«Η υπογονιμότητα αφορά εξίσου το γυναικείο και ανδρικό αναπαραγωγικό σύστημα», υπενθύμισε ο Δρ. Κωνσταντίνος Πάντος, Μαιευτήρας-Γυναικολόγος, Ειδικός Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, Γενικός Γραμματέας της Ελληνικής Εταιρείας Αναπαραγωγικής Ιατρικής (ΕΕΑΙ), Αντιπρόεδρος του Διεθνούς Κέντρου Τουρισμού Υγείας, Αντιπρόεδρος του Παγκόσμιου Ιπποκράτειου Ινστιτούτου Ιατρών, κατά τη διάρκεια του 2ου διεθνούς συνεδρίου Eco-Ευ Ζην – «Οικογένεια και Περιβάλλον: Πυλώνες κοινωνικού πολιτισμού. Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην οικογένεια» (15-16 Δεκεμβρίου 2022, Κωνσταντινούπολη/Χάλκη), που συνδιοργάνωσαν το Οικουμενικό Πατριαρχείο και το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ), σε συνεργασία με την Ελληνική Εταιρεία Αναπαραγωγικής Ιατρικής (ΕΕΑΙ).

Επιστημονικά με τον όρο «υπογονιμότητα» ορίζεται η η αποτυχία επίτευξης κύησης μετά από 12 ή περισσότερους μήνες τακτικής σεξουαλικής επαφής χωρίς προστασία όταν η γυναίκα είναι κάτω των 35 ετών και μετά από έξι μήνες όταν η γυναίκα είναι άνω των 35 ετών.

Όπως ανάφερε ο Δρ. Πάντος, η υπογονιμότητα επηρεάζει εκατομμύρια ζευγάρια παγκοσμίως. «Σύμφωνα με επιδημιολογικά στοιχεία, το 15% των ζευγαριών σε αναπαραγωγική ηλικία αντιμετωπίζει προβλήματα γονιμότητας», εξήγησε.

Επιλογές του σύγχρονου τρόπου ζωής, όπως το κάπνισμα, η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ και η παχυσαρκία μπορούν να επηρεάσουν τη γονιμότητα. Ενώ η έκθεση σε περιβαλλοντικούς ρύπους και τοξίνες μπορεί να είναι άμεσα τοξική για τους γαμέτες (ωάρια και σπέρμα), με αποτέλεσμα τον μειωμένο αριθμό και την κακή ποιότητά τους.

Μελέτες έχουν δείξει ότι η μακροχρόνια έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση με την εισπνοή μικροσωματιδίων (PM 2,5) έχει ως αποτέλεσμα την καταστροφή των ωοθυλακίων μέσω της επαγωγής απόπτωσης, την επιταχυνόμενη στρατολόγηση αρχέγονων ωοθυλακίων στην αναπτυσσόμενη δεξαμενή ωοθυλακίων, την καταστροφή των ωοθυλακίων των ωοθηκών με δυσμενείς καρδιαγγειακές επιδράσεις των PM 2,5 στις γυναίκες. «Η πειραματική έκθεση σε PM 2,5 σε θηλυκά ποντίκια αύξησε τα ποσοστά των πρωτογενών και δευτερογενών ωοθυλακίων με βλάβη στο DNA και αύξησε τα ποσοστά των αποπτωτικών ωοθυλακίων στον άνδρα», υπενθύμισε ο Γενικός Γραμματέας της Ελληνικής Εταιρείας Αναπαραγωγικής Ιατρικής.

Ο Δρ. Κωνσταντίνος Πάντος, Μαιευτήρας-Γυναικολόγος, Ειδικός Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής

Η ιστορία της Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής 

Σύμφωνα με επιδημιολογικά δεδομένα υπολογίζεται ότι μέχρι σήμερα έχουν γεννηθεί περισσότερα από 8 εκατομμύρια παιδιά με τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Η διαδρομή όμως μέχρι να φτάσουμε στα σημερινά ποσοστά επιτυχίας ήταν μακρά και δύσκολη.

Το 1878 έγινε το πρώτο πείραμα στην ιστορία της Εξωσωματικής Γονιμοποίησης σε θηλαστικά (κουνέλια και ινδικά χοιρίδια) από τον Samuel Schenk, ο οποίος συμπέρανε ότι η κυτταρική διαίρεση μπορεί να συμβεί ex vivo. Το 1934 οι Gregory Pincus και Vincenz Enzmann πραγματοποίησαν την πρώτη εξωσωματική γονιμοποίηση σε κόνικλο, αποδεικνύοντας ότι μπορεί να είναι εφικτή η in vivo γονιμοποίηση. Το 1944 οι John Rock και Miriam Menkin έκαναν πειράματα με ανθρώπινα ωάρια και πέτυχαν την καλλιέργεια ανθρώπινων εμβρύων in vitro μέχρι το στάδιο των 3 κυττάρων. Το 1951 οι Collin Austin και Min Chueh Chang δημοσίευσαν μελέτες για την ενεργοποίηση του σπέρματος κάνοντας πειράματα σε κόνικλους και αρουραίους με in vivo έγχυση του σπέρματος πριν και μετά την ωορρηξία. Το 1952-56 ο Jean Dan διατύπωσε τη θεωρία της ακροσωμικής αντίδρασης στον θαλάσσιο αχινό. Το 1958 οι Austin και Bishop επιβεβαιώνουν την ύπαρξη της ακροσωμικής αντίδρασης στα θηλαστικά. Το 1968 ο Patrick Steptoe και ο Robert Edwards πραγματοποιούν τα πρώτα βήματα της εξωσωματικής γονιμοποίησης σε ανθρώπους. Το 1972 πραγματοποιούνται οι πρώτες εμβρυομεταφορές και το 1976 επετεύχθη η πρώτη κύηση, η οποία κατέστη έκτοπη. Εν τέλει στις 25 Ιουλίου 1978 γεννάται το πρώτο παιδί μετά από εξωσωματική γονιμοποίηση, η Louise Joy Brown. Να σημειωθεί ότι το 2010 ο Robert Geoffrey Edwards τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Φυσιολογίας και Ιατρικής για την ανάπτυξη της εξωσωματικής γονιμοποίησης.

«Η Επιστήμη όμως δεν επαναπαύεται σε όσα έχουν επιτευχθεί μέχρι σήμερα. Ήδη από το 1988 γίνονται προσπάθειες για την επίτευξη της τεχνητής μήτρας, σε ζωικά μοντέλα λόγω νομικών και ηθικών ζητημάτων. Το 2017 πραγματοποιήθηκε η υποστήριξη εμβρύου προβάτου μέχρι και τέσσερις εβδομάδες σε έξω-μητρική συσκευή, ενώ την ίδια χρονιά ενθαρρυντικά ήταν τα αποτελέσματα από τη μεταμόσχευση μήτρας σε ασθενείς με μη αναστρέψιμη υπογονιμότητα», σημείωσε ο Δρ. Κωνσταντίνος Πάντος.

Πότε φθίνει η γονιμότητα;

Η προχωρημένη ηλικία αποτελεί τον κυρίαρχο παράγοντα που επηρεάζει την πιθανότητα επίτευξης κύησης είτε σε φυσική σύλληψη είτε σε ένα κύκλο υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.

«Στην εποχή μας βλέπουμε διαρκώς μια μετατόπιση του ορίου ηλικίας αναπαραγωγής της γυναίκας για πολλούς λόγους (επιστημονικοί στόχοι, επαγγελματική ανέλιξη, φιλοδοξίες, ανεύρεση κατάλληλου συντρόφου, αυτονομία αποφάσεων, κ.α.). Όμως, η παύση της ωοθηκικής ηλικίας (εμμηνόπαυση) μεταξύ 40-55 ετών θεωρείται αναπόφευκτη», σύμφωνα με τον ειδικό σε θέματα Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής.

Σε ηλικία 35 ετών το ωοθηκικό απόθεμα έχει πέσει πια στο 5% και μετά την ηλικία των 40 ετών η γονιμότητα πέφτει κάτω από 5% μηνιαίως ενώ το ποσοστό αποβολής αγγίζει το 34%, στα μέσα της δεκαετίας των 40 ετών η πιθανότητα σύλληψης αγγίζει μόλις το 1-3% και η κύηση σε προχωρημένη ηλικία σχετίζεται υψηλό κίνδυνο επιπλοκών.

«Χρειάζεται περισσότερη ενημέρωση για τα όρια της φυσιολογίας της αναπαραγωγής ώστε να αποφεύγεται η ακούσια ατεκνία, σεβόμενοι παράλληλα την ατεκνία από επιλογή. Η ενημέρωση ενημέρωση ανδρών και γυναικών για την κρυοσυντήρηση ωαρίων, σπέρματος και εμβρύων με σκοπό την παράταση της γονιμότητας σε ένα ρεαλιστικό χρόνο βοηθά να πραγματοποιήσουν τους αναπαραγωγικούς τους στόχους», τόνισε ο Δρ. Πάντος.

Έλλειμμα γνώσης και ενημέρωσης

Δυστυχώς όμως η ελληνική κοινωνία μαστίζεται από έλλειψη ενημέρωσης και γνώσης για τα όρια της αναπαραγωγικής ηλικίας. Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στο ερώτημα «σε ποια ηλικία θεωρείτε ότι μια γυναίκα είναι πλέον μεγάλη για να τεκνοποιήσει;» διαπιστώθηκε ότι υπερεκτιμούνται τα όρια της αναπαραγωγικής ικανότητας έως και 10 έτη.

Επίσης, σε δημοσκόπηση της MRB για λογαριασμό της ΕΕΑΙ σε δείγμα 1.201 ατόμων τον Ιούνιο του 2021, διαπιστώθηκε ότι:

  • το 67% των γυναικών και το 55% των ανδρών γνωρίζουν ελάχιστα για τη γονιμότητα του άλλου φύλου,
  • το 73% των γυναικών και το 56% των ανδρών γνωρίζουν πολλά για τη γονιμότητα του άλλου φύλου,
  • 1 στους 3 δηλώνει ότι η γυναικεία γονιμότητα αρχίζει να μειώνεται μεταξύ 46-55 ετών,
  • μόνο το 12% των γυναικών κατανοεί και αναφέρει ότι η γυναικεία γονιμότητα μετά την ηλικία των 35 ετών μειώνεται σημαντικά,
  • το 70% των γυναικών θεωρούν ότι η καλή υγεία και φυσική κατάσταση της γυναίκας μετά τα 40 έτη εξασφαλίζει τη γονιμότητά της και τη δυνατότητα να τεκνοποιεί φυσιολογικά ανεξαρτήτως ηλικίας,
  • το 48% δηλώνει ότι οι πιθανότητες φυσικής σύλληψης στην ηλικία των 40 ετών κυμαίνεται μεταξύ 30-50%,
  • το 7% γνωρίζει για μείωση της πιθανότητας κύησης στην ηλικία των 40 ετών,
  • 1 στους 3 άνδρες και 1 στις 4 γυναίκες αναφέρει ότι η ανδρική γονιμότητα αρχίζει να μειώνεται μετά τα 56 έτη.

«Κύρια πηγή ενημέρωσης για θέματα γονιμότητας αναφέρεται στο 60% το διαδίκτυο, στο 59% ο ιατρός, στο 25% τα βιβλία και στο 24% το σχολείο. Από τα παραπάνω καθίσταται σαφές ότι είναι δραματική η άγνοια των ανθρώπων για ένα τόσο θεμελιώδες ζήτημα», υπογράμμισε ο Δρ. Πάντος.

Είναι η ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή η λύση;

Οι ενδείξεις για την εξωσωματική γονιμοποίηση έχουν επεκταθεί πια ώστε να περιλαμβάνουν την ανδρική υπογονιμότητα, την ωοθηκική ανεπάρκεια λόγω προχωρημένης ηλικίας και την ανεξήγητη γονιμότητα.

«Ωστόσο η εξωσωματική γονιμοποίηση δεν είναι πανάκεια. Μπορεί να βοηθήσει αλλά με περιορισμούς, δεν αποτελεί λύση για όλους και υπάρχει πάντα ο κίνδυνος της υπέρμετρης χρήσης της», σημείωσε ο Γενικός Γραμματέας της ΕΕΑΙ.

Σύμφωνα με τον Δρ. Κωνσταντίνο Πάντο, η ενημέρωση σε θέματα γονιμότητα και αναπαραγωγής πρέπει να ξεκινάει από το σχολείο. «Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα πρέπει να προάγουν την εκπαίδευση και την επιμόρφωση για την αξία της αναπαραγωγικής υγείας. Τα ΜΜΕ μπορούν επίσης να δημιουργήσουν μια νέα ενημερωτική εποχή και να ενδυναμώσουν τον γενικό πληθυσμό προωθώντας τη γνώση», πρότεινε.

Και κατέληξε λέγοντας ότι, «η σύγχρονη κοινωνία πρέπει να πάψει να υιοθετεί λανθασμένες ιδέες για την απόκτηση παιδιού σε οποιαδήποτε ηλικία. Η υπέρμετρη χρήση των τεχνολογιών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής μπορεί να αποφευχθεί με την ανάπτυξη καινοτόμων θεραπειών υπογονιμότητας όπως στην περίπτωση των ασθενών με ωοθηκική ανεπάρκεια. Πρέπει κι εμείς ως επιστημονική κοινότητα να ακολουθήσουμε μια διαφορετική προσέγγιση: χρειάζεται εξατομικευμένη διάγνωση και κατηγοριοποίηση των ασθενών με υπογονιμότητα που μπορεί να οδηγήσει στην αποτελεσματική διαχείριση του προβλήματος χωρίς υπέρμετρη χρήση της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Οι πιο στοχευμένες θεραπείες, εξατομικευμένες σε κάθε ασθενή μπορούν να εξασφαλίσουν την επιτυχή διαχείριση του προβλήματος. Και φυσικά η ενημέρωση σε θέματα γονιμότητας, αναπαραγωγικής υγείας και ηλικιακών ορίων γονιμότητας που θέτει η ανθρώπινη φυσιολογία πρέπει να βρίσκεται στον πυρήνα του ενημερωμένου πολίτη».

Διαβάστε επίσης 

Η Νο1 μέθοδος για τη διατήρηση της γυναικείας γονιμότητας

Ανδρική γονιμότητα: Οκτώ παράγοντες που κάνουν κακό στο σπέρμα

Ο παράγοντας που βλάπτει σοβαρά τη γονιμότητα ανδρών και γυναικών