Η μελέτη των περίπου 53.000 ασθενών πρωτοβάθμιας περίθαλψης που δημοσιεύθηκε στο JAMA Network Open διαπίστωσε ότι οι γιατροί ήταν πιο πιθανό να υποβάλλουν τους ασθενείς που τους επισκέπτονται στην αρχή της ημέρας σε προσυμπτωματικό έλεγχο για καρκίνο, σε σχέση με αυτούς που τους επισκέπτονται αργά το απόγευμα.

Πιο αναλυτικά, κατά τη διάρκεια των ραντεβού που πραγματοποιήθηκαν στις 8 το πρωί, οι γιατροί συνέστησαν εξετάσεις για καρκίνο του μαστού στο 64% των γυναικών που εξέτασαν. Το ποσοστό αυτό μειώθηκε τις επόμενες ώρες, ανέκαμψε γύρω στο μεσημέρι και μειώθηκε ξανά καθώς πλησίαζε το απόγευμα: Στα ραντεβού των 5 μ.μ. οι γιατροί συνέστησαν προσυμπτωματικό έλεγχο του καρκίνουγια λιγότερο από το 48% των ασθενών.

Ένα παρόμοιο μοτίβο παρατηρήθηκε και στους ελέγχους για καρκίνο του παχέος εντέρου. Περίπου το 36% των ασθενών που εξετάστηκαν στις 8 το πρωί έλαβαν οδηγίες για προσυμπτωματικό έλεγχο, έναντι μόνο 23% αυτών με το ραντεβού των 5 μ.μ.

Επίσης, ο Δρ. Patel και η ομάδα του εξέτασαν κατά πόσο οι ασθενείς έλαβαν μια οδηγία εξέτασης στο πρώτο τους ραντεβού κατά την περίοδο της μελέτης και αν πράγματι πήγαν για την εξέταση αυτή μέσα στο επόμενο έτος.

Διαπίστωσαν, λοιπόν, ότι οι ασθενείς με τα ραντεβού το απόγευμα ήταν πολύ λιγότερο πιθανό να υποβληθούν σε εξέταση: Το ένα τρίτο των γυναικών με ραντεβού στις 8 το πρωί υποβλήθηκε σε εξετάσεις για καρκίνο του μαστού τον επόμενο χρόνο, έναντι 18% των ασθενών με τα ραντεβού των 5 μ.μ.. Τα ποσοστά των εξετάσεων για καρκίνο του παχέος εντέρου ήταν 28% και 18% αντίστοιχα.

Τα ευρήματα αυτά βασίζονται σε στοιχεία από ασθενείς του συστήματος υγείας του Πανεπιστημίου της Πενσυλβανία που είχαν ραντεβού πρωτοβάθμιας φροντίδας μεταξύ του 2014 και του 2016. Περισσότεροι από 19.000 πληρούσαν τις προϋποθέσεις για εξέταση καρκίνου του μαστού, ενώ πάνω από 33.000 πληρούσαν τις προϋποθέσεις για εξέταση καρκίνου του παχέος εντέρου.

Γιατί συμβαίνει αυτό;
Ο επικεφαλής ερευνητής και επίκουρος καθηγητής ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβανία, Δρ. Mitesh Patel πιστεύει ότι υπάρχει μια εξήγηση: Καθώς η μέρα προχωρά, οι γιατροί συχνά αποτυγχάνουν να τηρήσουν το χρονοδιάγραμμα που έχουν και έτσι δεν τους μένει χρόνος για συζητήσεις γύρω από τον προληπτικό έλεγχο του καρκίνου.

«Τόσο ο όγκος των πραγμάτων που πρέπει να γίνουν σε ένα τυπικό ιατρικό ραντεβού, από τις εξετάσεις ρουτίνας, μέχρι τη συζήτηση για τις διάφορες ανησυχίες του ασθενούς, όσο και η κόπωση του γιατρού μετά από ενδεχόμενες πολλαπλές αρνητικές απαντήσεις προηγούμενων ασθενών στην παρότρυνσή του για προληπτικό έλεγχο, ίσως επηρεάζουν αυτά τα αποτελέσματα», τονίζει ο Δρ. Patel.

«Αυτό μπορεί να είναι και μια υπενθύμιση ότι οι γιατροί είναι και άνθρωποι. Δουλεύουν κάτω από τους ίδιους ψυχολογικούς περιορισμούς και περιορισμούς λόγω κόπωσης, όπως όλοι οι άλλοι. Η αλήθεια είναι ότι δεν έχουν όλοι τη δυνατότητα να κλείσουν το ραντεβού τους στις 8 το πρωί, θα είναι καλό, όμως, τόσο οι γιατροί όσο και οι ασθενείς να γνωρίζουν ότι η ώρα της ημέρας μπορεί να επηρεάσει το επίπεδο της ιατρικής φροντίδας», δήλωσε ο Δρ. Jeffrey Linder, καθηγητής ιατρικής στο Northwestern University Feinberg School of Medicine του Σικάγο.

Η μελέτη αυτή, πάντως, δεν είναι η πρώτη που αναδεικνύει το γεγονός ότι οι γιατροί ασκούν διαφορετικά το λειτούργημά τους καθώς η μέρα προχωρά. Σε προηγούμενη μελέτη η ομάδα του Δρ. Patel βρήκε το μοτίβο που ισχύει για τα εμβόλια κατά της γρίπης: Και σε εκείνη την περίπτωση, οι ασθενείς που έκλειναν ραντεβού αργά το απόγευμα ήταν λιγότερο πιθανό να κάνουν τελικά το εμβόλιο.

Άλλοι ερευνητές έχουν διαπιστώσει ότι προς το τέλος της ημέρας, οι γιατροί πρωτοβάθμιας φροντίδας είναι πιο πιθανό να συνταγογραφήσουν ακατάλληλα αντιβιοτικά ή παυσίπονα, ενώ, σύμφωνα με τον Δρ. Patrel, και οι ασθενείς βρίσκονται σε μια βιασύνη προς το τέλος της ημέρας, ή αντιμετωπίζουν και οι ίδιοι κόπωση και δυσκολία στη λήψη αποφάσεων.