά η αποδόμηση της μυελίνης. Έτσι επιβραδύνεται η επικοινωνία μεταξύ των εγκεφαλικών κυττάρων και εμφανίζονται γνωσιακά προβλήματα καθώς και στη βάδιση. Στην περίπτωση της πλήρους εμπλοκής της αιματικής κυκλοφορίας εκδηλώνεται εγκεφαλικό επεισόδιο. Η πάθηση σχετίζεται επίσης με υψηλό κίνδυνο πολλών μορφών άνοιας, περιλαμβανομένης και της νόσου Αλτσχάιμερ.

Όπως προαναφέρθηκε σήμερα η εγκεφαλική μικροαγγειοπάθεια διαγιγνώσκεται με μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου, αφού ο ασθενής έχει εκδηλώσει άνοια ή έχει υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο. Ωστόσο, πολλές περιπτώσεις ασθενών παραμένουν αδιάγνωστες λόγω των ήπιων συμπτωμάτων, αλλά και ενδείξεων όπως η δυσκολία στη βάδιση και τη σκέψη που σχετίζονται με την ηλικία.

Ο Δρ. Hinman και οι συνεργάτες του επικεντρώθηκαν σε έξι πρωτεΐνες που σχετίζονται με τη φλεγμονώδη αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος και εστίασαν στην ιντερλευκίνη-18 ( IL-18), εικάζοντας ότι οι φλεγμονώδεις πρωτεΐνες που καταστρέφουν τον εγκέφαλο στην εγκεφαλική μικροαγγειοπάθεια μπορεί να είναι ανιχνεύσιμες στην αιματική κυκλοφορία.

Οι ερευνητές μέτρησαν τα επίπεδα των πρωτεϊνών στο αίμα 167 ατόμων κατά μέσο όρο 76,4 ετών, που είχαν είτε φυσιολογική γνωστική λειτουργία ή ήπια γνωστική εξασθένηση. Στο πλαίσιο της εθελοντικής συμμετοχής τους, 110 άτομα υποβλήθηκαν και σε μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου και 49 σε μια πιο εξελιγμένη απεικονιστική μέθοδο που ονομάζεται απεικόνιση του Τανυστού Διάχυσης.

Στα άτομα που υποβλήθηκαν στις απεικονιστικές εξετάσεις διαπιστώθηκαν σημάδια εγκεφαλικής μικροαγγειοπάθειας και είχαν παράλληλα υψηλότερα επίπεδα των έξι αιματολογικών πρωτεϊνών. Αν ένα άτομο είχε υψηλότερα του μέσου όρου επίπεδα των έξι φλεγμονωδών πρωτεϊνών, είχαν διπλάσιες πιθανότητες να έχουν ενδείξεις εγκεφαλικής μικροαγγειοπάθειας και 10% περισσότερες πιθανότητες πρώιμων ενδείξεων βλάβης στη λευκή ουσία. Επιπλέον για κάθε έναν παράγοντα κινδύνου για εγκεφαλική μικροαγγειοπάθεια που είχε κάθε άτομο, όπως υπέρταση, διαβήτη ή προηγούμενο ιστορικό εγκεφαλικού επεισοδίου, τα επίπεδα των φλεγμονωδών πρωτεϊνών στο αίμα του ήταν δύο φορές υψηλότερα, κατά μέσο όρο.

Προς επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων, οι επιστήμονες έκαναν το αιματολογικό τεστ σε μια ομάδα με πολύ αυξημένο κίνδυνο εγκεφαλικής μικροαγγειοπάθειας. Επρόκειτο για 131 άτομα που είχαν επισκεφθεί το Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του πανεπιστημιακού νοσοκομείου του Λος Άντζελες με συμπτώματα εγκεφαλικού επεισοδίου. Τα αποτελέσματα του τεστ ταυτίζονταν με αλλαγές στη λευκή ουσία του εγκεφάλου που εντοπίστηκαν μέσω μαγνητικής τομογραφίας.