Πόσο πολύ διαφέρουν τα δύο φύλα αναφορικά με τη λοίμωξη από κάποια ασθένεια; Η αλήθεια είναι ότι μέχρι στιγμής η επιστημονική κοινότητα δε γνωρίζει αρκετά σχετικά με το πώς μια ασθένεια επηρεάζει τις γυναίκες.

Αυτό συμβαίνει διότι στο παρελθόν, το μεγαλύτερο μέρος των βιοϊατρικών ερευνών διεξαγόταν σε αρσενικά κύτταρα και πειραματόζωα. Ωστόσο, άνδρες και γυναίκες βιώνουν τις ασθένειες με διαφορετικό τρόπο: από το πώς αναπτύσσονται, τη διάρκεια και τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων μέχρι την αποτελεσματικότητα των θεραπευτικών επιλογών.

Δύο επιστήμονες, η Laura A. B. Wilson, ερευνητική συνεργάτις στο Εθνικό Πανεπιστήμιο Αυστραλίας και ο Shinichi Nakagawa, Καθηγητής Εξελικτικής Βιολογίας και Σύνθεσης στο Πανεπιστήμιο της Νέας Νότιας Ουαλίας στο Σίδνεϊ, αναλύουν αυτές τις διαφορές με άρθρο τους στο The Conversation.

Όπως αναφέρουν, όταν πρόκειται για την επίδραση των φαρμάκων, οι διαφοροποιήσεις αυτές θα μπορούσαν να πλήξουν το γυναικείο οργανισμό. Ειδικότερα, οι γυναίκες εμφανίζουν περίπου 50-75% περισσότερες παρενέργειες από τους άνδρες, με αποτέλεσμα πολλά φάρμακα να αποσύρονται λόγω ανησυχιών σχετικά με τους κινδύνους για την υγεία των γυναικών.

Ως πιθανή αιτία ορίζεται η απόκλιση του σωματικού βάρους των δύο φύλων, που όμως ενδεχομένως να μη δημιουργεί τελικά το πρόβλημα. Στην νέα έρευνά τους, που δημοσιεύτηκε Nature Communications, αποδείχθηκε ότι η βασική υπόθεση της βιοϊατρικής – ότι οι γυναίκες αποτελούν «μικρότερες εκδοχές» των ανδρών – δεν υποστηρίζεται για τα περισσότερα προκλινικά χαρακτηριστικά.

Έτσι, οι παρενέργειες στις γυναίκες είναι απίθανο να ανακουφιστούν απλώς με την προσαρμογή της δόσης στο σωματικό βάρος.

Τι εξέτασαν οι ερευνητές;

Οι διαφορές όμως στη φυσιολογία αντρών και γυναικών αποτέλεσε το έναυσμα για τη μελέτη εις βάθος των διαφορετικών επιπτώσεων που σχετίζονται με τον τρόπο απορρόφησης και απομάκρυνσης των φαρμάκων από τον οργανισμό και όχι με το σωματικό βάρος.

Γι’ αυτό, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν τη μέθοδο της αλλομετρίας, κατά την οποία η σχέση μεταξύ ενός χαρακτηριστικού και του μεγέθους του σώματος εξετάζεται σε κλίμακα λογάριθμων. Διερεύνησαν 363 προ-κλινικά χαρακτηριστικά σε αρσενικά και θηλυκά ποντίκια, όπως για παράδειγμα η λιπώδης μάζα, η γλυκόζη, η LDL χοληστερόλη, που μπορούν να εξηγηθούν μόνο από το σωματικό βάρος.

Όπως αποκάλυψαν οι αναλύσεις, οι διαφορές φύλου σε πολλά χαρακτηριστικά δεν μπορούν να εξηγηθούν από τις διαφορές στο σωματικό βάρος. Έτσι, η σχέση μεταξύ ενός χαρακτηριστικού και του σωματικού βάρους διέφερε σημαντικά σε όλα τα χαρακτηριστικά, πράγμα που σημαίνει ότι οι διαφορές μεταξύ αρσενικών και θηλυκών δεν μπορούσαν να γενικευτούν: τα θηλυκά δεν ήταν απλώς μικρότερες εκδοχές των αρσενικών.

Επομένως, λόγω αυτής της πολυπλοκότητας, θα πρέπει να εξετάζονται οι διαφορές φύλου για τη δοσολογία φαρμάκων κατά περίπτωση. Σύμφωνα με τους ερευνητές και δεδομένου της διαθεσιμότητας των παρεμβάσεων εξατομικευμένης ιατρικής, η βιοϊατρική έρευνα θα πρέπει να επικεντρωθεί περισσότερο στη μέτρηση του πώς και με ποιους τρόπους διαφέρουν τα δύο φύλα.

Οι επιπτώσεις άλλωστε από τις ανεπιθύμητες ενέργειες είναι σημαντικές τόσο από κλινική όσο και από οικονομική άποψη. Σε πρόσφατη μελέτη εκτιμήθηκε ότι 250.000 εισαγωγές σε νοσοκομεία στην Αυστραλία κάθε χρόνο σχετίζονται με τη λήψη φαρμάκων, με αποτέλεσμα να κοστίζουν στο σύστημα υγείας περίπου 1,4 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως.

Τέλος, μια άλλη μεγάλη βρετανική μελέτη ανέδειξε ότι οι ασθενείς που εισήχθησαν στο νοσοκομείο με ανεπιθύμητες ενέργειες φαρμάκου παρέμειναν κατά μέσο όρο οκτώ ημέρες.

Διαβάστε επίσης

Οι άνδρες ή οι γυναίκες είναι πιο απείθαρχοι ασθενείς; – Μη βιαστείτε να απαντήσετε

Αυτά τα φάρμακα παίρνουν λιγότερο συχνά οι γυναίκες