Η χρήση του ηλεκτρονικού τσιγάρου αυξάνεται σε ανησυχητικά επίπεδα τόσο από τους καπνιστές όσο και από τους μη καπνιστές και σύμφωνα με τα δεδομένα νέας έρευνας, ακόμα και το βραχυπρόθεσμο άτμισμα θα μπορούσε να προκαλέσει κυτταρική φλεγμονή σε ενήλικες που δεν κάπνισαν ποτέ.

Δημοσίευση που έκαναν ερευνητές από το Κέντρο για τον Καρκίνο του Πολιτειακού Πανεπιστημίου του Οχάιο, στο Cancer Prevention Research ανέφερε τα πρώτα στοιχεία βιολογικών αλλαγών που σχετίζονται με τη χρήση ηλεκτρονικού τσιγάρου σε ανθρώπους που δεν κάπνισαν ποτέ.

Με την εφαρμογή βρογχοσκόπησης – διαδικασίας εξέτασης των μεγάλων αεραγωγών του ασθενούς που συμβάλλει στην ανίχνευση πολλών νοσημάτων του πνεύμονα – διαπιστώθηκε μια μετρήσιμη αύξηση στις φλεγμονές μετά από τέσσερις εβδομάδες χρήσης ηλεκτρονικού τσιγάρου (χωρίς νικοτίνη ή γεύσεις). Παρότι επρόκειτο για μικρή αύξηση συγκριτικά με την ομάδα ελέγχου, τα πιλοτικά δεδομένα δείχνουν πως ακόμα και η βραχυπρόθεσμη χρήση μπορεί να επιφέρει αλλαγές σε κυτταρικό επίπεδο. Η φλεγμονή που προκαλείται από το κάπνισμα αποτελεί μία σημαντική αιτία πρόκλησης καρκίνου του πνεύμονα καθώς και άλλων αναπνευστικών νόσων.

Ο Δρ. Peter Shields, πρώτος συγγραφέας της μελέτης δήλωσε πως οποιοδήποτε επίπεδο κυτταρικής φλεγμονής που σχετίζεται με τη χρήση ηλεκτρονικού τσιγάρου είναι ανησυχητικό επειδή τα συστατικά του ηλεκτρονικού τσιγάρου όπως η προπυλενική γλυκόλη και η γλυκερίνη λαχανικών, μπορεί να θεωρούνται ασφαλή από τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) όταν χρησιμοποιούνται σε τρόφιμα ή καλλυντικά, εντούτοις είναι άγνωστη η επίδρασή τους όταν θερμαίνονται και εισπνέονται σε ηλεκτρονικά τσιγάρα. Ερευνητές σημειώνουν ότι ακόμα και σε αυτή τη μικρή επιστημονική μελέτη υπήρχαν παρατηρήσιμες επιδράσεις.

«Το συμπέρασμα που εξάγεται από αυτή τη μελέτη είναι πως η ολοένα και αυξανόμενη χρήση του ηλεκτρονικού τσιγάρου καθώς και η προσθήκη γεύσεων και νικοτίνης ενδέχεται να προωθεί επιπλέον φλεγμονές. Οι άνθρωποι, ως επί το πλείστον, θεωρούν πως τα ηλεκτρονικά τσιγάρα είναι ασφαλέστερα από τα συμβατικά. Η πραγματικότητα είναι πως η βιομηχανία αλλάζει γρήγορα και με ελάχιστη ρύθμιση, σε σημείο που ο ρυθμός χρήσης των e-cig να υπερκεράζει τον βαθμό της επιστημονικής μας κατανόησης. Εξελίσσεται σε μία κρίση της δημόσιας υγείας την οποία θα πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας πολύ σοβαρά τόσο από την άποψη της γενικής πνευμονικής υγείας, του κινδύνου καρκίνου και του εθισμού. Το ηλεκτρονικό τσιγάρο ενδέχεται να είναι ασφαλέστερο από το κάπνισμα, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως είναι ασφαλές και χρειάζεται να γνωρίζουμε πόσο επικίνδυνο μπορεί να αποδειχθεί», εξηγεί ο Δρ. Shields.

Με τις πρόσφατες αναφορές για πνευμονικές νόσους και θανάτους που σχετίζονται με το ηλεκτρονικό τσιγάρο, οι επιδράσεις των ελαίων νικοτίνης και μαριχουάνας καθιστούν αυτή την έρευνα ακόμη πιο σημαντική.

Σε αυτή την πιλοτική μελέτη συμμετείχαν 30 υγιείς, μη καπνιστές εθελοντές για να αξιολογηθεί άμεσα η επίδραση του καπνού και του ηλεκτρονικού τσιγάρου στους πνεύμονες μέσω της βρογχοσκόπησης. Ένα μικρό δείγμα κυττάρων του πνεύμονα συλλέχθηκαν από τα υγρά των πνευμόνων. Τα αποτελέσματα από αυτά τα δείγματα συγκρίθηκαν με μία ξεχωριστή ομάδα ελέγχου ανθρώπων που δεν κάπνιζαν. Οι ερευνητές δεν παρατήρησαν σημαντικά υψηλότερα επίπεδα φλεγμονής συγκριτικά με τους εθελοντές της ομάδας ελέγχου ωστόσο παρατήρησαν μία μικρή αύξηση φλεγμονής μεταξύ των χρηστών ηλεκτρονικού τσιγάρου.

«Οι κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους μπορούν να προσφέρουν πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με την πραγματική τοξική έκθεση και τον κίνδυνο για νόσο. Μέσα από την τυχαιοποιημένη κλινική δοκιμή των υγιών, ανθρώπων που δεν κάπνισαν ποτέ για ένα μήνα, βρήκαμε πως μία αύξηση στην προπυλενική γλυκόλη στα ούρα, ένα δείκτη εισπνοής του ηλεκτρονικού τσιγάρου,  συσχετιζόταν σημαντικά με την αύξηση της φλεγμονικής απόκρισης στους πνεύμονες», δήλωσε η Δρ. Min-Ae Song, πρώτη συγγραφέας της μελέτης. «Οι μελλοντικές μελέτες θα μπορούσαν να έχουν μεγαλύτερη διάρκεια συμπεριλαμβάνοντας αξιολόγηση των γεύσεων, της επίδρασης διαφόρων αναλογιών προπυλενικής γλυκόλης και γλυκερίνης λαχανικών και τυχαιοποιημένη εξέταση καπνιστών», καταλήγει η ερευνήτρια.