Ερευνητές της μελέτης που δημοσιεύτηκε από την Αμερικανική Εταιρεία Ψυχολογίας τοποθέτησαν ένα υγιεινό και ένα παχυντικό επιδόρπιο (φρέσκα φρούτα στην πρώτη περίπτωση και τσιζκέικ λεμόνι στη δεύτερη) στην αρχή και στο τέλος της σειράς του μπουφέ μιας καφετέριας.

Μέσω αυτού του πειράματος και τριών άλλων που διεξήχθησαν διαδικτυακά, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι όταν οι πελάτες διάλεγαν πρώτα το τσιζκέικ, στη συνέχεια επέλεγαν ένα πιο υγιεινό κυρίως πιάτο, με αποτέλεσμα τελικά να καταναλώνουν λιγότερες συνολικά θερμίδες, από εκείνους που επέλεγαν πρώτα το φρούτο. Τα ίδια αποτελέσματα παρατηρήθηκαν και όταν το επιδόρπιο τοποθετήθηκε στο τέλος της σειράς του μπουφέ.

«Πιστεύουμε ότι οι πελάτες που επέλεξαν το λιπαρό επιδόρπιο, μετά επέλεξαν ένα πιο υγιεινό κυρίως πιάτο για να… επανορθώσουν για την παχυντική επιλογή τους όσον αφορά το επιδόρπιο. Αντίστοιχα, εκείνοι που έκαναν την αντίθετη επιλογή, πιθανόν να σκέφτηκαν ότι έκαναν ήδη κάτι καλό για την υγεία τους, οπότε δικαιούνται μια ατασθαλία στη συνέχεια» σχολιάζει ο Martin Reimann, επίκουρος καθηγητής μάρκετινγκ στο Πανεπιστήμιο της Αριζόνα και ένας από τους επικεφαλής συγγραφείς της μελέτης.

Τα αποτελέσματα τόσο στο πείραμα της καφετέριας, όσο και σε αυτά των διαδικτυακών υπηρεσιών παραγγελίας φαγητού ήταν κοινά, με εξαίρεση τους συμμετέχοντες που δήλωσαν ότι είναι πολύ αγχωμένοι και στη συνέχεια διάλεξαν το λιπαρό επιδόρπιο. Για αυτούς, οι ερευνητές είδαν ότι είναι πιο πιθανό να συνεχίσουν να κάνουν ανθυγιεινές επιλογές τόσο στο φαγητό και στο επιδόρπιό τους.

Στο πείραμα της καφετέριας ερωτήθηκαν 134 συμμετέχοντες. Όσοι διάλεξαν πρώτα το λιπαρό επιδόρπιο κατανάλωσαν συνολικά 30% λιγότερες θερμίδες κατά μέσο όρο, ενώ ήταν δύο φορές πιθανότερο να διαλέξουν ένα πιο υγιεινό κυρίως πιάτο και από εκείνους που επέλεξαν το ίδιο επιδόρπιο αλλά στο τέλος του μπουφέ.

Στο πρώτο διαδικτυακό πείραμα, οι απαντήσεις των 160 συμμετεχόντων ήταν παρόμοιες με αυτές του πειράματος της καφετέριας, όπως επίσης και στο δεύτερο με τους 180 συμμετέχοντες. Στο τρίτο πείραμα με τους 296 συμμετέχοντες, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η νοητική κατάσταση των ερωτηθέντων επηρέαζε τις επιλογές του φαγητού, καθώς αυτοί με περιορισμένες γνωστικές ικανότητες παρουσίασαν τα ίδια αποτελέσματα με τα προηγούμενα πειράματα, ενώ εκείνοι με αυξημένες γνωστικές ικανότητες ήταν πιθανότερο να διαλέξουν κυρίως πιάτο και επιδόρπιο υψηλής θερμιδικής αξίας.

«Οι άνθρωποι θα πρέπει να γνωρίζουν ότι οι αρχικές διατροφικές επιλογές και η ψυχική τους κατάσταση ενδεχομένως να επηρεάζουν τη γενικότερη διατροφική αξία των γευμάτων τους», σχολιάζει ο Δρ. Reimann.