Τα κατάγματα ισχίου παρουσιάζουν αυξημένη συχνότητα στην Τρίτη Ηλικία, λόγω οστεοπόρωσης αλλά και προβλημάτων αστάθειας. Ωστόσο σύμφωνα με νέα αμερικανική μελέτη, οι ηλικιωμένοι που έχουν επάρκεια βιταμίνης D στον οργανισμό τους έχουν καλύτερης πιθανότητες ανάκτησης της κινητικότητάς της μετά από χειρουργικλη αποκατάσταση κατάγματος ισχίου.

Σύμφωνα με άρθρο που δημοσιεύεται στο The American Journal of Clinical Nutrition, η ανεπάρκεια βιταμίνης D μπορεί να περιορίσει την κινητικότητα των ηλικιωμένων.

Η επιστημονική ομάδα του Τμήματος Επιστήμης της Διατροφής στο Πανεπιστήμιο Rutgers, με επικεφαλής την καθηγήτρια Sue Shapses, εξηγεί ότι οι ηλικιωμένοι που λαμβάνουν 800  IU (το αντίστοιχο των 20 mg) βιταμίνης D καθημερινά μπορούν να αποτρέψουν την έλλειψή της.

Η βιταμίνη D είναι καθοριστική για την υγεία των οστών και ο άνθρωπος την λαμβάνει τόσο μέσω της διατροφής, όσο και από βιταμινούχα συμπληρώματα αλλά το βασικότερο, δια της έκθεσης στον ήλιο.

Ένα κάταγμα ισχίου στην Τρίτη Ηλικία είναι δύσκολο να αποκατασταθεί, πόσο μάλλον σε περίπτωση ανεπάρκειας βιταμίνης D. Η ανάκτηση της κινητικότητας μετά από ένα κάταγμα ισχίου είναι σημαντική για την πλήρη ανάρρωση και την μείωση του κινδύνου θανάτου. Αλλά η ανεπάρκεια βιταμίνης D έχει αποδειχθεί ότι παίζει ρόλο στη μειωμένη κινητικότητα των ηλικιωμένων μετά από εγχείριση για αποκατάσταση κατάγματος στο ισχίο.

Στην πολυκεντρική μελέτη που έγινε σε ασθενείς 65 ετών και άνω στις ΗΠΑ και τον Καναδά εξετάστηκε η επιρροή των επιπέδων της βιταμίνης D στο αίμα και τη διατροφή και στην κινητικότητα. Οι επιστήμονες εξέτασαν το ποσοστό θνησιμότητας ή την ικανότητα βάδισης κατά μήκος ενός δωματίου χωρίς βοήθεια, μετά από το χειρουργείο.

Από την επεξεργασία των δεδομένων προέκυψε ότι, επίπεδα βιταμίνης D μεγαλύτερα από 12 νανογραμμάρια ανά χιλιοστό του λίτρου στο αίμα σχετίστηκαν με υψηλότερα ποσοστά ικανότητας βάδισης 30 με 60 ημέρες μετά από επέμβαση για κάταγμα ισχίου. Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι, τα υψηλά επίπεδα παραθυρεοειδικής ορμόνης, που προκαλεί αύξηση του ασβεστίου στο αίμα, σχετίστηκε με μειωμένη κινητικότητα, σε περίπτωση κακής διατροφής του ασθενή.

Παλαιότερες μελέτες έχουν δείξει ότι η λήψη 800 IU βιταμίνης D καθημερινά μπορεί να συντελέσει στην πρόληψη πτώσεων και καταγμάτων. Έρευνα του Πανεπιστημίου Rutgers που δημοσιεύθηκε πέρσι έδειξε ότι θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί αναφορικά με τις ποσότητες των βιταμινών που καταναλώνουμε και οι 600 IU βιταμίνης D καθημερινά είναι επαρκείς για άτομα από 1 έως 70 ετών, ενώ οι γηραιότεροι μπορούν να λαμβάνουν με ασφάλεια 800 IU.