Η εγκυμοσύνη είναι μια περίοδος πολύπλοκη γεμάτη αλλαγές στις ορμόνες και τα ανοσομεταβολικά επίπεδα, κατά τη διάρκεια των οποίων η φυσιολογία της γυναίκας διαρκώς αλλάζει.

Ωστόσο, πιθανές δυσλειτουργίες κατά τις αλλαγές αυτές στα πρώτα στάδια της εγκυμοσύνης, θα μπορούσαν να αποβούν επικίνδυνες για την ανάπτυξη του εμβρύου και τη μελλοντική υγεία τόσο της μητέρας όσο και του παιδιού.

Η ερευνητική ομάδα από το Πανεπιστήμιο της Γρενάδα, θέλησε να εμβαθύνει στο αντικείμενο παλαιότερων ερευνών, την επιρροή που έχει, δηλαδή, ο τρόπος ζωής της εγκύου στις προαναφερθείσες αλλαγές στη φυσιολογία της με σκοπό την διαμόρφωση στρατηγικών για την αποφυγή επιπλοκών κατά τη διάρκεια της κύησης.

Στην πρωτοπόρα έρευνά τους, η οποία δημοσιεύτηκε στο Scandinavian Journal of Medicine and Science in Sports, ανέδειξαν για πρώτη φορά τη σύνδεση που έχει ο καθιστικός τρόπος ζωής έναντι ενός πιο αθλητικού μοτίβου με μέτριας έντασης καθημερινή άσκηση, στις συγκεντρώσεις γλυκαιμικών, λιπιδικών και φλεγμονωδών δεικτών στις εγκύους.

Οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι η μέτρια έως έντονης έντασης σωματική άσκηση κατά τις πρώτες εβδομάδες της εγκυμοσύνης, συντέλεσε σε χαμηλότερες συγκεντρώσεις ιντερλευκίνης 1β και ιντερφερόνης-γ και υψηλότερα επίπεδα της ιντερλευκίνης 8. Δηλαδή, η σωματική δραστηριότητα συνδέθηκε με τους φυσιολογικούς δείκτες που σχετίζονται με τη φλεγμονή, την αγγειογένεση, τον μεταβολισμό κ.ο.κ.

Σύμφωνα με τους συγγραφείς της έρευνας  Pedro Acosta-Manzano και Francisco M. Acosta εφόσον τα ευρήματα ενισχυθούν από μελλοντικές μελέτες σε μεγαλύτερο πληθυσμιακό δείγμα εγκύων, θα μπορούσε να ανοίξει ο δρόμος για ανάπτυξη στρατηγικών, ώστε η μέτριας έντασης άσκηση να προστεθεί ως συμπληρωματικό εργαλείο για τον έλεγχο της ισορροπίας μεταξύ αυτών των ανοσομεταβολικών παραγόντων σε έγκυες γυναίκες χωρίς σοβαρές μεταβολικές διαταραχές.