Στις οργουελικές σκηνές που παραπέμπουν σε δυστοπική ταινία επιστημονικής φαντασίας αλλά αποτελούν πέρα για πέρα πραγματικότητα και έχει δει όλος ο κόσμος από τη Σαγκάη και το σκληρό lockdown αναφέρθηκε ο Γιώργος Μαρκερτάκης, ένας Έλληνας που ζει στην μεγαλούπολη της Κίνας.

Μιλώντας στον ΑΝΤ1 το πρωί της Δευτέρας ο κ. Μαρκετάκης περιέγραψε την καθημερινότητα στην κινεζική πόλη με πολίτες να ουρλιάζουν γιατί δεν έχουν φάρμακα ή φαγητό, ενώ όπως είπε «από την 1η Απριλίου είμαστε κλεισμένοι στο διαμέρισμα, δεν μπορούσαμε να βγούμε από το διαμέρισμα για 40 ώρες, επειδή είχαμε ένα κρούσμα, μέχρι να το απομακρύνουν».

Ο Έλληνας, ο οποίος ζει στη Σανγκάη τα τελευταία χρόνια, εξήγησε ως προς την πολιτική που ακολουθείται από την κινεζική επαρχία ότι, «όταν εδώ και δύο χρόνια δεν έχεις κρούσματα και από τα 0 όταν πας στο 25.000 είναι πολλά κρούσματα».

«Το εμβόλιο δεν είναι υποχρεωτικό εδώ πέρα, ειδικά οι ηλικιωμένοι είναι ανεμβολίαστοι», εξήγησε και σημείωσε ότι, «σχεδόν όλα τα κρούσματα είναι ασυμπτωματικά, προσπαθούν να κρατήσουν το μηδέν κρούσματα, το zero policy». Ερωτηθείς για τις εικόνες που κυκλοφορούν από την Σανγκάη, εξήγησε πως, «κάποιες εικόνες ήταν στην αρχή, υπάρχει μεταξύ κουλτούρας διαφορά», προσθέτοντας πως,«είναι πολύ συνηθισμένη η χρήση του ρομπότ εδώ».

Δείτε βίντεο:

 

Τι συμβαίνει στην Κίνα; Επιβεβαιώθηκαν οι πρώτοι θάνατοι στη Σανγκάη μετά το lockdown

Εν τω μεταξύ σε όλο και μεγαλύτερη σύγχυση φαίνεται να περιέρχονται οι κρατικές αρχές στην Κίνα, εξαιτίας της δυσαρέσκειας των πολιτών ενάντια στα, πρωτοφανούς αυταρχισμού, περιοριστικά μέτρα κατά της πανδημίας. Τα κρούσματα Covid-19, κυρίως στη Σανγκάη πλέον ξεπερνούν τα 320.000 τις τελευταίες 45 ημέρες περίπου και αφ’ ότου ξέσπασε το νέο κύμα της πανδημίας στη χώρα, ενώ η βάναυση εφαρμογή των μέτρων στην Κίνα προκαλεί αποτροπιασμό σε όλο τον πλανήτη.

Οι υγειονομικές αρχές της Κίνας ανακοίνωσαν σήμερα τους πρώτους τρεις θανάτους ασθενών εξαιτίας επιπλοκών της COVID-19 στη Σαγκάη αφότου επιβλήθηκε lockdown στην κινεζική οικονομική πρωτεύουσα, στα τέλη του Μαρτίου.

Ο ασιατικός γίγαντας, όπου οι αρχές συνεχίζουν να εφαρμόζουν πολιτική «μηδέν κρουσμάτων» του νέου κορονοϊού, επισήμως δεν έχει καταγράψει παρά 4.641 θανάτους εξαιτίας της COVID-19 αφότου ταυτοποιήθηκε ο SARS-CoV-2 στο έδαφός της, στην πόλη Γουχάν, στα τέλη του 2019. Σε ανακοίνωσή του που μεταφορτώθηκε σε ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης, ο δήμος της Σαγκάης διευκρίνισε ότι οι τρεις ασθενείς που υπέκυψαν ήταν ηλικιωμένοι με υποκείμενα νοσήματα.

Οι δύο προηγούμενοι θάνατοι εξαιτίας της COVID-19 στην Κίνα είχαν ανακοινωθεί στα μέσα του Μαρτίου στην επαρχία Τζιλίν (βορειοανατολικά), που γειτονεύει με τη Βόρεια Κορέα.

Στη Σαγκάη επιβεβαιώθηκαν 19.831 ασυμπτωματικά κρούσματα του ιού το τελευταίο 24ωρο, από 21.582 το Σάββατο, ενώ καταγράφηκαν 2.417 συμπτωματικοί ασθενείς, από 3.238 την προηγουμένη.

Η κινεζική οικονομική πρωτεύουσα έχει μετατραπεί πλέον σε θέατρο της χειρότερης έξαρσης της πανδημίας από την εκδήλωση της υγειονομικής κρίσης, με δεκάδες χιλιάδες κρούσματα να επιβεβαιώνονται καθημερινά.

Στη μητρόπολη έχουν γίνει πάνω από 200 εκατομμύρια εξετάσεις νουκλεϊκού οξέος από τη 10η Μαρτίου, στο πλαίσιο της προσπάθειας των αρχών να θέσουν υπό έλεγχο την κατάσταση.

Οι 25 εκατομμύρια κάτοικοι της Σαγκάης παραμένουν υπό αυστηρό περιορισμό από τα τέλη του περασμένου μήνα και αρκετοί διαμαρτύρονται για προβλήματα εφοδιασμού, μεταξύ άλλων.

Η κεντρική κυβέρνηση, από τη μία παραμένει ανυποχώρητη στην εφαρμογή του δόγματος «μηδενική Covid-19» με εκτεταμένο και δρακόντεια αυστηρό lockdown. Ταυτόχρονα, όμως, έχει τεθεί προθεσμία έως την Τετάρτη προκειμένου να αρθούν τα αυστηρά περιοριστικά μέτρα, κυρίως για χάρη της οικονομίας, η οποία πλήττεται σοβαρά και πολύπλευρα το τελευταίο διάστημα.

Το κυβερνών Κομμουνιστικό Κόμμα εξέδωσε εγκύκλιο με οδηγίες για τους κατά τόπους αρμόδιους φορείς σχετικά με το πώς θα γίνει η άρση των μέτρων. Αυτό προϋποθέτει την εντατικοποίηση των ελέγχων και την άμεση μεταφορά των νοσούντων σε εγκαταστάσεις καραντίνας.

Με 45 πόλεις σε όλη τη χώρα και 373 εκατ. κατοίκους να τελούν υπό αυστηρό περιορισμό σε κάποιας μορφής καραντίνα, η Κίνα πολιορκείται ξανά από την Covid-19. Πέραν του αμιγώς υγειονομικού σκέλους, περίπου το 40% της οικονομικής ζωής της χώρας έχει τεθεί σε μερική ή ολική παύση. Ταυτόχρονα, οι θλιβερές σκηνές κοινωνικού χάους από τη Σανγκάη και άλλες μεγαλουπόλεις της Κίνας, με τις συγκρούσεις μεταξύ πολιτών, αστυνομικών και υγειονομικών υπαλλήλων, τον εγκλεισμό σε στρατόπεδα καραντίνας, την καταναγκαστική απομάκρυνση γονέων από παιδιά κ.λπ, απηχούν με απόλυτη παραστατικότητα την αδιαλλαξία της κεντρικής κυβέρνησης. Η οποία εμφανίζεται αποφασισμένη να επιβάλει, ακόμη και δια της βίας, την καθολική και απαρέγκλιτη εφαρμογή της πολιτικής της σε σχέση με την Covid-19.

Αυτή η επιμονή όμως στη «μηδενική ανοχή» απέναντι στον κορωνοϊό έχει καταστεί πλέον προβληματική, καθώς έχει πάψει να αποδίδει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Και, βέβαια, προσιδιάζει όλο και περισσότερο στον αυταρχισμό ενός ολοκληρωτικού καθεστώτος. Κυρίως όμως γεννά αγωνιώδη ερωτηματικά σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο -ή ακόμη και εντός Κίνας: Τι είναι αυτό που γνωρίζει ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ μαζί με τους επιτελείς του στην κυβέρνηση, ώστε να διατάσσουν την εφαρμογή και επιτήρηση των σκληρών περιοριστικών μέτρων χωρίς την παραμικρή επιείκεια; Μήπως η εκδοχή του νέου κορωνοϊού, η οποία είναι κυρίαρχη στην Κίνα κατά την τρέχουσα περίοδο, δεν είναι απλώς μια από τις γνωστές παραλλαγές της μετάλλαξης «Ο», αλλά μια πολύ πιο επικίνδυνη, πολύ πιο μεταδοτική μορφή της Covid-19;

Οι υποψίες ότι κάτι πολύ σοβαρό κρύβεται πίσω από την, κρατικά ενορχηστρωμένη, υστερία στην Κίνα ενισχύονται από α) την αδικαιολόγητη βαναυσότητα των ενεργειών εις βάρος των απλών πολιτών και β) την επιλογή της κυβέρνησης να επιμείνει στην τακτική των ασφυκτικών lockdown, παρά τα τεράστια προβλήματα που προξενεί αυτού του είδους η τακτική στην εθνική οικονομία της χώρας, με την καταστροφική επιβράδυνση της πρωτογενούς παραγωγής, της διακίνησης αγαθών κ.ο.κ. Οπότε, κατά συνέπεια, όλος ο υπόλοιπος πλανήτης έχει λόγους να ανησυχεί έντονα για τις εξελίξεις στην Κίνα.

Ο πιο βασικός εξ αυτών είναι, προφανώς, υγειονομικής φύσης και έχει να κάνει με τη διασπορά μιας παράλλαξης του κορωνοϊού η οποία θα είναι ενδεχομένως χειρότερη από κάθε προηγούμενη. Αν ισχύει κάτι τέτοιο, τότε είναι ζήτημα χρόνου η παραλλαγή να διαφύγει εκτός Κίνας, όπως έγινε στο τέλος του 2019 και να οδηγήσει σχεδόν σύσσωμη την ανθρωπότητα ξανά σε μια απέραντη καραντίνα, ξυπνώντας μνήμες από την αρχική, εφιαλτική περίοδο της πανδημίας. Ωστόσο, είτε υπάρχει μια κινεζική «μετάλλαξη-φάντασμα» είτε όχι, ο αντίκτυπος των lockdown εκεί μπορεί να δυναμιτίσει την παγκόσμια οικονομία -και δη σε μια περίοδο που ο πόλεμος στην Ουκρανία επιφέρει ανατροπές μεγάλης κλίμακας στην εφοδιαστική αλυσίδα και σε ένα πολύ μεγάλο φάσμα τομέων οι οποίοι ποικίλλουν από την ενέργεια, τα λιπάσματα, τις πρώτες ύλες για τις κατασκευές, έως τους ημιαγωγούς και τις συσκευές ψηφιακής τεχνολογίας. Σε όλα αυτά τα αγαθά, η Κίνα κατέχει πρωταγωνιστικό ρόλο στην αγορά -και, μάλιστα, με οικουμενικό βεληνεκές δραστηριοτήτων.

Χωρίς τα εμβόλια της Δύσης

Βάσει της πληροφόρησης των διεθνών οργανισμών αλλά και των ΜΜΕ, η παρούσα έξαρση των κρουσμάτων Covid-19 αποδίδεται στην μετάλλαξη «Ομικρον» του νέου κορωνοϊού και συγκεκριμένα στην παραλλαγή με τον κωδικό BA.2. Η εκτίναξη στον αριθμό των νοσούντων είναι πιο έντονη από οπουδήποτε αλλού στη Σανγκάη, μια μητρόπολη με 25 εκατ. κατοίκους, η οποία έχει τεθεί σε καθεστώς σκληρού lockdown επί τουλάχιστον τρεις εβδομάδες, γεγονός που, σε αρκετές περιπτώσεις, πυροδότησε έντονη και μαζική λαϊκή δυσαρέσκεια.

Οι ακραίες αντιδράσεις του κινεζικού κράτους, επί του παρόντος τουλάχιστον, δεν αποδίδονται τόσο στην επικινδυνότητα του συγκεκριμένου τύπου Covid, αλλά στις ιδιαιτερότητες της Κίνας, ειδικά σε ό,τι αφορά στην αναχαίτιση της πανδημίας. Διότι, αφενός το προηγούμενο διάστημα η πολιτική της «μηδενικής Covid» απέδωσε θεαματικά αποτελέσματα, περιορίζοντας τις νέες μολύνσεις σε μερικές χιλιάδες κρούσματα, ποσοστό σχεδόν αμελητέο σε σχέση με το συνολικό πληθυσμό της Κίνας ο οποίος αγγίζει το 1,4 δισ. ανθρώπους. Αφ’ ετέρου, όμως, στη συγκεκριμένη χώρα απαγορεύεται δια νόμου η εισαγωγή εμβολίων κατά της Covid-19 από τη Δύση. Η άμεση συνέπεια αυτού του μέτρου, είναι ότι στην Κίνα είναι διαθέσιμα μόνο τα εμβόλια συμβατικής βιοτεχνολογίας και όχι τα προηγμένα -και πολύ πιο αποτελεσματικά- τύπου mRNA, όπως πχ αυτά των Pfizer, Moderna κ.α.

Σύμφωνα με τον κορυφαίο Κινέζο επιδημιολόγο, Ζονγκ Νανσάν, «η χώρα δεν ήταν προετοιμασμένη για την ‘Ομικρον’. Τα μέτρα που έλαβαν οι τοπικές αρχές για να αποτρέψουν ή να ελέγξουν την έξαρση των κρουσμάτων στη Σανγκάη δεν ήταν επαρκή. Οπως δεν ήταν επαρκής η κατανόηση των χαρακτηριστικών της παραλλαγής ‘Ομικρον’. Η οποία εμφανίζει πολύ αυξημένη μεταδοτικότητα, προκαλεί σχετικώς ήπια συμπτώματα και παρομοίως χαμηλή θνησιμότητα, σε σύγκριση με την παραλλαγή ‘Δέλτα’».

Παρά την ασφυκτική λογοκρισία που εφαρμόζει το καθεστώς του Σι Τζινπίνγκ, υπάρχουν Κινέζοι επιστήμονες οι οποίοι αμφισβητούν την αποτελεσματικότητα των αυστηρών περιοριστικών μέτρων. Επισημαίνουν ότι η κυβέρνηση κυνηγά το πρακτικώς ανέφικτο, εφόσον τα τεστ PCR δεν έχουν την απαιτούμενη ακρίβεια διάγνωσης, ενώ ταυτόχρονα το ολοκληρωτικό κλείσιμο των συνόρων παραμένει ανθρωπίνως αδύνατο.

Ο Λέονγκ Χοε Ναμ, επιδημιολόγος σε ένα από τα μεγαλύτερα νοσοκομεία της Σιγκαπούρης σχολιάζει χαρακτηριστικά ότι «η κινεζική κυβέρνηση είναι αδιανόητα ανελαστική. Επιμένει ακλόνητη στο να εξοστρακίσει την Covid-19, αλλά προσωπικά πιστεύω ότι αυτό είναι όνειρο θερινής νυκτός».

Από την πλευρά της, η κυβέρνηση επαναλαμβάνει μέσω των δημοσιογραφικών φερεφώνων της, ότι «στην Κίνα δεν τίθεται θέμα να ζήσουμε με την Covid, όπως κάνουν οι περισσότερες χώρες στη Δύση. Οι θάνατοι θα πολλαπλασιαστούν αμέσως με την πλήρη απελευθέρωση και την κατάργηση των περιοριστικών μέτρων».

Οικονομία στην εντατική

Η κινεζική κυβέρνηση προσπαθεί να λύσει δια ροπάλου το πολυσύνθετο, κρίσιμης σημασίας και σύμφυτο με την πανδημία πρόβλημα: Το πώς θα συνδυαστεί η προστασία της δημόσιας υγείας με την κανονική λειτουργία της οικονομίας -και δη μιας οικονομίας με τα κολοσσιαία μεγέθη μιας καπιταλιστικής υπερδύναμης, όπως η κομμουνιστική Κίνα. Δεν ήταν συμπτωματικό, άλλωστε, ότι στο διάστημα 2018-2021 στην Κίνα σημειώθηκε η μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξη από κάθε άλλη χώρα που συμπεριλαμβάνεται στο κλαμπ των πλουσιότερων χωρών της υδρογείου, τους G20.

Είναι σαφές ότι η εμμονή στα εκτεταμένα, δρακόντεια lockdown, πλήττει ολόπλευρα την οικονομική ζωή, γεγονός που αποτυπώνεται σε βασικούς δείκτες, όπως αυτών της κίνησης εμπορευμάτων, ο οποίος μειώθηκε κατά 25%, στη διάρκεια μόνο της πρώτης εβδομάδας του Απριλίου. Τον προηγούμενο μήνα, οι πωλήσεις νέων αυτοκινήτων, ένα μέγεθος που συνήθως απηχεί τη θετική ψυχολογία του καταναλωτικού κοινού, έπεσε κατά 10 ολόκληρες ποσοστιαίες μονάδες. Ταυτόχρονα, εκφράζονται φόβοι για την προοπτική ραγδαίας αύξησης του πληθωρισμού, ακόμη και για υποτίμηση του εθνικού νομίσματος, ρεύμα αποεπένδυσης και, γενικότερα, ό,τι άλλο συνεπάγεται η μετάβαση μιας έως πρότινος ευημερούσας οικονομίας σε φάση ύφεσης.

Στο επίπεδο των απλών Κινέζων πολιτών κυριαρχεί η αγωνία για την επάρκεια αγαθών πρώτης ανάγκης, ο φόβος και η ανασφάλεια για το μέλλον. Όπως είναι λογικό, όταν οι Κινέζοι κάνουν μαζικές παραγγελίες για επιπλέον ψυγεία και καταψύκτες ώστε να συντηρούν τις προμήθειές τους σε τρόφιμα -αφού προηγουμένως κάνουν επιδρομή στα σούπερ-μάρκετ, δεν έχουν καμία διάθεση να ξοδέψουν τα χρήματά τους σε οτιδήποτε άλλο πέραν των αμέσως απαραίτητων ειδών για την επιβίωσή τους.

Ο προϋπολογισμός της Κίνας για το 2022 προέβλεπε ανάπτυξη με ρυθμό 5,5%. Εντούτοις, όπως έχουν διαμορφωθεί πλέον τα δεδομένα, μοιάζει όλο και πιο απίθανο να επιτευχθεί ο συγκεκριμένος στόχος.

Σε μια προσπάθεια εκ των άνωθεν τόνωσης της αγοράς, η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας μείωσε το ελάχιστο απαιτούμενο αποθεματικό, απελευθερώνοντας κατ’ αυτό τον τρόπο περίπου 83 δισ. δολάρια, τα οποία ιδανικά θα διοχετευθούν μέσω του χρηματοπιστωτικού τομέα σε νέες χορηγήσεις δανείων.

Παρόλ’ αυτά, όταν η κινεζική πλουτοκρατία της Σανγκάης αγωνίζεται να εξασφαλίσει επαρκείς προμήθειες για την, απροσδιόριστης διάρκειας, καραντίνα και όταν στην Ταϊγιουάν, την πρωτεύουσα της επαρχίας Σανξί όπου παράγονται εκατομμύρια τόνοι άνθρακα κάθε χρόνο επιτρέπεται η είσοδος αλλά όχι η έξοδος και όταν στο βιομηχανικό κέντρο της Κουνσάν έχει διακοπεί η κυκλοφορία μέσων μαζικής μεταφοράς, κάθε συζήτηση για την επιτάχυνση της παραγωγής ώστε να καλυφθούν οι ελλείψεις που συσσωρεύτηκαν εξαιτίας της πανδημίας από το 2020 έως σήμερα, είναι εκ των πραγμάτων κενή νοήματος.

Χαρακτηριστικό δείγμα του άμεσου αρνητικού αντικτύπου που έχει η αντεπίθεση της Covid-19 στην Κίνα, αποτελούν οι περιπτώσεις βιομηχανιών όπως πχ η Pegatron, η δεύτερη μεγαλύτερη μονάδα συναρμολόγησης iPhone στον κόσμο, η οποία εδρεύει στη Σανγκάη. Επί του παρόντος και προκειμένου να συμμορφωθεί προς τα κυβερνητικά μέτρα, έχει διακόψει τη λειτουργία της μέχρι νεωτέρας εντολής.

Οι απαγορεύσεις, όμως, στραγγαλίζουν και τον γεωργικό τομέα, καθώς η επιβολή των περιοριστικών μέτρων συμπίπτει με την περίοδο της σποράς στις περιοχές όπου παράγεται ο μεγαλύτερος όγκος των αγροτικών προϊόντων της Κίνας.

Στην επαρχία Τζιλίν, όπου οι καλλιέργειες αντιστοιχούν στο 20% της συνολικής κινεζικής παραγωγής, εκατοντάδες χιλιάδες αγρότες μένουν αποκλεισμένοι κατ’ οίκον. Παράλληλα, αντιμετωπίζουν πολύ σοβαρές ελλείψεις σε λιπάσματα, ως αποτέλεσμα των ίδιων προβλημάτων με τα lockdown που αναγκάζουν τις αντίστοιχες βιομηχανίες να διακόψουν τη λειτουργία τους.

Ομοίως πράττουν, αναγκαστικά, δεκάδες πολυεθνικές εταιρείες που διαθέτουν γραμμές παραγωγής στην Κίνα, όπως φερ’ ειπείν η γερμανική κατασκευάστρια ανταλλακτικών αυτοκινήτων Bosch, η οποία κατέβασε διακόπτες σε δύο γιγαντιαία εργοστάσιά της. Οπότε, το γεγονός ότι πχ ο χρόνος αναμονής για ένα καινούργιο αυτοκίνητο στην Ελλάδα πλησιάζει ή και ξεπερνά το 1 έτος, συναρτάται αμέσως ή εμμέσως, με το πώς η Κίνα αντιλαμβάνεται την αναχαίτιση της νέας επέλασης του κορωνοϊού.