Καμπανάκι κινδύνου για κορύφωση του τρίτου κύματος τον Μάιο, γύρω στο Πάσχα, εάν δε ληφθούν περαιτέρω μέτρα, έκρουσε ο καθηγητής Περιβαλλοντικής και Υγειονομικής Μηχανικής του ΑΠΘ,  Δημοσθένης Σαρηγιάννης, μιλώντας στον ΣΚΑΪ.

Όπως σημείωσε είναι σημαντικό ότι λήφθηκαν τα μέτρα προληπτικά κι εκεί που έπρεπε στοχευμένα, καθώς αποτελούν ένα πρώτο ανάχωμα στο τρίτο κύμα. «Είναι πολύ σωστή η στρατηγική της γεωγραφικά διαφοροποιημένης λήψης μέτρων, γιατί το επιδημιολογικό φορτίο είναι διαφοροποιημένο ανά περιοχή. Το ζήτημα είναι κατά πόσο θα χρειαστεί θα ληφθούν περαιτέρω μέτρα για την αντιμετώπιση του», ανέφερε ο κ. Σαρηγιάννης.

Πρόσθεσε δε ότι είναι πολύ θετικά τα μηνύματα που έρχονται από το Ηνωμένο Βασίλειο, με βάση τα οποία η αυξημένη μεταδοτικότητα της βρετανικής μετάλλαξης δεν είναι στο 50%, όπως έλεγαν μέχρι τώρα, αλλά γύρω στο 30%«Κι αυτό είναι πολύ σημαντικό γιατί μειώνει την ένταση του τρίτου κύματος. Μας δίνει μεν ένα τρίτο κύμα, αλλά πιο ήπιο», επισήμανε.

Ωστόσο, ο καθηγητής του ΑΠΘ τόνισε ότι «η πίεση θα αυξηθεί, γιατί θα υπάρξει και η διασπορά των μεταλλαγμένων στελεχών και η διασπορά του κυρίαρχου στελέχους στην ελληνική κοινότητα. Στην κορύφωσή του το τρίτο κύμα θα φτάσει τον Μάιο, γύρω στο Πάσχα, αλλά ίσως μια κρίσιμη ημερομηνία είναι η 21η Μαρτίου, οπότε και θεωρώ ότι θα υπάρχει πίεση στις ΜΕΘ της Αττικής. Αυτή τη στιγμή η πληρότητά τους βρίσκεται στο 65% και την 21η Μαρτίου εκτιμώ ότι θα φτάσει στο 100%, αν δε ληφθούν μέτρα».

Ο ίδιος εξέφρασε την εκτίμηση ότι την επόμενη εβδομάδα θα καταγραφεί μείωση των κρουσμάτων και η πανδημία θα αρχίσει να ενισχύεται και πάλι γύρω στις 17 Φεβρουαρίου με μια κλίση που θα είναι αξιοσημείωτη και τότε θα πρέπει να ληφθούν περαιτέρω μέτρα.

Ερωτηθείς σχετικά με τα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν, αυτά είναι η αύξηση της τηλεργασίας στο 70%, προκειμένου να σπάσει η αλυσίδα από τη μεριά των ενηλίκων, επισημαίνοντας ότι όσο «κρατιόμαστε σε χαμηλό βαθμό διασποράς, τα δημοτικά σχολεία μπορούν να λειτουργούν».

Σε ό,τι αφορά στους εμβολιασμούς, ο κ. Σαρηγιάννης υπογράμμισε ότι αν εμβολιαστεί ένα ποσοστό 20%-30% του πληθυσμού γρήγορα, θα δημιουργηθεί ένα σημαντικό ανάχωμα. «Ναι μεν δε θα πρέπει να κυκλοφορούμε χωρίς μάσκα, γιατί ο κίνδυνος ακόμα θα υπάρχει γύρω μας, αλλά οι άνθρωποι που θα είναι διαθέσιμοι για να μεταδώσουν τον ιό θα είναι λιγότεροι. Άρα δε θα είμαστε σε ανοσία της αγέλης, αλλά θα είμαστε σε πολύ καλύτερη κατάσταση υγειονομικά».