Ο φαρµακευτικός κλάδος βρίσκεται τους τελευταίους µήνες στο προσκήνιο στην Ελλάδα, όπως και σε όλο τον κόσµο, καθώς σε αυτόν έχουν εναποτεθεί οι ελπίδες για εµβόλια και φάρµακα για τον κορωνοϊό – ελπίδες που πραγµατώνονται πλέον σταδιακά. Ωστόσο, στην ελληνική πραγµατικότητα τα µείζονα προβλήµατα του φαρµακευτικού χώρου (υποχρηµατοδότηση της δηµόσιας φαρµακευτικής δαπάνης, αδυναµία ελέγχου της πορείας της δαπάνης και τεράστια υπέρβαση, καθυστέρηση στην πρόσβαση των Ελλήνων ασθενών στα νέα φάρµακα) έχουν µεγεθυνθεί κατά την επιδηµία και οι µεταρρυθµίσεις που εκκρεµούν αποτελούν τη «σωτήρια» θεραπεία που καθυστερεί δραµατικά.

Την αναγκαιότητα της υλοποίησης των µεταρρυθµίσεων στο πεδίο της φαρµακευτικής πολιτικής υπογραµµίζει στο «business stories» ο πρόεδρος του Συνδέσµου Φαρµακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ) Ολύµπιος Παπαδηµητρίου, επισηµαίνοντας ότι τα οφέλη αφορούν πρωτίστως τους ασθενείς. Επαναφέρει επίσης την πρόταση του ΣΦΕΕ προς την κυβέρνηση για την υπογραφή ενός Συµφώνου Συνεργασίας Πολιτείας – Φαρµακοβιοµηχανίας, το οποίο θα αναβαθµίσει το Εθνικό Σύστηµα Υγείας, εξασφαλίζοντας την πρόσβαση των ασθενών στις θεραπείες αλλά και ένα προβλέψιµο και ισορροπηµένο περιβάλλον για τους δύο εταίρους.

Επαναχάραξε η πανδηµία τις προτεραιότητες και τις ανάγκες του φαρµακευτικού κλάδου στην Ελλάδα;
Ελπίζω πρώτιστα η πανδηµία να επαναχάραξε τις προτεραιότητες για την Πολιτεία, αφού κατέδειξε ότι η διασφάλιση της δηµόσιας υγείας δεν αποτελεί απλώς συνταγµατική υποχρέωσή της προς τους πολίτες, αλλά τον κεντρικό πυλώνα πάνω στον οποίο στηρίζεται η οικονοµία και εν γένει η λειτουργία και ευηµερία κάθε σύγχρονης κοινωνίας. Η ίδια η κοινοτική Επίτροπος, η κυρία Στέλλα Κυριακίδου, έχει τονίσει επανειληµµένως ότι «η πανδηµία ανέδειξε µε τον πιο ξεκάθαρο τρόπο την ανάγκη για πιο ανθεκτικά συστήµατα δηµόσιας υγείας, για περισσότερο και πιο άµεσο συντονισµό και καλύτερη προετοιµασία στην αντιµετώπιση µελλοντικών κρίσεων». Μένει να φανεί, κυρίως στη µετά COVID-19 εποχή, ποιες µεταρρυθµιστικές κινήσεις θα γίνουν στον χώρο της Υγείας αλλά και στον χώρο του φαρµάκου, που ταλαιπωρείται εδώ και χρόνια από απουσία στρατηγικής και από αποσπασµατικές, πυροσβεστικές αποφάσεις που δεν αντιµετωπίζουν τα ζητήµατα στοχεύοντας στις αιτίες που τα προκαλούν.
Η φαρµακοβιοµηχανία στην Ελλάδα ανταποκρίθηκε άµεσα στις αυξηµένες ανάγκες του συστήµατος υγείας λόγω COVID-19. Ο ΣΦΕΕ εξασφάλισε επάρκεια φαρµάκων για τους Ελληνες και πρόσφερε νοσοκοµειακό εξοπλισµό για ΜΕΘ και φαρµακευτικό-υγειονοµικό υλικό στις υγειονοµικές µονάδες, ύψους πάνω από 2,2 εκατ. ευρώ. Η ανάπτυξη εµβολίων και φαρµάκων για τον κορωνοϊό, µέσα σε λίγους µήνες, µε τη συνεργασία επιστηµόνων, φορέων, εταιρειών και κρατών, ανέδειξε, µεταξύ άλλων, κάτι που υποστηρίζει και αναδεικνύει χρόνια ο ΣΦΕΕ, την αξία των κλινικών µελετών.

Εκτιµάτε πως ό,τι επιτεύχθηκε µπορεί να λειτουργήσει θετικά για την αύξηση των κλινικών µελετών;
Στον τοµέα των κλινικών µελετών η Ελλάδα, αν και διαθέτει υψηλές δυνατότητες, υπολείπεται σηµαντικά στην αξιοποίηση των ευκαιριών. Αν φτάναµε στον ευρωπαϊκό µέσο όρο, αυτό θα σήµαινε τη δηµιουργία 23.000 θέσεων εργασίας και 1,1 δισ. αύξηση του ΑΕΠ, µε τα επιπρόσθετα οφέλη της άµεσης πρόσβασης των ασθενών σε καινοτόµες θεραπείες και την απόκτηση τεχνογνωσίας από το ιατρικό προσωπικό.
Οι επενδύσεις σε κλινικές µελέτες παράγουν οφέλη για ασθενείς, υποδοµές, επιστηµονικό δυναµικό και φυσικά για την οικονοµία. Ωστόσο, το κονδύλι των 100 εκατ. ευρώ που έχει οριστεί ετησίως γι’ αυτόν τον συµψηφισµό θα πρέπει τουλάχιστον να διπλασιαστεί. Επιπλέον, σε θετική κατεύθυνση είναι και η φορολογική έκπτωση 200% των επενδύσεων σε έρευνα και ανάπτυξη.
Απαιτείται πολλή δουλειά σε άλλους τοµείς, όπως ένα ενιαίο και απλό πλαίσιο διαδικασιών, η µείωση της γραφειοκρατίας, η κινητοποίηση των διοικητικών µηχανισµών ΥΠΕ και νοσοκοµείων και φυσικά η θέσπιση κινήτρων για αύξηση της απασχόλησης στη φαρµακοβιοµηχανία.

Παρατηρείται ακόµη το πρόβληµα της καθυστέρησης έως και δύο χρόνια της κυκλοφορίας νέου φαρµάκου στη χώρα, ιδίως για σοβαρές παθήσεις;
H σκληρή αλήθεια είναι ότι η υπάρχουσα φαρµακευτική πολιτική δυσχεραίνει την εισαγωγή νέων καινοτόµων φαρµάκων και στερεί από τους Ελληνες ασθενείς την πρόσβαση σε σωτήριες θεραπείες. Αυτή είναι η πραγµατικότητα και δεν εξωραΐζεται. Είναι γεγονός ότι τελευταία καταβάλλονται προσπάθειες για την επιτάχυνση των διαδικασιών, αλλά στηρίζονται στην υπερπροσπάθεια µεµονωµένων ανθρώπων και όχι στη λειτουργία πιο αποτελεσµατικών δοµών. Φοβάµαι πως αυτή η προσέγγιση δεν θα αποδώσει. Είναι λυπηρό η επιστήµη να βρίσκει απαντήσεις και οι πολίτες -και µάλιστα µιας ευρωπαϊκής χώρας- να µην απολαµβάνουν τα οφέλη της, την ώρα που τα χρειάζονται. Η ανάγκη για δηµιουργία ανεξάρτητου οργανισµού για αξιολόγηση και διαπραγµάτευση είναι επιτακτική και δεν αίρεται από την ελαφρώς βελτιωµένη τον τελευταίο καιρό εικόνα.

Βασικά σας αιτήµατα ως κλάδου, µετά και την οικονοµική κρίση, είναι η αύξηση της δηµόσιας φαρµακευτικής δαπάνης, καθώς και η επαναξιολόγηση του µηχανισµού επιστροφών (clawback). Υπάρχει κάποια εξέλιξη επ’ αυτών;
Η υποχρηµατοδότηση του συστήµατος υγείας, η φοροεισπρακτική πολιτική που εδώ και χρόνια ακολουθείται και, το κυριότερο, η αδυναµία ελέγχου της πορείας της φαρµακευτικής δαπάνης οδηγεί στην άνευ ορίων επιβάρυνση των φαρµακευτικών εταιρειών (για το 2020 το clawback υπολογίζεται πάνω από 2 δισ. ευρώ).
Σε πέντε διαδοχικές εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Εποπτείας (Enhanced Surveillance Reports) επισηµαίνεται ότι η υλοποίηση του clawback, στην παρούσα µορφή, εµφανίζεται να θέτει κινδύνους για τη βιοµηχανία (επιχειρηµατικός κίνδυνος), το ευρύτερο οικοσύστηµα (ηθικός κίνδυνος), καθώς και τα δηµόσια οικονοµικά (δηµοσιονοµικός κίνδυνος). Η εφαρµογή των µεταρρυθµίσεων θα εξορθολόγιζε τη ζήτηση, θα απελευθέρωνε πόρους και θα αναβάθµιζε τις παρεχόµενες υπηρεσίες. Εκεί είναι η λύση. Οι χρηµατοδοτικές ενέσεις στο σύστηµα είναι απαραίτητες, αλλά είναι πολύ µικρές, για να εξωραΐσουν την εικόνα και, κυρίως, δεν αντιµετωπίζουν το πρόβληµα στη ρίζα του.

Στην πρόσφατη έκθεση της Επιτροπής Πισσαρίδη για το νέο αναπτυξιακό µοντέλο της χώρας γίνεται ειδική αναφορά στις µεταρρυθµίσεις για µια βιώσιµη φαρµακευτική πολιτική. Εσείς ως κλάδος έχετε καταθέσει συγκεκριµένες προτάσεις προς την κυβέρνηση. Τι αναµένετε;

Ο ΣΦΕΕ έχει υποβάλει τεκµηριωµένο σχέδιο σηµαντικών παρεµβάσεων σε 7 πυλώνες για ένα βιώσιµο σύστηµα υγείας, µε ασθενοκεντρικό χαρακτήρα, που κινείται στην κατεύθυνση της ολοκλήρωσης των µεταρρυθµίσεων και της αναπροσαρµογής της δαπάνης στη βάση των επιδηµιολογικών αναγκών, ενώ θεωρεί εχέγγυο επιτυχίας τον επιµερισµό του κινδύνου των υπερβάσεων. Ευελπιστούµε ότι η κυβέρνηση θα λάβει υπόψη της την Εκθεση Πισσαρίδη στον σχεδιασµό της φαρµακευτικής πολιτικής, που κινείται στην ίδια κατεύθυνση. Ευελπιστούµε ότι η πρότασή µας µπορεί να οδηγήσει σε ένα Σύµφωνο Συνεργασίας Πολιτείας – Φαρµακοβιοµηχανίας, το οποίο θα αναβαθµίσει το Εθνικό Σύστηµα Υγείας, µε την εξασφάλιση πρόσβασης των ασθενών στις θεραπείες αλλά και µε τη διασφάλιση ενός προβλέψιµου και ισορροπηµένου περιβάλλοντος για τους εταίρους. Το τελευταίο αναδείχθηκε και από την πρόσκληση για τηλεδιάσκεψη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, την προηγούµενη βδοµάδα, σε ανώτερα στελέχη διεθνών φαρµακευτικών εταιρειών, στην οποία συµµετείχαν κυρίως ελληνικής καταγωγής επιστήµονες. Ως στόχος τέθηκε η δηµιουργία ενός οδικού χάρτη µε υλοποιήσιµες προτάσεις για την ανάπτυξη ενός ισχυρού και ανταγωνιστικού βιοφαρµακευτικού κλάδου στην Ελλάδα. Είναι σηµαντικό να προτεραιοποιείται η επένδυση στη φαρµακευτική καινοτοµία στη χώρα µας, αλλά είναι εξίσου σηµαντικό να αναγνωρίζεται και η αξία του παραγόµενου προϊόντος της καινοτοµίας αυτής, όταν χρησιµοποιείται στην πράξη.